ΤουΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
«Τόσα φαρμάκια, τόση συμφορά κι εμένα ο νους να γυρίσει θέλει πίσω στα παλιά!».( Διδώ Σωτηρίου, «Ματωμένα χώματα»)
Με το τέλος του χρόνου πληθαίνουν οι εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή. Οι τοπικοί σύλλογοι Μικρασιατών και Ποντίων διοργανώνουν ομιλίες και εκθέσεις ως ένα οφειλόμενο «μνημόσυνο» στα θύματα της τραγικής επετείου αλλά και ως μία «ηθική δικαίωση» για τους απογόνους των θυμάτων. Οι απόγονοι των θυμάτων και των προσφύγων αλλά και σύμπας ο ελληνικός λαός επιστρέφει νοερά και ανακαλεί στην μνήμη του τις σκηνές από την προκυμαία του ξεριζωμού, των σφαγών και του θανάτου. Σκηνές που ματώνουν την εθνική μας μνήμη, καταυγάζουν τις ευθύνες και τις ενοχές μας, σκιαγραφούν το μέγεθος της εθνικής καταστροφής και εκθέτουν με τον πιο έντονο τρόπο την ανιστόρητη θεωρία περί «συνωστισμού» των ηττημένων που αναζητούσαν τρόπο διαφυγής και σωτηρίας.
Παρακολουθώντας όλες αυτές τις εκδηλώσεις για την εθνική μας τραγωδία εύκολα επισημαίνεις το εθνωφελές έργο των τοπικών συλλόγων αλλά ταυτόχρονα και την ηχηρή απουσία του οργανωμένου κράτους ως διοργανωτή παρόμοιων εκδηλώσεων. Την απουσία αυτή του κράτους θα μπορούσε κάποιος να την αιτιολογήσει και δικαιολογήσει επικαλούμενος ψυχολογικούς και εθνικούς λόγους. Ένα κράτος, δηλαδή, δεν μπορεί και δεν πρέπει να «γιορτάζει» επετείους εθνικών καταστροφών που ματώνουν το «εθνικό φρόνημα» των πολιτών. Από την άλλη πλευρά η απουσία αιτιολογείται κι από το γεγονός ότι τυχόν συμμετοχή του κράτους σε τέτοιες εκδηλώσεις όπου αναζητούνται αίτια και συνέπειες θα έδινε επιχειρήματα στην Τουρκία που καθημερινά απειλεί.
Θα συνιστούσε, δηλαδή, παραδοξότητα και εθνοκτόνα συμπεριφορά αν από το επίσημο κράτος επικυρώνονταν οι ιαχές πολέμου και εθνικής υπερηφάνειας της γειτονικής Τουρκίας. Μία Τουρκία που πανηγυρίζει την νίκη της το 1922 και με βάση – αφετηρία αυτήν την νίκη ειρωνεύεται την σύγχρονη Ελλάδα με θέσεις του τύπου: «Θα έρθουμε νύχτα», «Θα έρθουμε μέρα», «Θα μάς είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε κολύμπι». Το μόνο που δεν αποκάλυψαν είναι το μεταφορικό μέσο με το οποίο θα έρθουν.
Αλησμόνητες Πατρίδες
«Άααχ! Άααχ! Άαχ! Πλάσματα της γης! Ποια δύναμη σκότωσε την ψυχή σας! Ανθρώπινα χαμόγελα που γεννήκατε τρόμος,
μόνο τρόμος και θάνατος»
(Διδώ Σωτηρίου, «Ματωμένα χώματα»)
Η Μικρασιατική Καταστροφή και οι εικόνες της στοίχειωσαν για πάντα στην μνήμη μας και ταυτίστηκαν με την μεγαλύτερη εθνική τραγωδία. Δεν είναι μόνον οι χιλιάδες νεκροί, οι άταφοι νεκροί, οι πρόσφυγες και η συνακόλουθη γενοκτονία του ελληνισμού. Την τραγικότητα της καταστροφής την αναδεικνύει το γεγονός της απώλειας της Ιωνίας Γης όταν αναπτύχτηκε ο αρχαιοελληνικός διαφωτισμός που εξακολουθεί μέχρι σήμερα να γονιμοποιεί θετικά τις έννοιες Ελευθερία και Δημοκρατία. Οι πρωτοπόροι της φιλοσοφίας, του ορθολογισμού και του ερευνητικού πνεύματος, όπως ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος, ο Αναξιμένης, ο Ξενοφάνης και ο Ηράκλειτος θα νιώθουν ανέστιοι αφού στον τόπο που αναζητούσαν την κοσμοποιό αρχή του σύμπαντος τώρα κυριαρχεί ο φανατισμός και το πολεμοχαρές πνεύμα.
