Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου
Προηγουμένου Ἱ.Μ. Μεγάλου Μετεώρου
Ἀναφερθήκαμε στό προηγούμενο κείμενό μας στήν ἐπιτακτική ἀνάγκητῆς βαθειᾶς, ὑπαρξιακῶς βιουμένης μετανοίας σέ αὐτή τήν τόσο κρίσιμηπερίοδο πού διανύουμε.Μετάνοια εἶναι τό «κλειδί», τό «φάρμακο» ἐκεῖνο διά τοῦ ὁποίουἐπέρχεται ἡ ἐξυγίανση, ἡ κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη καί ἡἐπαναφορά τοῦ νοῦ του πρός τόν Θεό. Μετά-νοῶ, σημαίνει, ἀναστροφή τοῦ νοῦ μας ἀπό τήν ἀποστασία πρός τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Θεό. Σημαίνει τήνπορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωση.Στό σημεῖο αὐτό -καί πρίν προχωρήσουμε στήν ἀνάπτυξη τῆς ἔννοιαςτῆς μετανοίας- εἶναι, θεωροῦμε, ἀπαραίτητο νά ἀναφερθοῦμε καί νάπεριγράψουμε συνοπτικά τό πῶς δημιούργησε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, μέποιά χαρακτηριστικά καί μέ ποιό σκοπό. Ποιά εἶναι τά ἰδιαίτερα χαρίσματαπού τοῦ προσέδωσε; Τί εἶναι ἡ ψυχή, τί εἶναι ὁ νοῦς, τί εἶναι ἡ λογική, τί εἶναι τό αὐτεξούσιο, πῶς ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τήν κτιστή δημιουργία καί πῶς γνωρίζει τόν Θεό.Ὅπως πολύ εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ μακαριστός Γέροντας ΓεώργιοςΚαψάνης, «ἐδόθησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ χαρίσματα τοῦ “κατ᾿ εἰκόνα” στὸνἄνθρωπο γιὰ νὰ φθάσει πολὺ ὑψηλά, νὰ πετύχει μὲ αὐτὰ τὴν ὁμοίωσή του μὲτὸ Θεὸ καὶ Πλάστη του, νὰ ἔχει μία ὄχι ἐξωτερική, ἠθικὴ σχέση μαζί Του,ἀλλὰ μία προσωπικὴ ἕνωση μὲ τὸν Δημιουργό του»
Εἶναι ἴσως πολὺ τολμηρὸ -συνεχίζει ὁ φωτισμένος Γέροντας- ἀκόμη καὶ νὰ λέμε καὶ νὰ σκεπτόμαστε, ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε θεοὶκατὰ Χάριν. Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν μᾶς τὸἀπέκρυψαν. Ὑπάρχει δυστυχῶς ἄγνοια στοὺς ἀνθρώπους ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλοὺς μέσα στὴν Ἐκκλησία. Διότι νομίζουν ὅτισκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι, στὴν καλύτερη περίπτωση, ἁπλῶς ἡ ἠθικὴ βελτίωσή μας, τὸ νὰ γίνουμε καλύτεροι ἄνθρωποι. Ἐνῶ ἀπό τὸ Εὐαγγέλιο,ἀπὸ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, μᾶςπαραδίδεται ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας δὲν εἶναι αὐτό. Τὸ νὰ γίνει δηλαδὴ ὁἄνθρωπος μόνο καλύτερος ἀπ᾿ ὅ,τι εἶναι, ἠθικώτερος, δικαιότερος,ἐγκρατέστερος, προσεκτικότερος. Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ γίνουν, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὁ μεγάλος σκοπός, ὁ τελικὸς σκοπός, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Πλάστης καὶΔημιουργός μας ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ σκοπός; Ἡ θέωσις.Τὸ νὰ ἑνωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, ὄχι μὲ ἕνα ἐξωτερικὸ ἢ συναισθηματικὸτρόπο, ἀλλὰ ὀντολογικά, πραγματικά»1
