Κάθε όρος καλείται να λειτουργήσει σε ένα γλωσσικό σύστημα και να ενταχθεί σε ένα ‘’γλωσσικό παιχνίδι’’ (Wittgenstein), αρκεί βέβαια κάθε φορά να αποσαφηνιστεί με ποιον τρόπο λειτουργεί αυτός ο όρος. Η συμβολή του φιλοσόφου είναι σημαντική για τη γλώσσα, όμως υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις όπου οι όροι λειτουργούν με απόλυτη καθαρότητα, σαφήνεια και αυθεντικότητα.
Η γλώσσα σκανδάλιζε πάντοτε. Ειδικά μέσα στον χώρο της θεολογίας. Για παράδειγμα το όνομα του έρωτα, θορυβούσε τους χριστιανούς του 5ου αι. κι έπρεπε να έρθει ένας Διονύσιος Αρεοπαγίτης για να πει στους χριστιανούς της εποχής του ‘’ας μην φοβηθούμε το όνομα του έρωτα’’. Τελικά, ο όρος τρομάζει η ή κατάσταση; Ο όρος δηλώνει μία κατάσταση, η οποία γεννά την εμπειρία. Φοβίζει ο έρωτας ως έννοια ή η εμπειρία του έρωτα; Ας μην μείνουμε μόνο στις λέξεις. Εξάλλου, η αλήθεια δεν βρίσκεται στις λέξεις αλλά στα πράγματα θα πει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Εν τέλει, ας θυμηθούμε πως ο Χριστός σκανδάλιζε που χρησιμοποιούσε την ημέρα του Σαββάτου (αυτή η λέξη και ημέρα είναι ιερή για τους Ιουδαίους). Γνωρίζοντας όμως πως οι Ιουδαίοι έμεναν στους τύπους, γιάτρευε με έναν λόγο Του μόνο, εστιάζοντας όχι στην ημέρα αλλά στο γεγονός της θεραπείας. Αυτό ήταν και το ζητούμενο.
Οι λέξεις εντάσσονται στα γλωσσικά παιχνίδια, όπως τα αναλύει στο έργο του ο Wittgenstein. Εκεί καλούνται να αναλάβουν ρόλους. Δεν ερμηνεύονται υπό την στενή και απόλυτη έννοια του όρου, αλλά σε κάθε περίπτωση λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Όλα αυτά βέβαια στα όρια μιας κτιστής πραγματικότητας (όχι κατ’ ανάγκη αληθινότητας). Γι’ αυτό και ο Wittgenstein θα πει στο Tractatus Logico-Philosophicus πως ‘’τα όρια της γλώσσας μου σημαίνουν τα όρια του κόσμου μου’’. Ποιος ξέρει, με την παραδοχή του αυτή ίσως να μπορούσε να λειτουργήσει ως αποφατικός θεολόγος. Τί μας λέει η αποφατική θεολογία; Αποφύγετε την χρήση όρων, ονομάτων για να προσδιορίσετε τον Θεό. Και θα έρθει ο Μάξιμος Ομολογητής και θα πει πως στον Θεό ταιριάζει το ‘’μη είναι’’. Αυτός ο αποφατικός Μάξιμος σταματάει την λειτουργία της γλώσσας εκεί που ξεκινάει η αναζήτηση του Θεού. Αν οι Πατέρες επέμεναν μόνο στην απόδοση ονομάτων για τον Θεό, τότε το πρόσωπο του Θεού θα ενέπιπτε στον ανθρωπομορφισμό και θα αξίωνε την κατ’ είδωλο θεωρία.
