O κοινός τρόπος φορολόγησης των ξενοδοχείων και των καταλυμάτων οικονομίας διαμοιρασμού (τύπου Airbnb) μπορεί να δημιουργήσει εισροή εσόδων για το ελληνικό δημόσιο 341 εκατ. ευρώ ετησίως, σύμφωνα με μελέτη της Grant Thornton που εκπονήθηκε για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (ΞΕΕ) υπό τον τίτλο «Η φοροδοτική δυνατότητα των ξενοδοχείων και δυνατότητα αξιοποίησης της οικονομίας του διαμοιρασμού για την φορολογική εξομάλυνση του κλάδου».
Σύμφωνα με τη μελέτη, η προώθηση της φορολογικής ισότητας στον τουρισμό και γενικά η ορθή αξιοποίηση της οικονομίας διαμοιρασμού στην Ελλάδα θα δημιουργήσει δυνατότητες αναδιανομής των φορολογικών βαρών προς όφελος των ασθενέστερων, θα βελτιώσει τον υγιή ανταγωνισμό, θα δημιουργήσει ώθηση στις υποδομές που δημιουργούν προστιθέμενη αξία και εν τέλει θα ενισχύσει το σύνολο της οικονομίας.
Τον κίνδυνο «εξόδου» ξενοδοχειακών μονάδων από τις αδειοδοτημένες με ειδικό σήμα λειτουργίας επιχειρήσεις επισημαίνει, μέσω της «Κ», ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Γιώργος Τσακίρης.
Ενδειτκικά, ο κ. Τσακίρης σημειώνει τη μεγέθυνση της αγοράς των «γκρίζων» τουριστικών μισθώσεων σε αστικά ακίνητα οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται φορολογικά ισότιμα με τους υπόλοιπους επαγγελματίες της φιλοξενίας, ενώ θεωρεί ότι η επιβολή από τις αρχές του 2018 του φόρου διαμονής θα πλήξει περαιτέρω τον ξενοδοχειακό κλάδο.
Οπως επισημαίνεται στην μελέτη, ο υψηλός βαθμός υποκατάστασης μεταξύ ξενοδοχείων και καταλυμάτων οικονομίας διαμοιρασμού σε συνδυασμό με το φαινόμενο της άνισης φορολογικής μεταχείρισης, προκαλεί στρεβλώσεις στον μεταξύ τους ανταγωνισμό, κυρίως σε επίπεδο τιμών. Ταυτόχρονα, η αγορά δεν λειτουργεί αποτελεσματικά και δημιουργούνται αντικίνητρα παραγωγικότητας και βελτίωσης των προσφερόμενων αγαθών.
Στο πλαίσιο της φοροδοτικής ικανότητας των ελληνικών ξενοδοχείων η μελέτη της Grant Thornton σημειώνει ότι στο ξενοδοχειακό προϊόν στην Ελλάδα παρατηρείται η μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση σε σύγκριση με εκείνο των υπολοίπων ανταγωνιστριών χωρών στον τομέα του τουρισμού. Ειδικότερα υπογραμμίζεται ότι η υπερφορολόγηση των ξενοδοχείων οδηγεί σε υψηλότερες τελικές τιμές κατά 2,20% έως 6,77% για να επιτευχθεί ένα αντίστοιχο ποσοστό κέρδους με τους ανταγωνιστές τους.
Στην πράξη δηλαδή υποχρεώνει τα ξενοδοχεία στην Ελλάδα σε σαφώς χαμηλότερα περιθώρια κέρδους, γεγονός που αδυνατίζει πλήρως τη δυνατότητά τους να διαδραματίσουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο, τονίζει μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του ΞΕΕ Γιώργος Τσακίρης.
Επίσης, ο κ. Τσακίρης αναφερόμενος στα συμπεράσματα της μελέτης της Grant Thornton επισήμανε: «Η άμεση και έμμεση συμβολή του ελληνικού ξενοδοχείου στα τουριστικά έσοδα θα ξεπεράσει φέτος τα 17 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 52% των εθνικών τουριστικών εσόδων. Ο ελληνικός τουρισμός, άμεσα και έμμεσα, συνεισφέρει με 23,4% στην συνολική εθνική απασχόληση.
Την ίδια στιγμή όμως η Ελλάδα δεν είναι σε καμία από τις πρώτες 5 θέσεις προτίμησης των 5 κυριότερων τουριστικών αγορών μας. Η δε ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού κατατάσσει την χώρα μας στην 24η θέση, με την Ισπανία στην 1η και την Γαλλία στην 2η, καίτοι για αυτές τις χώρες ο τουρισμός τους ενώ παράγει εξαπλάσια των δικών μας έσοδα, συνεισφέρει στα αντίστοιχα ΑΕΠ έως και 50% λιγότερο σε σχέση με τον ελληνικό τουρισμό». Όπως σημειώνει ο πρόεδρος του ΞΕΕ: «Οι οικονομικές επιδόσεις των ελληνικών ξενοδοχείων γίνονται εκ νέου θετικές από το 2015 και οι πλέον αποδοτικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις είναι αυτές των 3* και 4*. Παράλληλα, διαπιστώνουμε ότι η οικονομία του διαμοιρασμού έχει πάψει να αποτελεί μια εναλλακτική δραστηριότητα, αλλά συνιστά μία παράλληλη με τον αδειοδοτημένο τομέα μεγάλη οικονομική δραστηριότητα, με τεράστιο πλέον τζίρο».