Εἶναι εὐτύχημα καί εὐλογία ἐξαίρετη τοῦ Θεοῦ ὅτι στά χρόνια μαςἔχουμε πλειάδα θεουμένων ὁσίων (ὅσιοι Πορφύριος, Παΐσιος, Δανιήλ,Ἐφραίμ, Ἱερώνυμος οἱ ἁγιορεῖτες, Ἰάκωβος ὁ ἐν Εὐβοίᾳ, Ἰωσήφ καί Σοφρώνιος οἱ ἡσυχαστές, Καλλίνικος Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης, Ἀμφιλόχιος ὁ ἐνΠάτμῳ κ.ἄ.)Τό Βιβλίο τῆς Γενέσεως, στό πρῶτο κεφάλαιο, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁΘεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο «κατ’ εἰκόνα» καί «καθ’ ὁμοίωσιν» δικήΤου, δίδοντάς του ἰδιαίτερα χαρίσματα καί ἱκανότητες καί καθιστώντας τονκορωνίδα καί βασιλέα τῆς κτίσεως.«Καί εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ὁμοίωσιν… καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεναὐτόν, ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς…»2
«Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄν-θρωπον, χοῦν ἀπό τῆς γῆς. Καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήνζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν»3
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς δημιουργίας του ἀπότόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τά βασικά του γνωρίσματα, λαμβάνει τήνἰδιαίτερη ταυτότητά του, πού εἶναι τό «κατ’ εἰκόνα», καθώς καί τόν τελικόπροορισμό του, πού εἶναι τό «καθ’ ὁμοίωσιν», ἡ θέωσή του, δηλαδή.Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναλύοντας αὐτά τά κύρια γνωρίσματατοῦ ἀνθρώπου ἀναφέρουν ὅτι «τὸ μὲν γὰρ “κατ᾿ εἰκόνα” τὸ νοερὸν δηλοῖ καὶ αὐτεξούσιον»4
Τό νοερόν τῆς ψυχῆς περιλαμβάνει δύο δυνάμεις τῆς ψυχῆς, τόν νοῦ καί τήν λογική. Ὁ νοῦς εἶναι ἡ θεωρητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τόν νοῦ ὁἄνθρωπος γνωρίζει τόν Θεό, ἀποκτᾶ τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος (ἡλογική) εἶναι ἡ πρακτική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τήν λογική ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τήν φύση καί τήν κτιστή δημιουργία.Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης «ὁ νοῦς καί ἡλογική, ἐπειδή συνδέονται πολύ στενά μέ τήν ἐλευθερία (αὐτεξούσιο) τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ δίνουν τήν δυνατότητα νά τρέπεται μέ τήν θέλησή του τόσοστό καλό ὅσο καί στό κακό. Μόνον, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν γνώμη τουἀπαλλαγμένη ἀπό κάθε εἴδους ἀνάγκη, παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁΠαλαμᾶς, μπορεῖ νά διατηρεῖται στήν κατά φύση ζωή καί νά προσεγγίζει τόν Θεό ἤ νά ἐκτρέπεται ἀπό τήν κοινωνία μαζί Του καί νά κατευθύνεται πρός τόν θάνατο.Δημιουργώντας ὁ Θεός ἐλεύθερο (αὐτεξούσιο) τόν ἄνθρωπο στέρησετήν δυνατότητα καί στόν διάβολο νά ἀσκεῖ βία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἔτσι μόνο μέ τήν πειθώ ἤ τόν δόλο [ὄχι ἀναγκαστικά] μπορεῖ ὁ πονηρόςδιάβολος νά ἐπηρεάσει τήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου καί νά τόν κάνει κοινωνότῆς ἀποστασίας του» 5