Τα πράγματα όσον αφορά το πρόσωπο της Παναγίας είναι απλά. Ο Νεστόριος, άριστος θεολόγος (όπως και ο Άρειος), δεν μπορούσε να δεχτεί πως αυτή η γυναίκα μπορεί να γεννήσει τον Θεό. Έλεγε λοιπόν πως είναι αδύνατον να γεννηθεί ο Θεός από μία γυναίκα. Ο άγιος Πρόκλος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως θα αποστομώσει τον Νεστόριο. Μας λέει πως η πρωτοβουλία ανήκει στον Θεό, όχι στην Παναγία (μία άνθρωπος δεν μπορεί να γεννήσει τον Θεό, αλλά ένας Θεός μπορεί να γεννηθεί από γυναίκα). Βλέπετε πως έχει καταφέρει να εισχωρήσει στην θεολογία η νεοπλατωνική φιλοσοφία. Δεν υπάρχει σύνδεση Θεού – ανθρώπου, διαβάζουμε στο πλατωνικό Συμπόσιο (θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται). Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας που έδωσε μεγάλο αγώνα για το πρόσωπο της Παναγίας καθιερώνει τον όρο ‘’Θεοτόκο’’, έναν όρο δηλωτικό της αμηχανίας στην οποία τίθεται η μεταφυσική του αρχαίου κόσμου. Η Παναγία δεν γέννησε ένα άνθρωπο, γέννησε τον Θεό. Ο Χριστός δεν είναι το κτίσμα του Αρείου, ούτε ο ψιλός άνθρωπος του Νεστορίου, αλλά ο τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου (451).
Ο όρος ‘’Θεοτόκος’’ δεν αποτελεί όρο που εντάσσεται στα γλωσσικά παιχνίδια του Wittgenstein. Ούτε πάλι, κατά τον ίδιο φιλόσοφο, μπορεί να λειτουργήσει διαφορετικά ως έννοια, ως περιεχόμενο, ανάλογα με την περίσταση. Είναι ένας όρος δηλωτικός της αμηχανίας με την οποία ο τότε κόσμος αντιμετώπισε την σχέση Θεού – ανθρώπου. Η απάθεια που προκαλείται από την λειτουργική εκφαντικότητα ενός όρου στα πλαίσια μιας γλωσσικής ιδιομορφίας, άρα και κατανοητής γλώσσας, δεν μπορεί να καταστεί ικανή να περιγράψει αυτό που κρύβεται από τους όρους, τον κάθε μάλιστα όρο, που θέλει να περιγράψει την αλήθεια των πραγμάτων. Η Θεοτόκος μπορεί να είναι η Μητέρα του Χριστού, αλλά ποιος είναι ο Χριστός; Και γιατί είναι Θεοτόκος; Δεν αρκεί να είναι μία απλή Μάνα; Γιατί τόση βιασύνη να προσδιοριστεί η σχέση της με τον Χριστό; Αλλά πάλι είναι θέμα του προσώπου του Χριστού. Δεν μπορεί η Θεοτόκος να σημαίνει κάτι στον βαθμό που δεν υπηρετεί το γεγονός της θεανθρωπινότητας. Είναι Θεοτόκος γιατί κυοφορεί μέσα της τον Λόγο. Άρα, που καταλήγουμε; Στο πρόσωπο του Χριστού.
Η ερμηνευτική προσέγγιση των γεγονότων και των προσώπων που εντάσσονται στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας δεν μπορεί να συμβεί με όρους του όντος. Ναι μεν η Παναγία είναι Θεοτόκος, αλλά το γεγονός ότι είναι Θεοτόκος δεν λέει τίποτε, εάν δεν συνδυάζεται με δύο πράγματα. Πρώτον με το πρόσωπο του Χριστού. Δεύτερον με την σημασία που έχει να είναι Θεοτόκος, για τον ίδιο τον άνθρωπο, ολόκληρη την ανθρωπότητα. Οι Πατέρες γι’ αυτό δραπέτευαν από τέτοιες καταστάσεις ερμηνειών του όντος με όρους που έχουν ήδη φθαρεί. Δεν χρειάζονται οι όροι για να πιστέψει κάποιος στην θεότητα του Χριστού, όπως και δεν χρειάζονται όροι για να εγκλωβίσουν εννοιολογικά την μεγάλη λυτρωτική σημασία που έχει το να είναι η Παναγία Θεοτόκος για τον άνθρωπο. Εκείνο που μετράει είναι η εμπειρία των ονομάτων ως αυθεντική απάντηση στα μεταφυσικά αδιέξοδα της γλώσσας, της φιλοσοφίας και του χρόνου που κλέβει το νόημα της αλήθειας από τις έννοιες, τους όρους, τα είδη.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (βαλκανιολόγος, θεολόγος)
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας