Επιστολή στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Παναγιώτη Καμμένο απέστειλε η Ένωση Στρατιωτικών Περιφέρειας Θεσσαλίας (Ε.Σ.ΠΕ.Θ). Η επιστολή, που υπογράφει ο Πρόεδρός της Στέφανος Κουκουράβας, αποσκοπεί στην ανάδειξη της κατάφωρης αδικίας που υπέστη μερίδα στρατιωτικών σχετικά με την αναγνώριση πρόσθετου πραγματικού χρόνου υπηρεσίας που διανύθηκε σε Μονάδες Εκστρατείας (μάχιμη 5ετια κατά το κοινώς λεγόμενο).
Όπως είναι γνωστό, οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις του ασφαλιστικού συστήματος όξυναν περαιτέρω το πρόβλημα, χωρίς να δώσουν λύσεις στα αληθινά προβλήματα των στρατιωτικών.
Η επιστολή
Κύριε Υπουργέ
Η παρούσα αποσκοπεί στην ανάδειξη της κατάφωρης αδικίας που υπέστη μερίδα στρατιωτικών σχετικά με την αναγνώριση πρόσθετου πραγματικού χρόνου υπηρεσίας που διανύθηκε σε Μονάδες Εκστρατείας (μάχιμη 5ετια κατά το κοινώς λεγόμενο). Οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις του ασφαλιστικού συστήματος όξυναν περαιτέρω το πρόβλημα, αδιαφορώντας για τα αληθινά προβλήματα των στρατιωτικών και παρακάμπτοντας συνειδητά τις συνταγματικές επιταγές περί ισότητας και ισονομίας.
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ – ΑΝΑΛΥΣΗ ΘΕΜΑΤΟΣ – ΣΧΟΛΙΑ
1. Επιχειρώντας μια σύντομη, αλλά χρήσιμη, αναδρομή στο παρελθόν, διαπιστώνει κανείς ότι με το άρθρο 6 του (β) σχετικού, καθορίστηκε η επιβολή κράτησης 6,67% για την εξαγορά πρόσθετου ασφαλιστικού χρόνου (πραγματικής ή πλασματικής υπηρεσίας), αρχής γενομένης από τους καταταγέντες στρατιωτικούς μετά την 01 Οκτ 1990. Το παράδοξο στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι για μια ακόμη φορά η συνήθης πρακτική του απαράδεκτου διαχωρισμού όσων κατετάγησαν ακόμη και εντός του ιδίου έτους, το φαινόμενο δηλαδή της ύπαρξης συναδέλφων, ακόμη και συμμαθητών σε Παραγωγικές Σχολές των ΕΔ, δύο διαφορετικών ταχυτήτων (οι έως 30 Σεπ 1990 χωρίς υποχρέωση εισφοράς, ενώ αντιθέτως οι από 01 Οκτ 1990 με υποχρέωση καταβολής «τσουχτερής» εισφοράς, χωρίς καμία απολύτως πρόνοια για ολιγόχρονη κλιμάκωση εφαρμογής του μέτρου). Το παράδοξο δυστυχώς είναι η απρόσμενη και αδικαιολόγητη βιασύνη του νομοθέτη να θεσπίσει τη διαχωριστική γραμμή της 01 Οκτ 1990, όταν ο νόμος δημοσιεύτηκε (ΦΕΚ) στις 17 Οκτ 1990. Προς τι άραγε η βιασύνη αυτή που διαχωρίζει τους αποφοίτους των Παραγωγικών Σχολών των ΕΔ, αφού σχεδόν όλοι οι καταταγέντες των παραγωγικών σχολών ΑΣΕΙ – ΑΣΣΥ κατετάγησαν έως τα τέλη Σεπτεμβρίου 1990, ενώ η μοναδική παραγωγική σχολή -συγκεκριμένα η ΣΜΥ- κατετάγησαν στα τέλη Οκτωβρίου 1990, με αποτέλεσμα καλούνται να πληρώσουν την αναγνώριση πρόσθετου πραγματικού χρόνου υπηρεσίας που διανύθηκε σε Μονάδες Εκστρατείας. Το ίδιο φυσικά ισχύει για τους συναδέλφους Εθελοντές Μακράς Θητείας (ΕΜΘ) αφού ο κύριος όγκος αυτών για το συγκεκριμένο έτος κατετάγη ως επί το πλείστον στο τελευταίο τρίμηνο του 1990. Γιατί η εφαρμογή των συγκεκριμένων διατάξεων του άρθρου 6 δεν οριοθετήθηκε από αρχάς του νέου έτους (01 Ιαν 1991), όπως θα ήταν το απολύτως λογικό και όπως άλλωστε είθισται για διατάξεις δημοσιονομικού χαρακτήρα ή αρχής γενομένης από το επόμενο 15ήμερο, δηλαδή από 01 Νοε 1990, με δεδομένο ότι η δημοσίευση του νόμου στο ΦΕΚ, έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του 2ου δεκαπενθήμερου του μηνός Οκτωβρίου του 1990, ή έστω στο τέλος – τέλος από δημοσιεύσεως του νόμου στο ΦΕΚ;;; Η απάντηση γνωστή σε όλους μας. Τα παραπάνω ζητήματα, όπως και πόσα άλλα, προφανώς «διέλαθαν και αυτά της προσοχής του νομοθέτη». Μα επιτέλους τι είδους νομοθέτης είναι αυτός που όλα τα δεινά και τις αδικίες (ασφαλιστικές, βαθμολογικές, οικονομικές) τις θέτει προς εφαρμογή, διαχρονικά και χωρίς να συνδέονται μεταξύ τους, αποκλειστικά εντός του έτους 1990; Υπάρχει θεσμική συνέχεια, υπάρχει κράτος δικαίου ή νομοθετούμε αποσπασματικά και υπό την πίεση των εξελίξεων, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη όλες τις προσλαμβάνουσες και παραμέτρους;
2. Επανερχόμενοι στις πρόσφατες εξελίξεις, με την ψήφιση νέων οδυνηρών διατάξεων για την μεταρρύθμιση – αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος (Ν.4387/2016), δυστυχώς η εν λόγω αδικία διευρύνεται περαιτέρω με την πέραν κάθε λογικής αύξηση στο ποσοστό της εισφοράς που απαιτείται για την αναγνώριση πρόσθετων ασφαλιστικών ετών (πραγματικών ή πλασματικών) από 6,67% σε 20%, χωρίς την αυτονόητη πρόβλεψη για ένα κράτος δίκαιου, για εφαρμογή της νέας αυξημένης εισφοράς για όσους εργαστούν για πρώτη φορά από την ψήφιση του υπόψη νόμου και εφεξής, ή έστω για όσους θεμελιώσουν – αποκτήσουν μεταγενέστερα της ψήφισής του το νομικό έρεισμα (δικαίωμα) επέκτασης των ετών ασφάλισης με την αναγνώριση πραγματικού χρόνου υπηρεσίας υπολογιζόμενου στο διπλάσιο ή τριπλάσιο, όπως επίσης με την αξιοποίηση πλασματικού χρόνου ασφάλισης των (α) και (ε) σχετικών.
3. Επισημαίνεται ότι ο χρόνος υπηρεσίας των στρατιωτικών που υπολογίζεται αυξημένος στο διπλάσιο ή τριπλάσιο, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 40 του Π.Δ 169/2007, είναι πραγματικός χρόνος υπηρεσίας, όχι πλασματικός (προς άρση πάσας παρερμηνείας ή σύγχυσης επί του θέματος αυτού) και είναι απολύτως σαφής η αρχική πρόθεση της Πολιτείας, να αναγνωρίσει εμπράκτως τις ιδιαίτερες συνθήκες εργασίας των στελεχών των ΕΔ – ΣΑ και στη διαφορετική ως εκ τούτου αντιμετώπιση του νομοθέτη, ο οποίος έχει υποχρέωση ιδιαίτερης μεταχείρισης που απορρέει εμμέσως από τα άρθρα 45, 23 §2 και 29 §3 του Συντάγματος, ως αρχή που εγγυάται την αποτελεσματική εκπλήρωση της κρατικής αποστολής του και ως αντιστάθμισμα για τις ιδιαίτερες συνθήκες εκτέλεσης του καθήκοντός του. Συνεπώς, ο ως άνω χρόνος πραγματικής υπηρεσίας που θεσπίστηκε για τους υπηρετούντες σε μονάδα – υπηρεσία εκστρατείας (μάχιμη 5ετία), τους εκτελούντες ιδιαζόντως επικίνδυνη εργασία (ιπτάμενοι, καταδρομείς, πυροτεχνουργοί ΤΕΝΞ κλπ), παρέχεται ουσιαστικά ως ευεργέτημα – αντιστάθμισμα της μη ένταξης του στρατιωτικού επαγγέλματος (ένοπλη υπηρεσία), στα θεωρούμενα ως «βαρέα και ανθυγιεινά» επαγγέλματα, στην κατά συρροή υπερωριακή απασχόληση των στρατιωτικών λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του λειτουργήματος (ασκήσεις, επιφυλακές, ένοπλες υπηρεσίες κλπ), στην απασχόληση αυτών κατά τη διάρκεια αργιών και σε νυκτερινές ώρες εργασίας, χωρίς καμία απολύτως ουσιαστική αποζημίωση κ.α. Κατόπιν τούτων είναι τουλάχιστον ανήθικο, να καλούνται να καταβάλλουν υπέρμετρα υψηλές εισφορές για την αναγνώριση ετών υπηρεσίας τα οποία έχουν όχι μόνον έχουν δουλευτεί και αλλά έχουν ήδη ‘’πληρωθεί’’ με αίμα και ιδρώτα. Η πρόβλεψη του (ζ) σχετικού για αύξηση του συντελεστή εισφοράς στα προαναφερθέντα (μοναδικά ίσως) ευεργετήματα που παραχώρησε η Πολιτεία, ως ελάχιστη ηθική υποχρέωσή της έναντι στους στρατιωτικούς, δεν έχει καμία απολύτως κοινωνική στόχευση, αλλά αποτελεί ένα μέτρο καθαρά φοροεισπρακτικού χαρακτήρα. Σημειωτέον ότι, η στρατιωτικοί αποτελούν την μοναδική ομάδα εργαζομένων που υπόκεινται στις διατάξεις του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα (ΣΠΚ), ενώ επιπρόσθετα δεν τους παρέχεται το δικαίωμα του «απεργείν».
