Eἰσαγωγή
Ὁ ἔρωτας, ὡς ὅρος καὶ ἐμπειρία, ἔχει ἀπασχολήσει τόσο τὴ θεολογία ὅσο καὶ τὴ φιλοσοφία. Στὴν Πατερικὴ Παράδοση, ὅμως, ὁ ἔρωτας δὲν περιορίζεται στὴν ἀνθρώπινη ἢ σαρκικὴ διάστασή του, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται σὲ μιὰ βαθύτερη, ὑπαρξιακὴ καὶ θεολογικὴ πραγματικότητα. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας περιγράφουν τὸν ἔρωτα, ὡς μιὰ δύναμη ποὺ κινεῖ τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὸν Θεό, ὡς ἕνα θεολογικὸ βίωμα ποὺ μεταμορφώνει καὶ θεώνει τὸν ἄνθρωπο. Στὴν παροῦσα μελέτη, θὰ ἐξετάσουμε πῶς οἱ Πατέρες κατανοοῦν τὸν ἔρωτα, τὴ σχέση του μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ θέωση, καὶ πῶς ἐφαρμόζεται στὴ χριστιανικὴ ζωή.
Tοῦ Ἀρχιμ.
Βαρλαὰμ Μετεωρίτου
1. Ὁ Ἔρωτας ὡς Πνευματικὴ Κίνηση πρὸς τὸν Θεό
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας συχνὰ χρησιμοποιοῦν τὸν ὅρο «ἔρωτας» γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὴν ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, γιὰ παράδειγμα, ἀναφέρει ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι ἡ ἀνώτατη μορφὴ ἀγάπης, ἡ ὁποία δὲν περιορίζεται στὰ αἰσθητὰ ἀλλὰ ὑπερβαίνει κάθε ἐγκόσμια προσκόλληση. Ὁ ἄνθρωπος, δημιουργημένος «κατ’ εἰκόνα» Θεοῦ, καλεῖται νὰ κινηθῇ «καθ’ ὁμοίωσιν», δηλαδὴ νὰ στραφῇ πρὸς τὸν Θεό, μὲ ἕναν ἔρωτα ποὺ τὸν ἀποδεσμεύει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὸν συνδέει μὲ τὸ θεῖο.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, στὴν «Μυστικὴ Θεολογία» του, παρουσιάζει τὸν ἔρωτα ὡς μιὰ ἐξωστρεφὴ κίνηση τοῦ ὄντος πρὸς τὴν πηγὴ τῆς ὕπαρξής του. Αὐτὸς ὁ ἔρωτας δὲν εἶναι ἐγωκεντρικός, ἀλλὰ ἐκστατικός, σημαίνει δηλαδὴ ἔξοδο ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ καὶ συνάντηση μὲ τὸν Θεό.
2. Ὁ Ἔρωτας καὶ ἡ Ἀγάπη στὴν Πατερικὴ Παράδοση
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης διακρίνει τὸν σαρκικὸ ἔρωτα ἀπὸ τὸν θεῖο ἔρωτα. Ὁ πρῶτος ἔχει ὡς στόχο τὴν ἱκανοποίηση τῶν αἰσθήσεων, ἐνῷ ὁ δεύτερος εἶναι ἡ ἀέναη ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἴδιος Πατέρας χρησιμοποιεῖ τὴ βιβλικὴ εἰκόνα τῆς «Ἄνθησης τῆς Ψυχῆς» γιὰ νὰ δείξῃ ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι ἡ κίνηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ φθορὰ πρὸς τὴν αἰωνιότητα.
«Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ ἔρωτα δὲν εἶναι ἀντίθετη μὲ τὴν ἔννοια τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, ἀλλὰ ἀποτελεῖ τὴν ἐντονότερη ἐκδήλωσή της, ὅταν ἑστιάζεται στὸ Θεό, καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ σωτηρία. Στὴν ἑρμηνεία του πρὸς τὸ «ᾎσμα ᾈσμάτων», βλέπει τὸν ἔρωτα ὡς τὸ πάθος τῆς ψυχῆς ποὺ ἐπιθυμεῖ τὸν Χριστό, ὅπως ἡ νύμφη ἐπιθυμεῖ τὸν νυμφίο της.
3. Ὁ Ἔρωτας ὡς Δρόμος πρὸς τὴ Θέωση
Ἡ θέωση ἀποτελεῖ τὸν ὕψιστο σκοπὸ τοῦ ἀνθρώπου σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία. Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος περιγράφει τὸν θεῖο ἔρωτα ὡς τὴν κατάσταση ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾷ τὸν Θεὸ ὄχι ἀπὸ ὑποχρέωση ἢ φόβο, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ ἀλλιῶς, καθὼς ἡ ψυχή του ἔχει κυριευθῇ ἀπὸ τὴ θεία ἀγάπη.
Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος περιγράφει τὸν θεῖο ἔρωτα ὡς μιὰ φλόγα ποὺ καίει μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν ὠθῇ νὰ ἐγκαταλείψῃ κάθε γήινη ἐπιθυμία. Ὁ ἔρωτας αὐτὸς δὲν ἔχει τέλος, ἀλλὰ αὐξάνει συνεχῶς, καθὼς ὁ ἄνθρωπος πλησιάζει ὅλο καὶ περισσότερο τὸν Θεό.
