Οι περισσότεροι άνθρωποι οφείλουν το πόσο καλοί είναι
στο γεγονός ότι κάποιος άσημος δάσκαλος
βρισκόταν κοντά τους, όταν τον χρειάζονταν.
Του Peter G. Beilder
Επιμέλεια: Νικολάου Κατοίκου
Γιατί διδάσκεις; Ο φίλος μού έκαμε την ερώτηση, όταν του είπα ότι δεν ήθελα να με θεωρούν σαν διοικητικό στέλεχος του σχολείου. Τα έχασε, γιατί δεν ήθελα κάτι που προφανώς ήταν ένα «σκαλί» προς αυτό που όλα τα Αμερικανάκια διδάσκονται, να θέλουν, όταν μεγαλώσουν, λεφτά και δύναμη.
Ασφαλώς, δεν διδάσκω, γιατί η διδασκαλία είναι κάτι εύκολο για μένα. Η διδασκαλία είναι ο πιο δύσκολος από τους διάφορους τρόπους με τους οποίους έχω προσπαθήσει να κερδίσω «τα προς το ζην»: Μπουλντοζιέρης, μαραγκός, διαχειριστής σε Πανεπιστήμιο, συγγραφέας. Για μένα η διδασκαλία είναι ένα επάγγελμα, που κάνει τα μάτια να κοκκινίζουν, τις παλάμες να ιδρώνουν, το στομάχι να σφίγγεται. Τα μάτια κοκκινίζουν, γιατί ποτέ δεν αισθάνομαι έτοιμος να διδάξω, όσο αργά και να μείνω ξύπνιος το προηγούμενο βράδυ, προετοιμαζόμενος γι’ αυτό. Οι παλάμες ιδρώνουν, γιατί είμαι πάντα νευρικός, πριν μπω στην τάξη, σίγουρος ότι «θα γίνω ρεζίλι». Το στομάχι σφίγγεται, γιατί βγαίνω από την τάξη, μια ώρα αργότερα, με την πεποίθηση ότι ήμουν ακόμη πιο βαρετός από όσο συνήθως.
Ούτε διδάσκω, επειδή νομίζω ότι ξέρω τις απαντήσεις, ή επειδή ξέρω πληροφορίες που αισθάνομαι την ανάγκη να μοιραστώ με άλλους. Μερικές φορές παραξενεύομαι που οι μαθητές μου κρατάνε σημειώσεις σε ό,τι λέω μέσα στην τάξη.
Τότε, γιατί διδάσκω;
Διδάσκω, γιατί μου αρέσει ο ρυθμός του ακαδημαϊκού ημερολόγιου. Ο Ιούνιος, ο Ιούλιος και ο Αύγουστος προσφέρουν μια ευκαιρία να αναμείξεις σκέψη, έρευνα και γράψιμο –όλα συστατικά της συνταγής μου για τη διδασκαλία.
Διδάσκω, γιατί η διδασκαλία είναι ένα επάγγελμα που βασίζεται στην αλλαγή. Ακόμη κι όταν η ύλη είναι η ίδια, εγώ αλλάζω – και, το πιο σημαντικό, αλλάζουν οι μαθητές μου.
Διδάσκω, γιατί μου αρέσει η ελευθερία να κάνω τα δικά μου λάθη, να μαθαίνω τα δικά μου μαθήματα, να παρακινώ τον εαυτό μου και τους μαθητές μου. Σαν δάσκαλος, είμαι αφεντικό του εαυτού μου. Αν θελήσω, οι πρωτοετείς μαθητές μου να μάθουν να γράφουν, δημιουργώντας το δικό τους εγχειρίδιο συγγραφής, ποιος λέει ότι δεν μπορώ; Τέτοια μαθήματα μπορεί να είναι κολοσσιαίες αποτυχίες, αλλά μπορούμε όλοι να διδαχτούμε από τις αποτυχίες.
Διδάσκω, γιατί μου αρέσει να κάνω ερωτήσεις που οι μαθητές πρέπει να στριμωχτούν για να απαντήσουν. Ο κόσμος είναι γεμάτος από σωστές απαντήσεις σε «κακές» ερωτήσεις. Διδάσκοντας, συναντάω μερικές φορές και καλές ερωτήσεις.
Διδάσκω, γιατί μου αρέσει να μαθαίνω. Πραγματικά, παραμένω «ζωντανός» ως δάσκαλος, μόνο όσο μαθαίνω. Μία από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις της επαγγελματικής μου ζωής είναι ότι διδάσκω καλύτερα όχι αυτό που ξέρω, αλλά αυτό που θέλω να μάθω.
