Επιμέλεια Νικολάου Κατοίκου
Δύο είναι οι τάξεις των εκδηλώσεων που συνιστούν την ελληνική παιδεία και επιτρέπουν να συλλάβουμε την ουσία του Ελληνισμού, αλλά και να αποτιμήσουμε σωστά τη μεγάλη και μόνιμη προσφορά του στην ανθρωπότητα.
Από τη μια, είναι οι εκδηλώσεις που αναφέρονται στον χώρο τού πνεύματος, τη φιλοσοφία, την Τέχνη, την επιστήμη, στα τρία πεδία όπου ο άνθρωπος αποκτά όλο και περισσότερο τη σωστή για τον εαυτό του γνώση και συνείδηση ότι είναι πνευματικό ον. Ανακαλύπτει έτσι όλο και περισσότερο τις πνευματικές του δυνάμεις και ικανότητες και τις κατευθύνει προς τη δημιουργία διαρκώς υψηλότερων πνευματικών έργων. Ευρύνει με το έργο τούτο και συνειδητοποιεί όλο και περισσότερο την απόσταση, που τον χωρίζει από το ζώο, από τη ζωϊκή φυσική κατάσταση, από την οποία λείπει το πνεύμα και το νόημα, και σμιλεύει, μέσα στο ον που λέγεται άνθρωπος, το πρόσωπο του ανθρώπου, τον πνευματικό άνθρωπο.
Από την άλλη, είναι οι εκδηλώσεις που αναφέρονται στον χώρο τής δράσεως, την πολιτική, κοινωνική, ατομική δράση, τα έργα του πολέμου και τα έργα της ειρήνης, στο χώρο με μια λέξη όπου ο άνθρωπος σε αδιάκοπο αγώνα με τον εαυτό του και με τους άλλους πραγματώνει, με τη διαγωγή και τις πράξεις του, την αρετή, χωρίς την οποία ο άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος.
Πολύ δυσκολότερο τούτο το επίτευγμα. Ιδρώτα πολύ, μας λέγει ο Ησίοδος κιόλας, έβαλαν οι θεοί μπροστά στην αρετή, γιατί είναι στενός και ανηφορικός ο δρόμος που φέρνει σε αυτή. Τόσο δύσκολο έργο είναι η υψηλή αρετή, που θέλει το ανθρώπινο ον εσωτερικά και συνειδητά αυτοκυβερνώμενο, την ώρα που εκφράζει τον εαυτό του με την πράξη και τη δημιουργία, όχι με τη θεωρία, ώστε μπροστά σε αυτή να φαίνεται εύκολο σχετικά το ανέβασμα του νου, που φέρνει σε νέες αλήθειες, σε πνευματικές κατακτήσεις και δημιουργίες.
Όταν η αρετή επιθέτει τη σφραγίδα της στα έργα, τότε και μόνο τότε, ολοκληρώνεται το πρόσωπο του ανθρώπου. Αυτές είναι οι δυο εκδηλώσεις, που κυριαρχούν στην ελληνική ιστορία και δίνουν τον τόνο, το πνεύμα και τη σφραγίδα της ελληνικής παιδείας.
Φαίνεται, πιστεύω, -ας είναι λίγα, ας είναι αδέξια τα λόγια που είπα,- ότι κύριο μέλημα της ελληνικής παιδείας είναι να πλαστουργεί τον άνθρωπο, να τον εξανθρωπίζει να τον κάνει να πραγματώνει την ανώτερη φύση του. Να τον κάνει άξιο να τον δει ο Θεός, άξιο ώστε να σηκώνει και ο ίδιος τα μάτια του και να τολμά να δει το Θεό και να λουστεί μέσα στο φως εκείνου. Αυτή είναι η ουσία της ελληνικής παιδείας, και η μεγάλη της προσφορά στην οικουμένη.
Λάθος, μέγα λάθος, να περιορίζουμε αυτή την προσφορά, που οι ξένοι σοφοί την ονομάζουν ελληνικό θαύμα, μόνο σε ωρισμένη περίοδο της ιστορίας μας στην Αρχαιότητα. Ξεχνούμε ότι ο ελληνισμός με την ίδια δίψα για το φως και για την αρετή προχώρησε σε ένα ακόμη μεγαλύτερο θαύμα. Εσμίλεψε και οικοδόμησε το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα του χριστιανικού τρόπου ζωής, με τη φιλοσοφία του, με τη γλώσσα του, με τους πλούσιους θησαυρούς της πίστης του και της ψυχής του και το έκαμε κοινό κτήμα του χριστιανικού κόσμου.
Ξεχνούμε ότι σε όλους γενικά τους μακρούς αιώνες της ιστορίας του το γένος των Ελλήνων ακριβή αγάπη του θεωρεί αυτές τις δυο εκδηλώσεις, την αλήθεια και την αρετή, τα μόνα αγαθά, για τα οποία κρίνει ότι αξίζει να υπερηφανεύεται. Από τα αρχαιότατα χρόνια ως σήμερα, ως σήμερα ναι, κάθε ελληνική γενεά ζει με την ακριβή φροντίδα να διαφυλάττει την πολύτιμη αυτή παρακαταθήκη των προγόνων, και δόξα της θεωρεί, όσο της επιτρέπουν οι ιστορικές συνθήκες μέσα στις οποίες ζει, καθώς και οι δυνατότητές της, να την καλλιεργεί και αυτή με τη σειρά της, να την ανανεώνει και να την προάγει.
ΣΗΜ. Το σπουδαίο τούτο κείμενο είναι παρμένο από το βιβλίο τού Φιλοσόφου και δασκάλου μου Βασ. Τατάκη «Μελέτες Ιστορίας της Φιλοσοφίας», Εκδόσεις των Φίλων, 1980. Το αφιερώνω στους συναδέλφους εκπαιδευτικούς, καθώς και στους νέους μας, που οραματίζονται έναν καλύτερο κόσμο, ο οποίος δεν μπορεί παρά να στηρίζεται, κατά τον Τατάκη, «στην ουσία της ελληνικής παιδείας», δηλαδή στην «ακριβή αγάπη τής αλήθειας και της αρετής».