Από πολύ μικρό τού άρεσε το διάβασμα. «Καταβρόχθιζε» βιβλία και ήταν τυχερός, διότι υπήρχαν πολλά στο σπίτι του, καθώς και οι δυο γονείς του ήταν λάτρεις του βιβλίου, γι’ αυτό, παραμελούσε συχνά τα μαθήματά του, συνεπαρμένος από εξωσχολικά αναγνώσματα.
Ο Κώστας Στοφόρος είναι ένας συγγραφέας, που με εκπληκτική τεχνική καταφέρνει ν’ αγγίξει και να ηλεκτρίσει τον αναγνώστη, διότι εισέρχεται στην ουσία των ηρώων που πλαισιώνουν τις ιστορίες του.
Πιστεύει ότι υπάρχουν στο λογοτεχνικό στερέωμα πολλοί συγγραφείς, που βοηθούν τους εφήβους με τα βιβλία τους να κατανοήσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο, και συμβάλλουν πολύπλευρα στην καλλιέργειά τους.
Θεωρεί πως ένα βιβλίο που απευθύνεται σε νέους και παιδιά, για να θεωρηθεί επιτυχημένο, πρέπει να μπορεί να βλέπει τον κόσμο με τα μάτια των παιδιών και των νέων, να μη τους «κουνάει το δάχτυλο», να μοιράζεται μαζί τους γνώσεις, συναισθήματα, εμπειρίες, αλλά και να τους αφουγκράζεται. Να λέει επίσης την αλήθεια και να μη διστάζει να μιλήσει και για δύσκολα θέματα.
Ο ίδιος ονειρεύεται έναν καλύτερο κόσμο για τους νέους αλλά και τους μεγαλύτερους, και στο άκουσμα του ονόματός του θα ήθελε να θυμούνται από εκείνον ότι βοήθησε κάποιους να κάνουν το βήμα που φοβόνταν, ότι έμαθαν κάτι που άξιζε τον κόπο και ότι βρήκαν παρηγοριά σε μια δύσκολη στιγμή.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» το βιβλίο σας «Στον ιστό της αράχνης – Από τη Ρώμη στην Κατάνια και στην Κεφαλονιά». Νέα πνευματική δουλειά, μια ακόμη ιστορία σας που πήρε σάρκα και οστά και έγινε ιστορία για παιδιά. Ποια είναι τα συναισθήματά σας, κύριε Στοφόρε;
Νιώθω απίστευτη χαρά κάθε φορά που βγαίνει ένα βιβλίο και το παίρνω στα χέρια μου. Έχει κάτι από τη γέννηση ενός παιδιού. Κυοφορείται όμως για περισσότερο χρόνο. Από τη στιγμή που γράφεις την πρώτη λέξη μέχρι την ώρα που γίνεται βιβλίο περνά ένα πολύ μεγάλο διάστημα. Έρευνα, γράψιμο, πισωγυρίσματα, κολλήματα, χαρά και δημιουργία… Κι ύστερα οι πρώτες γνώμες ανθρώπων που εμπιστεύεσαι, διορθώσεις, επιμέλεια…
Πόσο πολύ σας άγγιξε η συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου;
Άρχισα να το γράφω μετά από ένα ταξίδι στη Ρώμη με τα δυο μικρότερα παιδιά μου. Η Ρώμη είναι η πόλη που έχω γεννηθεί και αγαπώ πολύ… Η κεντρική ιδέα υπήρχε, αλλά έπαιξε καθοριστικό ρόλο ένα δεύτερο ταξίδι στην Κατάνια λίγο πριν το πρώτο λοκ ντάουν. Στη διάρκεια του εγκλεισμού το γράψιμο έγινε η …ψυχοθεραπεία μου. Ήταν ο δικός μου τρόπος να ταξιδεύω με τη φαντασία μακριά από όλα τα θλιβερά που άρχισαν να συμβαίνουν. Ήταν και μια αντίσταση στην ανύπαρκτη στήριξη του βιβλίου και των ανθρώπων του όλο αυτό το διάστημα. Λες και ζούμε με αέρα για τους κυβερνώντες…
Διατηρείτε μια μακρόχρονη συνεργασία με τις εκδόσεις «Κέδρος», η οποία αριθμεί αξιόλογες εκδόσεις βιβλίων. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η συνεργασία;