Θά πρέπει στό σημεῖο αὐτό νά σημειώσουμε ὅτι τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ σημαίνει κατ’ εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου καί μάλιστα τοῦ σαρκωμένουΛόγου τοῦ Θεοῦ. Στήν πραγματικότητα, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς Χριστός «ἐστιν εἰκώντοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου»6, ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας δίνουν ἰδιαίτερη ἔμφαση στό γεγονός ὅτι τό περιεχόμενο καί ἡ ὁδός τῆς θεώσεως εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό, ἐπειδήἀκριβῶς ἡ ἕνωση μέ τό Ἀρχέτυπο εἶναι ἐκείνη πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωποστήν ὁλοκλήρωσή του. Τό Ἀρχέτυπο, λοιπόν, τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Χριστόςκαί κατά συνέπεια ὁ προορισμός του εἶναι νά ὑψωθεῖ ὡς τό Ἀρχέτυπο, νάμιμηθεῖ, δηλαδή, τίς ἀρετές καί τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ· νά φθάσει,δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος, μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στήνχριστοποίησή του. Χριστοποίηση εἶναι ἡ χαρισματική μεταβολή(ἐμπλουτισμός) τοῦ κατ’εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου στό καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ,δηλαδή τοῦ Χριστοῦ, πού σημαίνει πρακτικά μετοχή στήν ἁγιο-τριαδικήζωή.Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφερόμενος στό «καθ’ ὁμοίωση» ἀναφέρει ὅτι αὐτό λέγεται «γιά τόν λόγο τῆς ἀρετῆς [πού ἔχει τήνδυνατότητα νά ἀποκτήσει] καί γι’ αὐτές τίς θεομίμητες καί θεώνυμες, [πούἔχουν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ] πράξεις. Δηλαδή σχετικά μέ τήν φιλάνθρωπηδιάθεση πρός τούς συνανθρώπους του· καί μέ τό ὅτι οἰκτείρει καί ἐλεεῖ καί ἀγαπᾶ τούς συνδούλους [του] καί [τούς] δείχνει κάθε εὐσπλαγχνία καίσυμπάθεια»7
Τό «κατ’ εἰκόνα», μᾶς λέει καί πάλι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «τόἔχει κάθε ἄνθρωπος, διότι τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμετάκλητα. Τό δέ“καθ’ ὁμοίωσιν” [τό ἔχουν] σπάνιοι καί μόνον οἱ ἐνάρετοι καί ἅγιοι[ἄνθρωποι], οἱ ὁποῖοι μιμοῦνται, κατά τό δυνατόν στούς ἀνθρώπους, τήνἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ»8
Αὐτή θά πρέπει νά εἶναι ἡ πνευματική πορεία τοῦκάθε ἀνθρώπου, νά μιμηθεῖ τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί νά φθάσει στό«καθ’ ὁμοίωση», ἐνεργοποιώντας τά χαρίσματα τοῦ «κατ’ εἰκόνα».Ὁ φορέας τοῦ κατ’ εἰκόνα στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ψυχή. Ἡ ψυχή εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί ὡς δημιούργημα εἶναι κτιστή. Εἶναι «οὐσίαγεννητὴ», ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης 9