4. Ὁ Χριστιανικὸς Ἔρωτας στὴν Πνευματικὴ Ζωή
Στὴν ἀσκητικὴ παράδοση, ὁ θεῖος ἔρωτας βιώνεται μέσα ἀπὸ τὴν προσευχή, τὴ νηστεία καὶ τὴ μετάνοια. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μιλάει γιὰ τὴ «μεταμόρφωση τοῦ ἔρωτα», ὅπου ὁ μοναχὸς ἐγκαταλείπει τὸν σαρκικὸ ἔρωτα καὶ τὸν μεταστρέφει σὲ ἔρωτα γιὰ τὸν Θεό. Ἡ νυχτερινὴ προσευχὴ τῶν ἐρημιτῶν, συχνὰ χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἕνα εἶδος «ἐρωτικῆς» σχέσης μὲ τὸν Θεό, ὅπου ἡ ψυχὴ ἀναζητᾷ ἀδιάκοπα τὴν παρουσία Του.
Στὴ λειτουργικὴ ζωή, ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι ἡ ἔκφραση αὐτοῦ τοῦ ἔρωτα, καθὼς μέσα ἀπὸ τὴ μετοχὴ στὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ὁ πιστὸς ἑνώνεται μυστικὰ μὲ τὸν Θεό.
Συμπέρασμα
Ὁ ἔρωτας, κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα συναίσθημα ἢ μιὰ φυσικὴ ἕλξη, ἀλλὰ μιὰ ὑπαρξιακὴ κατάσταση ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ θέωση. Ὁ θεῖος ἔρωτας εἶναι ἡ ἀκατάπαυστη ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ γνωρίσῃ καὶ νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸν Θεό. Στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἡ πνευματικὴ ζωή, εἶναι ἡ πραγμάτωση αὐτοῦ τοῦ ἔρωτα, καθὼς ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νὰ ἀφήσῃ κάθε προσκόλληση στὰ φθαρτὰ καὶ νὰ προσανατολίσῃ τὴν καρδιά του ἀποκλειστικὰ στὸν Θεό.
Ἔτσι, ὁ ἔρωτας κατὰ τοὺς Πατέρες, δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ συναισθηματικὴ ἢ σωματικὴ ἐπιθυμία, ἀλλὰ ἡ ὕψιστη μορφὴ ἀγάπης ποὺ μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνει «κατὰ χάριν» Θεό.
Πηγές:
1. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής:
Κεφάλαια Περὶ Ἀγάπης, PG 90, 960a: «Ὁ ἔρως πρὸς τὸν Θεὸν πυροὶ τὴν ψυχὴν καὶ αὐτὴν ἐκ τῆς ὕλης ἀναβιβάζει.»
Μυσταγωγία, PG 91, 684d-685A: Ἀναφέρεται στὴ θεία ἀγάπη ὡς κινητήρια δύναμη τῆς θέωσης.
2. Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης:
Περὶ Θείων Ὀνομάτων, PG 3, 708b: «Ὁ Θεὸς ἔρως ἐστὶ καὶ διὰ τοῦτο ἐράσμιος τοῖς πᾶσι.»
Μυστικὴ Θεολογία, PG 3, 997b: Ἀναλύει τὸν ἔρωτα ὡς «ἐκστατική» κίνηση πρὸς τὸν Θεό.
3. Γρηγόριος Νύσσης. Ὁμιλίες εἰς τὸ ᾎσμα ᾈσμάτων, PG 44, 941c: Ὁ ἔρωτας ὡς διαρκὴς ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸν Θεό.
4. Ἰωάννης Χρυσόστομος:
Ἑρμηνεία εἰς τὸ ᾎσμα ᾈσμάτων, PG 56, 163: Χρησιμοποιεῖ τὴν εἰκόνα τῆς νύμφης ποὺ ἀναζητᾷ τὸν Νυμφίο ὡς σύμβολο τοῦ θείου ἔρωτα.
Ὁμιλίες εἰς τὴν Α’ πρὸς Κορινθίους, PG 61, 33: Ὁρίζει τὸν θεῖο ἔρωτα ὡς τὴν κορύφωση τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης.
5. Συμεῶν ὁ Νέος Θεολόγος. Ὕμνοι Θείων Ἐρώτων, SC 156: Ἐκτενὴς ποιητικὴ ἀνάλυση τῆς ἐμπειρίας τοῦ θείου ἔρωτα.
6. Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος. Ἀσκητικοὶ Λόγοι, Λόγος ΚΒ΄: «Ὁ θεῖος ἔρως κατακαίει τὴν καρδίαν καὶ διαλύει τὰ δεσμὰ τοῦ κόσμου.»
7. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Κλῖμαξ, Λόγος 30: Περιγράφει τὸν θεῖο ἔρωτα ὡς τὴν τελικὴ βαθμίδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
![](/wp-content/uploads/2023/03/googlenews.png)