Θα φανεί λίγο υπερβολικό ή κοινότυπο, όμως πραγματικά με τους ανθρώπους του «Κέδρου» είμαστε σαν μια οικογένεια και όχι απλώς συνεργάτες. Άλλωστε, το τελικό αποτέλεσμα είναι προϊόν κοινής δουλειάς, που γίνεται με απίστευτο μεράκι και επαγγελματισμό. Η πρώτη συζήτηση είναι πάντα με την Αριάδνη Μοσχονά, την υπεύθυνη των παιδικών – εφηβικών βιβλίων. Η δική της άποψη και στήριξη από την πρώτη στιγμή μου δίνει πραγματικά μεγάλη δύναμη. Ακολουθεί η εκπληκτική επιμέλεια από την Παναγιώτα Κασβίκη υπό την εποπτεία της υπεύθυνης του Τμήματος Επιμέλειας – Διόρθωσης Μαρίας Σπανάκη. Η διαδικασία αυτή είναι καθοριστική για το τελικό κείμενο. Στη συνέχεια η Ξένια Τρύφων αναλαμβάνει το εξώφυλλο –που είναι η βιτρίνα του βιβλίου– και εκ του αποτελέσματος η δουλειά της είναι όχι μόνο άψογη αισθητικά, αλλά και αποτελεσματική. Η Αγγελική Πορτοκάλογλου και η Κέλλη Δασκαλά (παλιότερα η Μαρία Ζαμπάρα) βοηθούν μέσα από τις εκδηλώσεις και την προώθηση στα Μέσα Ενημέρωσης, ώστε το βιβλίο να φθάσει παντού… Οι άνθρωποι των πωλήσεων, του βιβλιοπωλείου του «Κέδρου» και όλοι οι άλλοι βάζουν το δικό τους λιθαράκι για την επιτυχία του βιβλίου. Τέλος, να πω ότι και μόνο που το βιβλίο μου κυκλοφορεί από τον «Κέδρο» είναι τιμή για μένα, όταν σκέφτομαι με ποιους συγγραφείς συνυπάρχω στον κατάλογό του.
Η έκτη ιστορία της παρέας των παιδιών που πρωταγωνιστεί στα βιβλία σας παραδίδει μαθήματα για την προστασία του περιβάλλοντος, μαθήματα για τη φιλία και τη συνεργασία, αλλά και για την επικινδυνότητα και το εμπόριο ουσιών. Ήταν κάποιο συγκεκριμένο γεγονός που έφερε τη σύλληψη της συγκεκριμένης ιστορίας;
Υπάρχουν πολλά συγκεκριμένα γεγονότα, κυρία Δούλη. Το ένα, για το οποίο έχει υπάρξει σχετική δημοσιότητα -παραθέτω στο βιβλίο και σχετικό χάρτη από Ιταλική εφημερίδα- είναι η ρίψη τοξικών στην Αδριατική και στο Ιόνιο από αδίστακτους εγκληματίες που βυθίζουν πλοία. Το άλλο περιστατικό αφήνω να το βρουν οι αναγνώστες, καθώς σχετίζεται με υπόθεση εμπορίας ναρκωτικών, οι μάρτυρες της οποίας «εξαφανίζονται» ένας-ένας… Βεβαίως, στη βάση είναι η (πραγματική) ιστορία της προετοιμασίας των Ναζί για τον μεταπολεμικό κόσμο. Όταν είδαν πως ο πόλεμος χάνεται, πήραν τα μέτρα τους, για να κάνουν μεγάλες επενδύσεις σε συνεργασία με τις μεγαλύτερες γερμανικές επιχειρήσεις και να προετοιμάσουν το …Δ΄ Ράιχ. Δυστυχώς οι εταιρείες αυτές και σήμερα κυριαρχούν στον πλανήτη και δεν πλήρωσαν ποτέ το τίμημα για την εγκληματική τους δράση στον πόλεμο…
Από την πρώτη σας εμφάνιση στον χώρο της λογοτεχνίας αναπτύξατε μια έντονη συγγραφική δράση και μάλιστα διαθέτετε ένα πλούσιο βιογραφικό σε θέματα βιβλίου και πολιτισμού. Τι σας ώθησε να αφιερωθείτε στον χώρο του βιβλίου;
Από πολύ μικρός μου άρεσε το διάβασμα. «Καταβρόχθιζα» βιβλία και ήμουν τυχερός, διότι όχι μόνο υπήρχαν πολλά στο σπίτι, καθώς και οι δυο γονείς μου ήταν λάτρεις του βιβλίου, αλλά και διότι η μητέρα μου υπήρξε βιβλιοθηκάριος για ένα διάστημα, ενώ και στο σχολείο μου υπήρχε μια απίστευτη βιβλιοθήκη. Παραμελούσα συχνά τα μαθήματά μου συνεπαρμένος από εξωσχολικά αναγνώσματα… Άρχισα και να γράφω, και μόλις σε ηλικία 24 ετών έβγαλα το πρώτο βιβλίο, την «Εύθραυστη Εποχή», που μπορεί κανείς πια να βρει και να διαβάσει ελεύθερα στο διαδίκτυο.
