Τοῦ Ἀρχιμ. Βαρλαὰμ Μετεωρίτου
Γεννιόμαστε καὶ ἡ ζωὴ φαντάζει μπροστά μας ἀνθόσπαρτη…
Οἱ εὐχὲς ποὺ δεχόμαστε, εἶναι γιὰ μία ζωὴ γεμάτη εὐτυχία, χωρὶς δυσκολίες, ὅλα νὰ χρυσίζουν καὶ νά ‘ναι ρόδινα…
Νὰ ὅμως ποὺ ἔρχεται κάποια στιγμὴ στὸ χρόνο καὶ ὅλα αὐτὰ ἀνατρέπονται…
Τὰ πρῶτα μαῦρα σύννεφα κάνουν τὴν ἐμφάνισή τους…
Κι ἂν δὲν βλέπουν τὰ μάτια μας σύννεφα! Μελανά, γκρίζα, μαῦρα, θολά, βουρκωμένα…
Ὧρες ὧρες χιονάτα, ἀνάλαφρα, βιολετιά…
Ἡ ζωή, φίλοι μου, δὲν κυλάει πάντα ἤρεμη καὶ εὐτυχισμένη.
Οἱ ἄνθρωποι, ἄλλοι περισσότερο καὶ ἄλλοι λιγότερο, ἀντιμετωπίζουν προβλήματα, δυσκολίες καὶ περιστάσεις ποὺ προκαλοῦν ἀγωνία ἢ πόνο.
Καθημερινὰ ζοῦμε διάφορες καταστάσεις: Φόβοι καὶ ἀνησυχίες. Στιγμὲς ποὺ τὰ χάνουμε καὶ δειλιάζουμε. Σκοντάφτουμε, πέφτουμε, ἀποδυναμωνόμαστε…
Ὑπάρχουν καὶ οἱ πιὸ δύσκολες καὶ δυσάρεστες περιπτώσεις: Ἕνας πενηντάχρονος χάνει τὴ δουλειά του, μιὰ κοπέλα ἐγκαταλείπεται ἀπὸ τὸ σύντροφό της, ἕνα παιδὶ ζεῖ καθημερινὰ τοὺς καβγᾶδες τῶν γονιῶν του, μιὰ οἰκογένεια χάνει τὸ σπίτι της, μιὰ νέα γυναίκα μαθαίνει ὅτι πάσχει ἀπὸ σοβαρὴ ἀρρώστια…
Οὔφ! γιατί νὰ συμβαίνουν ὅλα αὐτά;
Ὁ θυμόσοφος λαὸς λέει πώς “κάθε ἐμπόδιο γιὰ καλό… ὅ,τι συμβαίνει, εἶναι γιὰ τὸ καλό μας…”
Στὴν Ἰνδία διηγοῦνται ἕνα παραμύθι, ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἔχουν ἕνα διδακτικὸ τέλος.
«Μιὰ φορὰ καὶ ἕναν καιρὸ ἦταν ἕνας αὐτοκράτορας, ποὺ εἶχε διαλέξει σὰν προσωπικό του σύμβουλο ἕναν πολὺ σοφὸ γέροντα, ὁ ὁποῖος, ὅμως, εἶχε ἕνα μεγάλο ἐλάττωμα, συνεχῶς ἐπαναλάμβανε: “ὅ,τι σοῦ συμβαίνει εἶναι γιὰ τὸ καλό σου… ὅ,τι σοῦ συμβαίνει εἶναι γιὰ τὸ καλό σου…”
Ὁ αὐτοκράτορας, παρόλο ποὺ τὸ ἐλάττωμα τοῦ σοφοῦ τον ἐκνεύριζε, τὸν κρατοῦσε κοντά του, γιατὶ οἱ συμβουλὲς καὶ ἡ σοφία του, τοῦ ἦταν πολὺ χρήσιμα καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο τὸν ἔπαιρνε πάντα μαζί του, εἰδικὰ ὅταν ἀπομακρυνόταν ἀπὸ τὸ παλάτι.