Ἡ ψυχή, λοιπόν, εἶναι κτιστή, δημιουργημένη καί ὄχι ἄκτιστη, ἀφοῦ Ἄκτιστος εἶναι μόνον ὁ Θεός,ὁ Ὁποῖος εἶναι ἄναρχος, ἀΐδιος, ἀπερινόητος, ἀπερίγραπτος, ἀνεξιχνίαστος,ἀθέατος, ἀνείδεος, ἄρρητος, ἀπρόσιτος, ἀνόμοιος, ἀφιλοσόφητος,ἀνέκφραστος, ἀχώρητος, καί πάντων ἐπέκεινα.Κάθε κτιστό, κάθε δημιούργημα ἔχει ἀρχή καί τέλος. Εἰδικά, ὅμως, ἡψυχή, ἐνῶ ἔχει ἀρχή καί θά ἔπρεπε, ὡς κτίσμα, νά ἔχει καί τέλος, κατά θείαβούληση, ὄχι ἐκ τῆς φύσεώς της, ἀλλά ἐπειδή ἔτσι θέλησε ὁ Θεός, δέν ἔχει τέλος, εἶναι ἀθάνατη. Εἶναι, δηλαδή, ἡ ψυχή κτιστή κατά τήν φύση, ἀλλάἀθάνατη κατά χάριν.Ἡ ψυχή εἶναι ἐθελότρεπτη, αὐτεξούσια, ἔχει, δηλαδή, ἐλεύθερηβούληση, ἐλεύθερη προαίρεση καί ἐλεύθερη ἐπιλογή. Τό αὐτεξούσιο εἶναι ἡδυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά ἐξουσιάζει τόν ἑαυτό του, νά ἐπιλέγει ἐλεύ-θερα καί ἀβίαστα τόν τρόπο τῆς ζωῆς του καί τῆς δραστηριότητάς του. Τόσοπολύ, μάλιστα, σέβεται ὁ Θεός τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού, ὅπωςμᾶς ἀναφέρει τό πατερικό λόγιο, «ὁ ἄνευ σοῦ πλάσας σε (Θεός) οὐ δύναται ἄ- νευ σοῦ σῶσαί σε»· δηλαδή ὁ Θεός, πού χωρίς τήν δική σου συμμετοχή σέ ἔ-πλασε, δέν μπορεῖ, χωρίς τήν δική σου συμμετοχή, νά σέ σώσει. Τόαὐτεξούσιο εἶναι πραγματικά μοναδική καί μεγαλειώδης δωρεά τοῦ Θεοῦπρός τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τοῦ παρέχει τήν δυνατότητα καί τό δικαίωμαἀκόμη καί νά Τόν ἀρνεῖται. Γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας χαρακτηρίζουν τό αὐτεξούσιο καί ὡς ἰσόθεο, φυσικά κατά χάριν. «Ἰσόθεονγὰρ ἔστι τὸ αὐτεξούσιον»10, μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης.Ἡ ψυχή δημιουργεῖται ταυτόχρονα μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα, οὔτε πρίνοὔτε μετά τήν δημιουργία τοῦ σώματος. Δημιουργεῖται, ὅπως μᾶςδιδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, «ἐξ ἄκρας συλλήψεως»11 μέ τήν σύλληψη,δηλαδή, τοῦ ἀνθρωπίνου ἐμβρύου ἔχουμε ταυτόχρονα, θείᾳ βουλήσει, καί τήν δημιουργία τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία φανερώνεται καί ἐκφράζεται, καθώςἀναπτύσσεται τό ἔμβρυο καί ὁ ἄνθρωπος. Ἡ ψυχή εἶναι ἐξ ἀρχῆςὁλοκληρωμένη, δέν μπορεῖ, ὅμως, νά ἐκδηλώσει τίς ἐνέργειές της ἐξ ἀρχῆς,λόγῳ τοῦ μή ἀνεπτυγμένου ἀνθρωπίνου σώματος. Οἱ ἐνέργειές της,δηλαδή, ἐμφανίζονται σταδιακά μέ τήν πρόοδο τῆς σωματικῆς ἀναπτύξεως.Κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Σιναΐτη, τόν συγγραφέα τῆς Κλίμακος, «
