Γράφει ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΣΙΟΥΤΑΣ
Κάθε συνετός πολίτης αγαπά και λατρεύει την γενέτειρά του, τον τόπο καταγωγής του, την πατρίδα του. Καλύτερος άνεμος θαρρώ δεν φυσάει, ούτε πιο λαμπρός ήλιος βγαίνει από αυτόν της πατρίδας του καθένα μας. Γι’ αυτό ο δημοτικιστής και εθνικός αγωνιστής, μετανάστης και ταξιδευτής ποιητής Λορέντζος Μαβίλης (1860 – 1912) γράφει με καημό και νοσταλγία:
«Πατρίδα σαν τον ήλιο σου,
ήλιος αλλού δε λάμπει,
πως ει το φως το λαχταρούν
η θάλασσα κι οι κάμποι…..»
Την ιδιαίτερη πατρίδα του επιζητούσε και νοσταλγούσε ο μεγάλος Ηπειρώτης ποιητής και πεζογράφος Κώστας Κρυστάλλης (Συρράκο Ιωαννίνων, 1868 – 1894), όταν εκλιπαρούσε στον «Σταυραετό»:
…«Παρακαλώ σε, σταυραετέ,
για χαμηλώσου ολίγο
και δώσ’ μου τις φτερούγες σου
και πάρε με μαζί σου,
πάρε με πάνω στα βουνά,
τι θα με φάει ο κάμπος!»
Ποιος θα διαβάσει αυτά, αλλά και τόσα άλλα ποιήματα για την πατρίδα και δεν θα γοητευθεί; Ποιος θα ακούσει για Ελλάδα και δεν θα τη νοσταλγήσει; Και επειδή πολύ τη λιμπίζονται και τη ζηλεύουν γίνεται δυνατός πόλος έλξης. Όλοι θέλουν να την κατοικήσουν και να απολαύσουν τις ομορφιές της· και το πετυχαίνουν, ειδικά τα Καλοκαίρια ως είναι φυσικό, ανώδυνα και ανθρώπινα. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και εκείνοι, που χρόνια τώρα την επιβουλεύονται. Και να πω την μαύρη αλήθεια, αυτοί κάνουν τη δουλειά τους, σχεδιάζοντας ενορχηστρωμένα εδώ και αρκετά χρόνια. Εμείς δεν ξέρω εάν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας, για την προστασία της. Επιτρέψτε μου να πω ότι κάποιες μας ενέργειες ήταν επιπόλαιες και απ’ ότι αποδεικνύεται, μάλλον ήταν λαθεμένοι χειρισμοί, παρά το γεγονός ότι όλοι γνωρίζαμε τον εξ ανατολάς κίνδυνο. Και φυσικά εννοώ την μείωση της στρατιωτικής θητείας στους εννέα μήνες. Τέτοια σοβαρά θέματα δεν αποφασίζονται με ευκολία. Απαιτούν διάλογο και συγκεκριμένες ομόφωνες αποφάσεις. Η φιλοδοξία και η ενασχόληση με τα κοινά (πολιτική) δεν είναι κακό. Το κακό ξεκινάει από την επιδίωξη να μπαίνουμε στην πολιτική χωρίς οράματα και σχεδιασμούς. Πρέπει να ενεργούμε προγραμματισμένα και λελογισμένα σε πάρα πολλά ζητήματα. Η αίσθηση να πάρουμε την εξουσία, και τα υπόλοιπα έρχονται από μόνα τους, είναι λαθεμένη και επικίνδυνη. Τίποτα δεν έρχεται μόνο του· όλα θέλουν φροντίδα, απαιτούν σχεδιασμό επί χάρτου και προπαντός ομόνοια, σύμπνοια και αγάπη για την πατρίδα. Σ’ αυτές τις λίγες λέξεις κρύβεται ένα σύνολο απαιτήσεων, που δυστυχώς μόνον όταν βλέπουμε τον κίνδυνο καταλαβαίνουμε τι θά ’πρεπε να είχε προηγηθεί.
Πόσες φορές δεν έχουμε μέχρι τώρα ακούσει και μάλιστα από σεβαστή μερίδα πολιτών ότι τα βιβλία της ιστορίας είναι γραμμένα με πολλές ατέλειες και δεν μας λένε την αλήθεια. Δεν υπήρξε «κρυφό σχολειό», δεν έφυγε από την ζωή κατ’ αυτόν τον τρόπο ο τάδε οπλαρχηγός της επανάστασης του εικοσιένα, και τόσα άλλα. Σήμερα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που η πληροφορία στο δευτερόλεπτο φθάνει στα πέρατα της οικουμένης και εν όψει τόσων κινδύνων για την χώρα μας, μπορούμε να μιλάμε δημόσια τόσο ανεύθυνα; Αυτοί που γράψανε αυτά τα βιβλία, με τις όποιες ατέλειες ή παραλείψεις, μήπως τελικά ήταν καλύτεροι πατριώτες από εμάς; Λέω μήπως!
Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει, από χείλη και του χώρου της εκπαίδευσης, ότι δεν χρειάζεται η πρωινή προσευχή, ούτε ο σταυρός στη σημαία, δεν χρειάζονται παρελάσεις, αλλά και αυτές τις σχολικές γιορτές τι τις θέλουμε; Τίποτα δεν χρειάζεται σήμερα γι’ αυτούς. Να ισοπεδωθούν όλα. Και προς τα εκεί πάμε, στην ισοπέδωση, αφού ούτε η «εκκλησία» μας έχει αξία, ούτε η πατρίδα αλλά ούτε και αυτή η ίδια η οικογένεια απ’ όπου βγήκαμε. Το θέμα αυτό δεν είναι τωρινό. Οι ρίζες του είναι πολύ βαθιές και οι ευθύνες τεράστιες. Ξεχνούμε όμως ότι «ενός κακού μύρια έπονται». Όταν χτυπάς την πλάτη του συνδικαλιστή, που με έμμεσο τρόπο αρχίζει να τα ζητά για να ικανοποιήσει έστω και κάποιους από τη βάση που τα απαιτούν, και οι αρμόδιοι του Υπουργείου για ψηφοθηρικούς λόγους αρχίζουν να ενδίδουν, τότε τι να περιμένει κανείς. Τους ενδιαφέρει απ’ ό,τι φαίνεται η υποβάθμιση των αξιών της ζωής και όχι αυτές καθαυτές οι αξίες της.
Αυτά τα πισωγυρίσματα δεν προάγουν την κοινωνία μας, αλλά ούτε και την πατριωτική μας υπόσταση. Ευτυχώς που το μεγαλύτερο μέρος του εκπαιδευτικού κόσμου, έχει επίγνωση της αποστολής του και αγωνίζεται με νύχια και με δόντια, να σταματήσει την κατηφόρα, που κάποιοι επιδιώκουν και να δώσει τα χρήσιμα μηνύματα, και στην κοινωνία, αλλά και στο μαθητικό δυναμικό, που τα έχει ανάγκη.
Παλιότερα δεν είχαμε στα σχολεία μας αίθουσες πολιτιστικών εκδηλώσεων με έτοιμες σκηνές για «θεατρικές» παραστάσεις και γενικότερα χώρους για Εθνικές γιορτές. Μόνοι μας φτιάχναμε τις σκηνές μέσα στην ίδια αίθουσα διδασκαλίας με υλικά, είτε δανεικά από εργολάβους οικοδομών, είτε αγοράζοντάς τα από την σχολική επιτροπή γι’ αυτήν τη δουλειά. Τα περισσότερα δημοτικά σχολεία δεν αγόραζαν τα δάφνινα στεφάνια, που χρησιμοποιούσαν στις εθνικές γιορτές, για την κατάθεση αυτών στα μνημεία των πεσόντων, αλλά τα έφτιαχναν δασκάλες και δάσκαλοι με την βοήθεια των μεγαλύτερων μαθητών, όχι γιατί δεν είχαν χρήματα να τα αγοράσουν, αλλά για να δώσουν στα παιδιά να καταλάβουν τον σκοπό για τον οποίο γίνονται, αλλά και τον σεβασμό στα πρόσωπα που σφράγισαν με το αίμα τους την πολυπόθητη λευτεριά της πατρίδας σε κάθε εθνική επέτειο. Να αντιληφθούν με τις παρελάσεις και τις σχολικές εθνικές γιορτές τι σημαίνει υψηλό φρόνημα και εθνική υπερηφάνεια, παράγοντες που συντελούν στην καλλιέργεια του πατριωτικού συναισθήματος των μαθητών. Σήμερα έχω την αίσθηση ότι ούτε που θα τολμούσαμε να κάνουμε κάτι τέτοιο. Θα μας έπαιρναν με σάπια λεμόνια.
Ένα νομίζω ότι είναι το ερώτημα που μπαίνει αβίαστα σε κάθε νοήμονα πολίτη. Η χώρα μας με τις τόσες ομορφιές από την μια, αλλά και τους τόσους κινδύνους που διατρέχει εξ ανατολών από την άλλη, δεν έχει περιθώρια «να μην συλλογάται ελεύθερα και καλά». Κατά συνέπεια πρέπει να είναι συνεχώς σε εγρήγορση Κοινωνία και Πολιτεία. Να εγκαταλείψουμε τις όποιες αγκυλώσεις και λαθεμένες πρακτικές του παρελθόντος και πάνω απ’ όλα μονιασμένοι να αντιμετωπίσουμε κάθε κίνδυνο και κάθε επίβουλο κατακτητή.