Διδάσκω, γιατί η διδασκαλία μού δίνει πολλά νέκταρ να γευτώ, πολλά δάση να εξερευνήσω και μετά να τα αφήσω, πολλά καλά βιβλία να διαβάζω και πολλές εξωπραγματικές και πραγματικές εμπειρίες να ανακαλύψω. Η διδασκαλία μου δίνει ρυθμό, ποικιλία και πρό-κληση, και την ευκαιρία να συνεχίσω να μαθαίνω.
Έχω παραλείψει όμως τους πιο σπουδαίους λόγους για τους οποίους διδάσκω.
Ένας είναι η Βίκη. Η πρώτη πτυχιούχος μαθήτριά μου, η Βίκη, ήταν μια γεμάτη ζωτι-κότητα και κέφι κοπέλα, που τη θάμπωνε η γοητεία της λογοτεχνίας, και παρέβλεπε τη σκληρή δουλειά που συνεπάγεται η ακαδημαϊκή μόρφωση. Όμως, δούλεψε σκληρά πάνω στη διατριβή της για έναν σχεδόν άγνωστο ποιητή του 14ου αιώνα. Και δουλεύοντας φιλό-πονα, έγραφε άρθρα και τα έστελνε σε έγκυρα περιοδικά. Τα έκανε όλα μόνη της, μόνο με κάποιο περιστασιακό «σπρώξιμο» από μένα. Αλλά βρισκόμουν κοντά της, όταν τέλειωσε τη διατριβή της, όταν την ειδοποίησαν ότι εκείνα τα άρθρα της έγιναν δεκτά, όταν βρήκε δουλειά και εξασφάλισε μια υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, για να γράψει το βιβλίο της, όπου ανέπτυσσε ιδέες που είχε συλλάβει ως μαθήτριά μου.
Ένας άλλος λόγος είναι ο Τζωρτζ, ένας από τους πιο έξυπνους μαθητές που είχα ποτέ. Ξεκίνησε ως φοιτητής της Μηχανολογίας και μετά μεταπήδησε στη Φιλολογία, γιατί έκρινε ότι του άρεσαν περισσότερο τα πρόσωπα από τα πράγματα. Πήρε το πτυχίο του και τώρα διδάσκει Φιλολογία σε ένα Γυμνάσιο.
Είναι και η Ζακί, μια καθαρίστρια που ξέρει από διαίσθηση περισσότερο από όσα πολλοί από μας μαθαίνουν με την ανάλυση. Η Ζακί έχει αποφασίσει να τελειώσει το Γυμνάσιο και να πάει στο Κολέγιο.
Αυτοί είναι οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους διδάσκω. αυτοί οι άνθρωποι που μεγαλώνουν και αλλάζουν μπροστά στα μάτια μου. Το να είσαι δάσκαλος, είναι να είσαι παρών στη δημιουργία, όταν ο «πηλός» αρχίσει να αναπνέει. Τίποτε δεν είναι πιο συγκινητικό από το να βρίσκεσαι εκεί, όταν αρχίσει η «αναπνοή».
Μια «προαγωγή» που θα με έβγαζε από το μαγκανοπήγαδο της διδασκαλίας, θα μου παρείχε χρήματα και δύναμη. Αλλά εγώ έχω χρήματα. Πληρώνομαι για να κάνω αυτό που μου αρέσει περισσότερο: Να διαβάζω βιβλία, να μιλάω με ανθρώπους, να ανακαλύπτω πράγματα και να κάνω ερωτήσεις του τύπου: «Τί αξία έχει να είσαι πλούσιος;».
Και έχω δύναμη. Έχω τη δύναμη να «σπρώχνω», να μετατρέπω τις σπίθες σε φωτιά, να κάνω δύσκολες ερωτήσεις, να επαινώ μια επιχειρούμενη απάντηση, να καταδικάζω κάθε αποφυγή της αλήθειας, να προτείνω βιβλία, να υποδεικνύω κάποιο δρόμο. Τι άλλου είδους δύναμη αξίζει να έχεις;
Όμως, η διδασκαλία προσφέρει και κάτι άλλο, εκτός από χρήματα και δύναμη: προσφέρει αγάπη. Όχι μόνο την αγάπη για μάθηση, για βιβλία και ιδέες, αλλά επίσης την αγάπη που νιώθει ο δάσκαλος για εκείνον τον σπάνιο μαθητή που μπαίνει στη ζωή του και αρχίζει να «αναπνέει». Ίσως η λέξη αγάπη να είναι λανθασμένη – μαγεία ταιριάζει καλύτερα.
Διδάσκω, γιατί με το να βρίσκομαι κοντά σε ανθρώπους που αρχίζουν να «αναπνέουν», συχνά ανακαλύπτω ότι «αναπνέω» κι εγώ μαζί τους.