κατ’αὔξησιν γὰρ τὴν τοῦ σώματος καὶ αὕτη τὰς οἰκείας ἐνεργείας διαδείκνυσι» 12, ὅσο, δηλαδή, αὐξάνεται τὸ (ἀνθρώπινο) σῶμα, τόσο φανερώνει καὶ ἡ ψυχήτὶς ἐνέργειές της.Τό σῶμα σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, δέν ἀποτελεῖ σέκαμμία περίπτωση τήν φυλακή τῆς ψυχῆς, ἀλλά κατά τόν ἈπόστολοΠαῦλο εἶναι ναός τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος 13. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁΔαμασκηνός μᾶς λέγει ὅτι «ἡ ψυχή πάλι ἔχει συνδεθεῖ ὁλόκληρη μέ ὅλο τόσῶμα, καί ὄχι ἕνα μέρος της μ’ ἕνα μέρος του· δέν περιέχεται σ’ αὐτό ἀλλά τόπεριέχει»14
Καί σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἡ ψυχήβρίσκεται σέ κάθε σημεῖο τοῦ σώματος· συνέχει τό ἀνθρώπινο σῶμα, τόπεριέχει, τό συγκροτεῖ, τό συγκρατεῖ καί τό ζωοποιεῖ15
Εἶναι, δηλαδή, καί μέσα σέ ὁλόκληρο τό σῶμα, ἀλλά ταυτόχρονα περιβάλλει ἐξωτερικά καί ὁλόκληρο τό σῶμα. Ἡ ψυχή εἶναι αὐτή πού μεταδίδει στά ὄργανα καί τίςαἰσθήσεις τοῦ σώματος δύναμη ζωῆς καί ἀντίληψη τῶν αἰσθητῶνπραγμάτων. 16
Ὁ ἄνθρωπος, στήν ὁλότητά του, ἀποτελεῖται καί ἀπό ψυχή καί ἀπόσῶμα. Οὔτε ἡ ψυχή ἀπό μόνη της, οὔτε τό σῶμα ἀπό μόνο του συνιστοῦν τόν ὅλο ἄνθρωπο, ἀλλά τό συναμφότερο. Ψυχή καί σῶμα συνιστοῦν στόνἄνθρωπο μία ἀδιάρρηκτη ψυχοσωματική ἑνότητα. Ἡ διάρρηξη αὐτῆς τῆςψυχοσωματικῆς ἑνότητας σηματοδοτεῖ τόν βιολογικό θάνατο τοῦἀνθρώπου.Μετά τόν φυσικό θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ψυχή ἀναχωρώντας πρός τόνοὐρανό ἀναμένει καί ποθεῖ τήν ἐπανασύνδεσή της μέ τό σῶμα κατά τήνἀνάσταση τῶν νεκρῶν στήν Δευτέρα Παρουσία, μέ τό δικό της σῶμα μέ τόὁποῖο ἔζησε στήν γῆ. Τό σῶμα, πού θά ἔχει πεθάνει, μέ ὁποιοδήποτε τρόποκαί σέ ὁποιονδήποτε τόπο, στήν γῆ, θά ἀναστηθεῖ, θά ἀναπλασθεῖ καί θάἀνακαινιστεῖ κατά τήν μέλλουσα κρίση μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ. «Αὐτός ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καί ἐν σάλπιγγι Θεοῦκαταβήσεται ἀπ’ οὐρανοῦ, καί οἱ νεκροί ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον»17
Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος θά κριθεῖ ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα, ὡς ὅλοςἄνθρωπος καί πάλι, διότι αὐτό εἶναι τό δίκαιο, καθώς ὅ,τι ἔπραξε (καλό ἤκακό) ἡ ψυχή στήν ἐπίγεια ζωή της τό ἔπραξε μέ τό σῶμα της 18. Τό ἀνακαινισμένο σῶμα θά εἶναι πνευματικό καί ἄφθαρτο, ὄχι ὅμως καί ἄϋλο, ἀφού ἄϋλος εἶναι μόνο ὁ Θεός. Ὡς κτιστό, θά ἔχει κάποια ὑλικότητα.Θά ἔχει τίς ἴδιες διαστάσεις. Θά εἶναι διακριτό, θά ἔχει, δηλαδή, σχῆμαἀναγνωρίσιμο (θά ἀναγνωρίζεται, δηλαδή, ποιός εἶναι ὁ καθένας). Ἡ ψυχή,πού δέν πεθαίνει ποτέ ὀντολογικά, γιατί εἶναι κατά χάριν ἀθάνατη, θάσυνδεθεῖ ξανά μέ τό δικό της ἀνακαινισμένο πλέον σῶμα καί θάἀνασυγκροτηθεῖ, ἔτσι, καί πάλι ὁ ὅλος ἄνθρωπος. Ὅπως σημειώνει ὁ θεῖοςΧρυσόστομος, «
τό σῶμα ἐκεῖνο θά εἶναι τό αὐτό καί οὐκ αὐτό.