Η εφηβική λογοτεχνία πιστεύετε ότι ωριμάζει την πνευματική κατάσταση των νέων και προάγει τη συναισθηματική καλλιέργειά τους, κύριε Στοφόρε;
Είναι σημαντική -αν και παραμελημένη- η εφηβική λογοτεχνία. Οι περισσότεροι συγγραφείς προτιμούν να γράφουν για μικρότερες ηλικίες, ωστόσο υπάρχουν πολύ σημαντικοί συγγραφείς με εξαιρετικά βιβλία, που απευθύνονται στους εφήβους. Δίπλα σ’ αυτούς υπάρχουν και ψευδονεανικά αναγνώσματα, κάτι σαν ροζ λογοτεχνία για εφήβους , που δεν προάγουν τίποτε άλλο παρά μόνο τις πωλήσεις… Ωστόσο, συγγραφείς όπως η Λίτσα Ψαραύτη, η Αγγελική Δαρλάση, η Λότη Πέτροβιτς, η Γλυκερία Γκρέκου, η Άννα Βασιλειάδη, ο Μάνος Κοντολέων, ο Βασίλης Παπαθεοδώρου, ο Θοδωρής Παπαϊωάννου, η Ευδοκία Ποιμενίδου, η Κατερίνα Δημόκα, η Έρικα Αθανασίου, η Μάγια Δεληβοριά, ο Θοδωρής Κούκιας και άλλοι πολλοί ακόμη πράγματι με τα βιβλία τους βοηθούν τους εφήβους να κατναοήσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο, και συμβάλλουν πολύπλευρα στην καλλιέργειά τους.
Τι πρέπει να περιέχει ένα βιβλίο που απευθύνεται σε νέους και παιδιά, για να θεωρηθεί επιτυχημένο;
Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιο είδος «συνταγής» – προφανώς όχι. Από εκεί και πέρα εξαρτάται τι εννοούμε «επιτυχημένο», κυρία Δούλη. Πάντως, σίγουρα πρέπει να μπορεί να βλέπει τον κόσμο με τα μάτια των παιδιών και των νέων. Να μη τους «κουνάει το δάχτυλο». Να μοιράζεται μαζί τους γνώσεις, συναισθήματα, εμπειρίες, αλλά και να τους αφουγκράζεται. Να λέει την αλήθεια και να μην διστάζει να μιλήσει και για δύσκολα θέματα. Κι όλα αυτά, αφού μιλάμε για λογοτεχνία, να είναι δοσμένα με γλωσσική και εκφραστική επάρκεια -χωρίς εκπτώσεις-, αλλά και με τέχνη, τέτοια που να κάνει τα παιδιά να μην θέλουν να αφήσουν το βιβλίο από τα χέρια τους. Και κυρίως: Να οδηγεί σε άλλα βιβλία και αναγνώσεις…
Ένα παιδί σήμερα διαθέτει πολύ λίγο χρόνο κι αυτόν τον μοιράζει στα μαθήματα, στην πάντα ανοιχτή τηλεόραση, στα tablets και στα κινητά τηλέφωνα. Πώς θα το πείθατε ότι αξίζει να διαβάζει και βιβλία;
Δεν ξέρω πραγματικά αν υπάρχει απάντηση σε αυτό, κυρία Δούλη… Το συζητάμε χρόνια τώρα και προφανώς οι λύσεις που έχουμε βρει δεν είναι επαρκείς. Η οικογένεια με το παράδειγμά της είναι κάτι βασικό. Αν οι γονείς σπαταλούν όλο τον ελεύθερο χρόνο τους βλέποντας τηλεόραση ή ασχολούμενοι με το κινητό τους, είναι γελοίο και υποκριτικό να λένε στα παιδιά τους να διαβάσουν. Με τον τρόπο που λειτουργεί η Εκπαίδευση έχει κάνει μισητό το διάβασμα στα παιδιά. Η ανυπαρξία σχολικών βιβλιοθηκών, η τραγικά λανθασμένη προσέγγιση της λογοτεχνίας από το σχολείο, ο εξοβελισμός της φιλαναγνωσίας σίγουρα δεν βοηθούν σε τίποτε… Επίσης, η ανυπαρξία Εθνικού Κέντρου Βιβλίου με βαρύτατες ευθύνες της Κυβέρνησης, που κατάργησε το ΕΚΕΒΙ, και όσων ακολούθησαν χωρίς να προχωρήσουν στην επανασύστασή του, έχει γενικότερα αφήσει το βιβλίο στην τύχη του.