Πολλοί, ίσως, αντιτείνουν πως η πτώση της Πόλης το 1453 και η κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας συνιστά την απόλυτη εθνική τραγωδία. Σίγουρα η πτώση της πόλης σημάδεψε ανεξίτηλα την πορεία του Ελληνισμού. Ωστόσο ο ελληνικός πληθυσμός και πολιτισμός – παρά τις διώξεις και τις ταπεινώσεις – εξακολουθούσε να κατοικεί και να ακμάζει στην Ιωνία γη. Με την Μικρασιατική καταστροφή ο πληθυσμός μειώθηκε δραματικά και γι’ αυτό για καιρό ίσως λανθασμένα κυριάρχησε η πίκρα για τις «χαμένες πατρίδες» που στην μνήμη μας λειτουργούν ως «αλησμόνητες πατρίδες»
«Την πατρίδαμ’ έχασα…»
«Την πατρίδαμ’ έχασα έκλαψα και πόνεσα/ λύομαι κι αροθυμώ όι, όι νι ανασπάλω κι επορώ»
Σε όλες τις επετειακές εκδηλώσεις ο παραπάνω θρήνος κυριαρχεί απόλυτα και καταγράφει με τον πιο σπαρακτικό τρόπο το αίσθημα της απώλειας της πατρίδας. Η φωνή του τραγουδιστή και ο ήχος της ποντιακής λύρας συνθέτουν το μέγεθος τόσο της εθνικής τραγωδίας όσο και τον δυσβάσταχτο πόνο εκείνων των ανθρώπων που εκπατρίστηκαν από τον γενέθλιο τόπο. Ίσως θα είναι λίγοι αυτοί που ακούγοντας το παραπάνω τραγούδι να μην συγκινηθούν και να μην νιώσουν ένοχοι γι’ αυτά που έγιναν. Όσα λόγια παρηγορητικά και αν ακουστούν είναι λίγα για να απαλύνουν τον πόνο εκείνων που έχασαν την πατρίδα τους. Ο Σεφέρης κατέγραψε αυτό το αίσθημα με άλλον τρόπο – πρόσφυγας ο ίδιος.
«Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου τη σκέψη/ του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια/ δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς»
Ο ξεριζωμός, η προσφυγιά και ο νόστος διαμόρφωσαν την ψυχολογία και την εθνική ταυτότητα κάποιων γενεών που αναπολούν τα παλιά χωρίς ελπίδα για το μέλλον. Ο μόνος τρόπος διαφυγής γι’ αυτούς είναι το τραγούδι και κάποιοι μελοποιημένοι θρήνοι που αιτιολογούν την βαθιά θλίψη τους και ίσως μία αδιέξοδη εθνική απαισιοδοξία.
«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν. Έτυχε/ να ‘ναι τα χρόνια δίσεχτα πόλεμοι, χαλασμοί/ ξενιτεμοί».(Γ. Σεφέρης)
Σε όσους αναζητούν αναλογίες ανάμεσα στις δύο εθνικές τραγωδίες – Πτώση της Πόλης 1453 // Μικρασιατική καταστροφή 1922 – εύκολα θα επισημάνουν ως θεατές ή ακροατές σχετικών εκδηλώσεων στα δύο αυτά γεγονότα μία ουσιώδη διαφορά στον τρόπο με τον οποίο οι ποιητές, οι μουσικοί και ο ανώνυμος λαός θρηνούν.