Δηλαδή, θάεἶναι αὐτό τοῦτο τό σῶμα, πού ὑπῆρξεν ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά μέ ἰδιότητεςδιαφορετικές» 19
Τό ἀναστημένο καί ἀνακαινισμένο, λοιπόν, ἀνθρώπινο σῶμα θά εἶναι ἄφθαρτο καί πνευματικό καί ὄχι θνητό καί φθαρτό, ὅπως ἦταν στήνβιολογική ζωή του. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος σημειώνει ὅτι οἱ νέεςἰδιότητες τοῦ ἀναστημένου μας σώματος θά εἶναι ἀθανασία, ἀφθαρσία καί ἀτρεψία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν θὰ ἀρρωσταίνει, δὲν θὰ πονᾶ, δὲν θὰ γερνᾶ.Οὔτε θὰ ἔχουμε καὶ τὰ λεγόμενα «ἀδιάβλητα» πάθη, ὅπως ὅτι πεινᾶμε,διψᾶμε, κουραζόμαστε κ.λπ. 20
1 Ἀρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ἱ. Μ. Ὁσ. Γρηγορίου, Ἡ θέωσις ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, Ἱ.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2000, σελ. 14-15
2 Γέν. 1, 26-27
3 Γέν. 2, 7
4 Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ 1, σελ. 210
5 Ὁμιλία, πού ἔγινε στούς φοιτητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, Holy Cross, τῆς Βοστώνης, Η.Π.Α., τό ἐαρινό ἑξάμηνο τοῦ 2005
6 Κολ.α’ 15
7. Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Λόγος Ψυχοφελής καί θαυμάσιος, Φιλοκαλία, ἔκδ. Ἱ.Μ. ΚοιμήσεωςΘεοτόκου Μπούρα, 2013, τόμ. Δ, σελ. 100
8. Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, ὅ.π.
9. Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως ὁ λόγος , PG 46, 29B, ΕΠΕ 1, σ. 228
10. Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G.N.O. IX.1, σ. 54.1-10, ΕΠΕ 10, Πατερικές ἐκδ.«Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσ/νίκη 1990, σελ. 182-183.
11. Ἁγίου Ἰωάννη Δαμασκηνού, Ἔκδοσις Ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, PG 94:1088
12, Ἁγ. Ἰωάννου Σιναΐτου: Κλῖμαξ, σελ. 136, σημ. 2.
13. Κορ. Α΄, 7,19 «Ἤ οὐκ οἴδατε ὅτι τό σῶμα ὑμῶν ναός τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπόΘεοῦ καί οὐκ ἐστέ ἑαυτῶν»;
14. Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, «Ἡ δὲ ψυχὴ συνδέδεται τῷσώματι ὅλη ὅλῳ καὶ οὐ μέρος μέρει καὶ οὐ περιέχεται ὑπ᾿ αὐτοῦ, ἀλλὰ περιέχει αὐτό». ΕΠΕ 1, σ. 128
15. Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ΕΠΕ 9, 562, PG151, 260Α.
16. Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Λόγος περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως, PG 46, 29B, ΕΠΕ 1, σ. 228
17. Α’ Θεσ. δ’, 16
18. Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ 1, σ. 560
19. Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τήν Α΄Κορινθίους Ὁμιλία ΜΑ, PG 61, 357, 4- 6
20. Ἅγιος Συμεὼν Ὁ Νέος Θεολόγος, ὁ βίος τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὸν Νικήτα Στηθάτο, κριτικὴ ἔκδοση τοῦἈρχιμ Συμεὼν Κοῦτσα, Ἐκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ, σέλ. 189-193.