Μιὰ βροχερὴ μέρα, ὁ αὐτοκράτορας ἀποφάσισε νὰ καλλωπιστῇ καὶ ἀφοῦ τὸν ἔπλυναν οἱ γυναῖκες τῆς αὐλῆς, ζήτησε ἀπὸ τὸν κουρέα νὰ τὸν ξυρίσῃ καὶ νὰ τοῦ κάνῃ μανικιούρ. Τὴν ὥρα ὅμως ποὺ ὁ κουρέας τοῦ ἔκοβε τὰ νύχια, ἀκούστηκε ἕνας κεραυνὸς τόσο δυνατὸς ποὺ ὁ αὐτοκράτορας καὶ ὁ κουρέας τρόμαξαν τόσο πολὺ ποὺ ὁ κουρέας ἔκοψε τὸ μικρὸ δαχτυλάκι τοῦ αὐτοκράτορα. Κραυγὲς πόνου καὶ θυμοῦ κυρίευσαν τὸν αὐτοκράτορα, ποὺ ἔπεσε πάνω στὸν κουρέα μὲ μεγάλη ὀργή: “Γρήγορα στὴ φυλακή, ἀνάξιε, ἔκοψες τὸ δάχτυλο τοῦ αὐτοκράτορα. Θὰ σαπίσῃς μέσα στὴ φυλακὴ γιὰ τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς σου”. Τότε ἐπενέβη ὁ σοφὸς γέρος καὶ ἄρχισε πάλι νὰ ἐπαναλαμβάνῃ: “ὅ,τι σοῦ συμβαίνει εἶναι γιὰ τὸ καλό σου…, ὅ,τι σοῦ συμβαίνει εἶναι γιὰ τὸ καλό σου…”
Ὁ αὐτοκράτορας γεμᾶτος ὀργή, φώναξε: “Φτάνει πιά, μὲ αὐτὲς τὶς ἀνοησίες, σὲ βαρέθηκα ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια, καὶ σὺ στὴ φυλακή, ἔτσι θὰ μπορῇς ν’ ἀκοῦς μόνος σου τὶς βλακεῖες σου μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς σου”.
Τὴν ἑπόμενη μέρα ὁ αὐτοκράτορας, γιὰ νὰ ξεθυμώσῃ καὶ νὰ χαλαρώσῃ, ἀποφάσισε νὰ πάῃ κυνῆγι στὸ δάσος, βέβαια μόνος του, μιᾶς καὶ εἶχε φυλακίσει τὸν σοφὸ γέροντα ποὺ συνήθως τὸν ἀκολουθοῦσε παντοῦ. Ἐνῶ βρισκόταν στὸ δάσος, ξαφνικὰ τὸν περικύκλωσαν οἱ πολεμιστές-αἱρετικοὶ τῆς θεᾶς Κάλι. Τὸν συνέλαβαν καὶ ἦταν πολὺ εὐτυχισμένοι ποὺ βρῆκαν ἕνα θῦμα γιὰ νὰ τὸ θυσιάσουν στὴ θεά τους.
Ὁ αὐτοκράτορας, φώναξε, οὔρλιαξε, παρακάλεσε, ἀλλὰ τίποτα. Ἐκεῖνοι εἶχαν ἀποφασίσει νὰ τὸν θυσιάσουν στὴ θεὰ Κάλι ποὺ ἦταν ἡ θεὰ τοῦ κακοῦ καὶ γιόρταζε ἐκείνη τὴ μέρα.
Τὸν ἔντυσαν μὲ τὸ εἰδικὸ ἔνδυμα, τὸν ἄλειψαν μὲ τὸ ἱερό τους λάδι, τὸν ἔδεσαν στὸ βωμὸ καὶ ἐνῶ ὁ ἀρχηγὸς ἦταν ἕτοιμος νὰ τοῦ μπήξῃ τὸ μαχαῖρι στὴν καρδιά, εἶδε μὲ τρόμο πὼς ἀπὸ τὸ θῦμα ἔλλειπε ἕνα μέλος, τὸ μικρό του δαχτυλάκι. Βρίζοντας καὶ φτύνοντας τὸν ἔλυσε, γιατί δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ θυσιάσουν κάποιον ποὺ δὲν ἦταν ἀρτιμελὴς καὶ ἔτσι τὸν ἄφησαν νὰ φύγῃ.