4. Με το (η) σχετικό, το ΓΕΣ/ΔΟΙ, αφουγκραζόμενο την αγωνία και την απελπισία μερικών χιλιάδων συναδέλφων, προέβη σε παραίνεση προς το ΓΕΣ/ΔΙΣ για την ταχεία διεκπεραίωση των αιτήσεων χορήγησης βεβαιώσεων υπηρέτησης σε Μονάδες Εκστρατείας για το προσωπικό που επιθυμεί να κάνει χρήση διατάξεων των (α) έως (στ) σχετικών, προ της εφαρμογής του (στ) ομοίου. Τα χρονικά όμως όρια μέχρι την εφαρμογή του τελευταίου (μόλις ένας μήνας), καθιστούν από δύσκολη έως απαγορευτική τη λήψη ώριμης απόφασης περί αναγνώρισης ή μη στην παρούσα φάση, καθώς και την έγκαιρη διεκπεραίωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Συνεπώς για μια ακόμη φορά η Πολιτεία δεν παρέχει ένα εύλογο χρονικό διάστημα αναστολής εφαρμογής του νέου νομοθετικού πλαισίου (Ν.4387/2016), ώστε το προσωπικό να ενεργήσει ώριμα και συνειδητά και όχι υπό καθεστώς πίεσης ή παγίδευσης. Κρίνεται χρήσιμο στο σημείο αυτό να επισημανθεί ότι μέχρι σήμερα η υπηρεσία (ΥΠΕΘΑ), ουδέποτε μέχρι σήμερα είχε ενημερώσει το ε.ε προσωπικό για τη δυνατότητα αναγνώρισης των πρόσθετων ετών πραγματικής υπηρεσίας, προ της υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης ή αποστρατείας. Το παραπάνω θεσμικό κενό, που οφείλεται σε αβλεψία της υπηρεσίας, κατ΄ επέκταση αδιαφορία (ή μήπως σκοπιμότητα;) του κράτους, καλούνται να «πληρώσουν» αδρά οι συνάδελφοι των ΕΔ, ως μη όφειλαν. Εν αντιθέσει με τα παραπάνω, στα ΣΑ υπήρχε επαρκής μέριμνα και ενημέρωση, για την αναγνώριση των πρόσθετων αυτών ετών, έγκαιρα και με εύλογο κόστος εξαγοράς. Κατόπιν των παραπάνω είναι κάτι παραπάνω από επιτακτική, η αναβολή της εφαρμογής του (ζ) σχετικού σε χρόνο μεταγενέστερο, κατά προτίμηση εντός του 2017, ώστε το θέμα να εξετασθεί ενδελεχώς και να ληφθούν οι βέλτιστες αποφάσεις για το κοινό και το εθνικό συμφέρον.
Β. ΠΡΟΤΑΣΗ – ΕΙΣΗΓΗΣΗ
1. Κατόπιν των παραπάνω, για την άρση λοιπόν της υφιστάμενης αδικίας και την αποκατάσταση της περί δικαίου έννοιας, προτείνεται όπως δρομολογηθούν οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. Αναδιατύπωση της ημεροχρονολογιακής έναρξης ισχύος του άρθρου 6 του Ν.1902/1990 και η τροποποίηση αυτού συνολικά όπως παρακάτω (με έντονη γραφή οι τροποποιήσεις – προσθήκες στο αρχικό κείμενο του νόμου):
΄΄ 2. Το άρθρο 59 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων που καταργήθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 18 του ν. 1489/1984 (ΦΕΚ 170 Α’) επανέρχεται σε ισχύ με τον τίτλο «Κρατήσεις επί των συντάξεων» και έχει το ακόλουθο περιεχόμενο:
1. Στους δημοσίους υπαλλήλους, πολιτικούς και στρατιωτικούς, που διορίζονται ως τακτικοί υπάλληλοι ή κατατάσσονται ως στρατιωτικοί από 1ης Ιανουαρίου 1991 και μετά, καθώς και στους υπαλλήλους ειδικών κατηγοριών, που προσλαμβάνονται από την ίδια ημερομηνία και συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο, επιβάλλεται κράτηση υπέρ του Δημοσίου για σύνταξη επί των μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών τους ίση με το ποσοστό που ισχύει κάθε φορά για τους ασφαλισμένους στην κοινή ασφάλιση του Ι.Κ.Α. Η κράτηση αυτή επιβάλλεται και επί των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και άδειας.