Την πτώση της πόλης (1453) την συνόδεψαν θρήνοι μουσικοί αλλά ωστόσο δεν έλειψαν και τραγούδια, ποιήματα ή φράσεις του απλού λαού που έδιναν μία ελπίδα, μία εθνική παραμυθία. Δίπλα στους θρήνους για την εθνική τραγωδία υπάρχουν και τα αισιόδοξα μηνύματα που απαλύνουν την ψυχή και συντηρούν την ελπίδα για εθνική επιστροφή, αποκατάσταση κι ανάταξη.
«Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θάναι» ή το εμβληματικά «Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία ‘πάρθεν. / Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο»
Η παντελής απουσία τέτοιων παρηγορητικών τραγουδιών ή φράσεων από την Μικρασιατική καταστροφή ίσως προκαλεί πολλές απορίες γιατί ο θυμόσοφος λαός και οι λαϊκοί μουσικοί πάντα αρέσκονται να καταγράφουν με την «τέχνη» τους και μία ελπίδα. Ελπίδα που είναι τόσο απαραίτητη για τα άτομα και το έθνος. Αυτή η απουσία συνιστά και μία παραδοχή των τετελεσμένων ιστορικών γεγονότων; Υπόρρητα δηλώνει και μία εθνική κόπωση που γεννά και τρέφει την εθνική απαισιοδοξία και την έλλειψη εθνικών οραμάτων; Δεν ωφελεί, λοιπόν, να θρηνούμε για το παρελθόν. Αναγκαία τα «μνημόσυνα» αλλά το μέλλον για να κερδηθεί χρειάζεται οράματα κι αυτοπεποίθηση. Οι ήττες μάς διδάσκουν και μάς πεισματώνουν.
Πολλά «Γιατί»
Με το τέλος των εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής αιωρείται ακόμη ένα αναπάντητο Γιατί; Ποιος μπορεί να έφταιξε για την εθνική αυτή τραγωδία. Ποιος μπορεί άθελά του να θυσίασε τις ζωές χιλιάδων Ελλήνων στο όνομα κάποιων απραγματοποίητων εθνικών οραμάτων (Μεγάλη ιδέα); Ποιος θα δώσει μία πειστική απάντηση για τα αίτια του αφελληνισμού της Ιωνίας Γης; Ποιος θα αιτιολογήσει πειστικά το εθνικό μας σαράκι – ελάττωμα να είμαστε διχασμένοι την ώρα που έπρεπε να είμαστε ενωμένοι; Ποιοι ιστορικοί θα αιτιολογήσουν την απόρριψη εκείνων των «φωνών» που συμβούλευαν ρεαλισμό και αυτοσυγκράτηση στις βλέψεις των Ελλήνων στρατηγών για κατάληψη της Άγκυρας (Μεταξάς); Ποιος θα μάς διδάξει πως αξιολογικά υπέρτερη είναι η σωτηρία της πατρίδας και όχι η διάσωση των προσώπων που ασκούν πολιτική ηγεμονία;
Πολλά τα Γιατί, λοιπόν, και λίγες οι πειστικές απαντήσεις. Ένας λαός χρειάζεται πολλά να μάθει και το κυριότερο να μάθει πως κάποιες εθνικές αλήθειες είναι ανώτερες και πιο επωφελείς από κάποια φθηνά ιδεολογήματα και ξεπερασμένες ιδεολογίες. Καλές και εθνικά επωφελείς οι εκδηλώσεις – μνημόσυνα αλλά χρειάζεται και μία εθνική διαπαιδαγώγηση για τις ευθύνες και το χρέος μας ως πολιτών με την ριζική έννοια του όρου.
Σίγουρα «Λαός χωρίς μνήμη είναι λαός χωρίς ταυτότητα». Ωστόσο το ζητούμενο είναι να ανοιχτούμε στο μέλλον με ισχυρή εθνική ταυτότητα στις νέες προκλήσεις της εποχής μας που δεν συγχωρούν λάθη και πολιτικές ή εθνικές αβελτηρίες. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να συμπάσχουμε με τον τραγουδιστή του ποντιακού θρήνου.
«Τ’ εμετέρτς αναστορώ, όι/ όι/ και ‘ς σο ψυόπο μ’ κουβαλώ»
(Θυμάμαι τους δικούς μου, όι, όι και στην ψυχή μου τους κουβαλώ)
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!