Ἀκόμα ζαλισμένος ὁ αὐτοκράτορας, γρήγορα ἔτρεξε στὸ παλάτι του καὶ στὸ δρόμο κατάλαβε τί εἶχε γίνει• ὁ σοφὸς γέροντας εἶχε δίκιο καὶ εὐτυχῶς ποὺ σὲ ἐκεῖνο τὸ ἀτύχημα τοῦ ἔκοψε ὁ κουρέας τὸ δάχτυλο καὶ ἔτσι σώθηκε ἡ ζωή του.
Τί σημασία εἶχε ἕνα δαχτυλάκι λιγότερο μπροστὰ στὸν κίνδυνο ποὺ εἶχε διατρέξει; Καλύτερα ζωντανὸς καὶ μὲ ἕνα δάχτυλο λιγότερο παρὰ νεκρὸς καὶ μὲ ὅλα τὰ δάχτυλα.
Φτάνοντας στὸ παλάτι ὁ αὐτοκράτορας, πῆγε ἀμέσως στὶς φυλακὲς καὶ ἐλευθέρωσε τὸν κουρέα καὶ μετὰ πῆγε στὸ σοφὸ γέροντα, μπῆκε στὸ κελλί, τὸν ἀγκάλιασε καὶ τοῦ εἶπε: “Φίλε μου, συγχώρεσέ με γιὰ τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔκανα, τί τυφλὸς ποὺ ἤμουν! Μὲ συνέλαβαν οἱ αἱρετικοὶ τῆς θεᾶς Κάλι καὶ ἐνῶ ἦταν ἕτοιμοι νὰ μὲ θυσιάσουν, εἶδαν πὼς μοῦ ἔλειπε τὸ μικρό μου δαχτυλάκι καὶ μὲ ἄφησαν νὰ φύγω, εἶχες δίκιο φίλε μου, ὅ,τι μᾶς συμβαίνει εἶναι γιὰ τὸ καλό μας. Συγχώρεσέ με, φίλε μου, θὰ εἶσαι πάντοτε κοντά μου καὶ ὅλο τὸ βασίλειο σοῦ ἀνήκει.
Ἀλλὰ τώρα πές μου σὲ παρακαλῶ πολύ, ἐσένα ποὺ σὲ ἔβαλα φυλακή, ποῦ εἶναι τὸ καλὸ τὸ ὁποῖο συνέβει σὲ σένα;”
Μὲ ἠρεμία ὁ γέροντας κοίταξε τὸν αὐτοκράτορα καὶ τοῦ ἀπάντησε: “Βλέπετε ἐξοχότατε, ἐὰν δὲν μὲ εἴχατε φυλακίσῃ θὰ σᾶς εἶχα συνοδέψῃ, ὅπως πάντα, στὸ κυνήγι σας στὸ δάσος. Σὲ ἐμένα δὲν λείπει κανένα δάχτυλο, ἄρα θὰ θυσίαζαν ἐμένα, ἔτσι, λοιπόν, καὶ ἐγὼ γλύτωσα!”
Ἐπομένως, κάθε ἐμπόδιο γιὰ καλό… Ὅ,τι μᾶς συμβαίνει εἶναι γιὰ τὸ καλό μας…!
Οἱ δυσκολίες, φίλοι μου, εἶναι ἀναπόφευκτες.
Τίποτα δὲν γίνεται τυχαία, τίποτα δὲν γίνεται χωρὶς τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, οὔτε τὰ ἄσχημα οὔτε τὰ ὡραῖα. Γιὰ ὅλα ὑπάρχει ἕνας λόγος καὶ τὴν ἀπάντηση τὴ δίνει ὁ χρόνος.
Σίγουρα αὐτὸ ποὺ μᾶς συμβαίνει, ὅσο πικρὸ καὶ ἂν εἶναι, θὰ φέρῃ ὠφέλεια στὴν ψυχή.
Ἄς ἀφήσουμε τὴ ζωή μας στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἔχει ὁ Θεός…
Σὲ κάθε δυσκολία ἂς φωνάξουμε, ὅπως ὁ Ἰώβ, τό “εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένο”.
π. Βαρλαάμ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ!!
ΑΞΙΟΣ
Ι.Ν. Βλιώρας
ο Δάσκαλος