2. Ως συντάξιμες αποδοχές ……………(ως έχει)……………………… με τις οποίες συνταξιοδοτούνται.
3. Η ανωτέρω κράτηση ……………(ως έχει)……………………… επίσης αυξημένες στο διπλάσιο.
4. Για τους συνταξιούχους στρατιωτικούς, που βάσει των τροποποιήσεων που επέρχονται επί του παρόντος νόμου, αποκτούν δικαίωμα διεκδίκησης αχρεωστήτως καταβληθέντων εισφορών (καταταγέντες από 01 Οκτ έως 31 Δεκ 1990), δεν γεννώνται αναδρομικά δικαιώματα επιστροφής αυτών, εφόσον οι ανωτέρω εισφορές νομίμως καταβλήθηκαν κατόπιν αιτήσεως τους.
β. Προσθήκη, μιας επιπλέον ένθετης υποπαραγράφου (παρ. 1δ με αναπροσαρμογή εν συνεχεία της αρχικής αρίθμησης) στο άρθρο 34 του Ν.4387/2016, με την ακόλουθη διατύπωση που αφορά ευρύτερα τους ασφαλισμένους στρατιωτικούς:
‘’ Στους ασφαλισμένους στρατιωτικούς, γενικά, οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τις προϋποθέσεις που διαμορφώνονται και ισχύουν από ψήφισης του Ν.3865/2010 και εφεξής, αναγνωρίζεται προαιρετικά χρόνος πραγματικής υπηρεσίας υπολογιζόμενος στο διπλάσιο ή τριπλάσιο, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41 του Π.Δ 169/2007. Η αναγνώριση του ανωτέρω χρόνου ασφάλισης γίνεται κατόπιν αίτησης των ενδιαφερομένων και την καταβολή, για κάθε μήνα, εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη για τον φορέα κύριας ασφάλισης επί της αμοιβής για την πέραν του πενθημέρου εργασία, που καταβάλλεται στο προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας (κατ’ αναλογία για τις ΕΔ), κατά το μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς και, εφόσον έχει διακοπεί η απασχόληση, επί των αντιστοίχων αμοιβών του τελευταίου μήνα απασχόλησης αναπροσαρμοσμένων κατά την ετήσια μεταβολή τοιούτων αμοιβών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Οι ασφαλιστικές εισφορές για την αναγνώριση αυτή καταβάλλονται είτε εφάπαξ, εντός τριμήνου από την κοινοποίηση της απόφασης, οπότε παρέχεται έκπτωση 15%, είτε σε μηνιαίες δόσεις, ο αριθμός των οποίων είναι ίσος με τους αναγνωριζόμενους μήνες. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης. Καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται επιβάρυνσή της με τα εκάστοτε προβλεπόμενα πρόσθετα τέλη. Σε περίπτωση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης, πριν το χρόνο εξόφλησης της εισφοράς εξαγοράς, παρακρατείται κάθε μήνα από τη σύνταξη και μέχρι την εξόφληση, ποσό ίσο με το 1/4 του ποσού της σύνταξης.’’
γ. Τροποποίηση της ημεροχρονολογιακής έναρξης ισχύος του άρθρου 6 του Ν.4387/2016, με την αναδιατύπωση της παρ. 4 του άρθρου 6, όπως παρακάτω (με έντονη γραφή οι τροποποιήσεις στο αρχικό κείμενο του νόμου):
‘’4. Ειδικά, για τα Στελέχη των Ενόπλων Δυνάµεων, των Σωµάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώµατος, οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 4, τίθενται σε ισχύ από 1.1.2017.’’
Γ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Κύριε Υπουργέ
Η Ένωση μας σεβόμενη τους θεσμούς και τις αξίες της Πατρίδας, πιστεύει και ευελπιστεί στην άρση αυτής της αδικίας. Πιστεύουμε ότι υπάρχει θεσμική συνέχεια, υπάρχει κράτος δικαίου, δίχως να νομοθετεί αποσπασματικά και υπό την πίεση των εξελίξεων, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις προσλαμβάνουσες και παραμέτρους.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
Στέφανος Κουκουράβας
Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτριος Κούτσικος