Πιστεύετε ότι τα παιδιά μπορούν να αφομοιώσουν σημαντικά μηνύματα από τα βιβλία και να τα υιοθετήσουν ως τρόπο ζωής;
Φυσικά και μπορεί να γίνει. Σε όλους μας νομίζω έχει συμβεί. Κάποτε τους ήρωες των βιβλίων τους εντάσσαμε και στα παιχνίδια μας ακόμα. Τα καλά βιβλία σίγουρα παρακινούν τα παιδιά να ακολουθήσουν πιο ενδιαφέροντες δρόμους στη ζωή τους.
Είναι μεγάλη η ευθύνη για κάποιον, που αποφασίζει να γράψει βιβλία που απευθύνονται σε νέους;
Προφανώς είναι μεγάλη ευθύνη, και με εντυπωσιάζει η ευκολία που άνθρωποι παντελώς άσχετοι θεωρούν ότι μπορούν να γράψουν κι ένα παιδικό βιβλίο. Μιλάω, για παράδειγμα, για διάφορους «επώνυμους» αλλά και για άλλους που το αντιμετωπίζουν με επιπολαιότητα. Εδώ φέρουν ευθύνη και οι εκδοτικοί οίκοι, οι οποίοι εν ονόματι της εμπορικότητας κυκλοφορούν στην αγορά βιβλία απαράδεκτα από κάθε άποψη. Ευτυχώς, επειδή το «νεανικό – εφηβικό» θεωρείται πιο δύσκολο –θέλει, βλέπετε, μεγάλο κόπο και χρόνο– έχει …γλιτώσει από επίδοξους συγγραφείς. Γενικά πάντως -σε σχέση με τα βιβλία για ενηλίκους- τολμώ να πω ότι είναι πιο ποιοτικά τα παιδικά βιβλία.
Πόσο πιστεύετε πως έχουν αλλάξει τα παιδιά από τότε που ήσασταν εσείς παιδί;
Οι διαφορές φαίνονται ιλιγγιώδεις. Είναι όμως; Όλη η κοινωνία έχει αλλάξει κι αυτό περιλαμβάνει θετικές και αρνητικές όψεις. Μπορεί να νοσταλγούμε, για παράδειγμα, τα παιγνίδια στον δρόμο και στη γειτονιά, όμως δεν μπορεί να νοσταλγούμε την πείνα, την παιδική θνησιμότητα κ.λπ. Το ζήτημα είναι να κρατήσουμε τα θετικά, να τα βαθύνουμε, να δώσουμε χώρο, και παράλληλα να καταπολεμήσουμε τις αρνητικές εξελίξεις. Ένα σχολείο ανοιχτό στη γειτονιά και στην κοινότητα θα μπορούσε να βοηθήσει πολύ σε αυτή τη κατεύθυνση…
Τι θα θέλατε να ταυτίζει ο κόσμος με εσάς στο άκουσμα του ονόματός σας;
Δύσκολο να απαντήσω… Ότι κάποτε διάβασε ένα βιβλίο μου και του έμεινε κάτι σημαντικό για τη ζωή του. Πως βρήκε παρηγοριά σε μια δύσκολη στιγμή. Πως τον βοήθησε να κάνει ένα βήμα που φοβόταν. Πως έμαθε κάτι που άξιζε τον κόπο…
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο Κώστας Στοφόρος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Έχει εργαστεί επί σειρά ετών στην τηλεόραση. Συνεργάζεται με το Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης, και γράφει στο διαδίκτυο, σε εφημερίδες και περιοδικά κυρίως για θέματα βιβλίου και πολιτισμού.
Έχει γράψει τη σειρά βιβλίων «Ημερολόγιο ενός πατέρα», παραμύθια και ιστορίες για παιδιά και νέους, αλλά και βιβλία για ενήλικες. Συμμετέχει με κείμενά του σε συλλογικά έργα, ενώ έχει μεταφράσει, σε συνεργασία με τη Χριστίνα Μαρκουλάκη, το παραμύθι του Hans Christian Andersen «Το σπαρματσέτο», εκδόσεις Open Book, 2013.
Έχει δημιουργήσει την «Παραμυθοκουζίνα» σε συνεργασία με τη ζωγράφο Στεφανία Βελδεμίρη.
Φτιάχνει παραμύθια μαζί με τα παιδιά με τη «Μαγική Τράπουλα» και εκπονεί εκπαιδευτικά προγράμματα. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού – Ηλεκτρονικού Τύπου (ΕΣΠΗΤ).
Το τελευταίο του βιβλίου έχει τίτλο «Στον ιστό της αράχνης – από τη Ρώμη στην Κατάνια και στην Κεφαλονιά» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κέδρος».
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 30 Ιουλίου 2021.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!