Ο π. Γεώργιος Φλουρής στα οκτώ του χρόνια πριν αποφασίσει να ασπασθεί την ιεροσύνη, υπηρετούσε με πίστη και αφοσίωση τη ζωγραφική. Όταν πήγαινε βόλτα με τους γονείς του στο Ηράκλειο και τα Χανιά, μαγευόταν από τα χρώματα της φύσης. Έκλεινε τα μάτια και έψαχνε τρόπο να απαθανατίσει το μεγαλείο της κρητικής γης.
Το βάπτισμα στην τέχνη της ζωγραφικής το έλαβε ένα πρωί όταν ο πατέρας του κρατώντας τον από το χέρι και τον πήγε σε ένα μαγαζί με είδη ζωγραφικής. Ο μικρός Γιώργος κοίταζε την παλέτα με τα χρώματα, άρχισε να περιεργάζεται τον καμβά και άγγιζε ευλαβικά τα πινέλα. Όταν είδε σε μια εικόνα έναν πίνακα του Νικόλαου Γύζη, γύρισε και είπε στον πατέρα του. «Είναι πολύ εύκολο να το ζωγραφίσω και εγώ».
Από τότε άρχισε να πειραματίζεται με τα χρώματα και τα υλικά. Τα πορτρέτα των γονιών του, της συζύγου του που φιλοτέχνησε είναι εκείνα τα οποία δεν αποχωρίζεται ποτέ. Ο π. Γεώργιος ακόμη και όταν ενεδύθη το ράσο συνέχισε να ζωγραφίζει, στον ελεύθερο χρόνο του, στις δύσκολες αλλά και στις χαρούμενες στιγμές της ζωής του. Για αυτόν είναι καταλυτική μορφή έκφρασης.
Όπως εξηγεί στο CNN Greece, δεν πήγε ποτέ σε σχολή. Είναι αυτοδίδακτος ζωγράφος που αντιγράφει έργα μεγάλων καλλιτεχνών, βάζοντας τη δική του «πινελιά». Οι πίνακές του αποτυπώνουν συνήθως τοπία. Άλογα που τρέχουν σε κύματα, αντικατοπτρίζουν την ελεύθερη ψυχή του εξηγεί ο π. Γεώργιος, ανοίγοντας την πόρτα του μικρού εργαστηρίου του. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο… ναό που βρίσκεται κάτω από το σπίτι του. Εκεί υπηρετεί με πίστη τη ζωγραφική. Στο κέντρο δεσπόζει ένα τραπέζι με μπογιές, υλικά ζωγραφικής και πινέλα. Στους τοίχους «κρέμονται» τα έργα τέχνης του.
Ο αγαπημένος του ζωγράφος, είναι ο Νικόλαος Γύζης, ο ονειροπόλος και ποιητικός καλλιτέχνης ο οποίος εμπνεόταν από τις συνήθειες των ανθρώπων που τον περιστοίχιζαν και αφουγκραζόταν τον πολιτικό και κοινωνικό σχηματισμό την νέας Ελληνικής κοινωνίας. «Άλλωστε και ο Γύζης ήταν βαθιά θρησκευόμενος. Αποτύπωνε στον καμβά του εικόνες με αλληγορική και μεταφυσική έννοια σε μια προσπάθεια να εκφράσει τις υπαρξιακές του αγωνίες. Το Καλό και το Κακό και η νίκη του πρώτου έναντι του δεύτερου είναι το κυρίαρχο θέμα των ώριμων έργων του», λέει ο π. Γεώργιος και προσθέτει: «Όλα του τα έργα έχουν μια ιδιαίτερη εσωτερικότητα».
Το βλέμμα μας πέφτει στον «Κουρέα» αντίγραφο του πίνακα του Γύζη στον οποίο ο π. Γεώργιος έκανε ορισμένες «τροποποιήσεις». Έκανε πιο αισθητό το κούρεμα των μαλλιών, έβαλε στον λιλιπούτειο εικονιζόμενο κάλτσες και διαφορετικά παπούτσια. Ακριβώς απέναντι βρίσκεται μια μητέρα που κρατά το παιδί της. Ο π. Γεώργιος μας μιλά για το εντυπωσιακό μπλε χρώμα που την περιβάλλει. Κοντά στο κεφάλι της είναι πιο ανοιχτόχρωμο, πιο φωτεινό, σαν αμυδρό στεφάνι και όσο απομακρύνεται από αυτή τόσο γίνεται πιο έντονο και πιο βαθύ το μπλε. «Αυτή είναι η αύρα που εκπέμπει η ψυχή της. Φως. Αγάπη. Ηρεμία. Έλξη το αντίθετο της απώθησης», εξηγεί.
Ο π. Γεώργιος κάνει αγιογραφίες και σε ναούς. Έργα του βρίσκονται στην Αγία Μαρίνα στα Μελίσσια που διακόνησε για περίπου 20 χρόνια. Η εικόνα του Χριστού είναι φιλοτεχνημένη σε καμβά. Όμως έχει και στοιχεία από φυσικά υλικά. Ο Ιησούς είναι ενδεδυμένος με κόκκινο βελούδινο ύφασμα και το στεφάνι του είναι από φυσικά αγκάθια. Τα δε χέρια του είναι σκαλισμένα σε ξύλο. Στον ίδιο ναό έχει φιλοτεχνήσει και την Παναγία, τον Άγιο Γεώργιο, τον Άγιο Φανούριο. «Η βυζαντινή εικόνα εκφράζει την εσωτερικότητα. Μια εσωτερική πνευματική επικοινωνία και προσευχή. Αυτό άλλωστε είναι το μεγαλείο της Ορθοδοξίας», εξηγεί ο π. Γεώργιος.
Ο π. Γεώργιος ζωγραφίζει και πρόσωπα. «Μου αρέσει να αποτυπώνω τα συναισθήματα και την ψυχή τους» λέει χαρακτηριστικά και μας δείχνει φωτογραφία από το πορτρέτο του μητροπολίτη Κηφισίας Κύριλλου το οποίο φιλοτέχνησε και του το προσέφερε.
Σήμερα ο π. Γεώργιος ασκεί τα ιερατικά του καθήκοντα στον Άγιο Ελευθέριο Αμαρουσίου. Τον ελεύθερο χρόνο του ζωγραφίζει, μιλά με τους ενορίτες του και εμπνέεται από την εσωτερικότητα των ανθρώπων που συναντά.