«Κ᾿ εἶπε ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα, πού ξέρεις τὰ γράμματα, σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε σὰν ἀπόψε ὁ ἅγιος Βασίλης; οἱ ἀρχόντοι κ᾿ οἱ βασιληάδες τί ἁμαρτίες νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης δάκρυσε κ᾿ εἶπε πάλι τὴν εὐχή, ἀλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ μακάριος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος…».
Τούτη η απλότητα του Γιάννη του Βλογημένου που απουσιάζει δυστυχώς από την εποχή μας είναι η αρετή που ανέδειξε τρεις Ιεράρχες της Εκκλησίας μας σε αστέρες πρώτου μεγέθους του πνευματικού στερεώματος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Ο Βασίλειος, ο Γρηγόριος και ο Ιωάννης ,με την απλότητα μικρού παιδιού, αξιώθηκαν από το Θεό να ονομαστούν ο μεν Βασίλειος… Μέγας, ο δε Γρηγόριος… Θεολόγος, και ο Ιωάννης… Χρυσόστομος.
Προσωνύμια βαριά, γεμάτα από την αγάπη και την τιμή της Εκκλησίας προς το πρόσωπό τους. Της Εκκλησίας εκείνης, που ενώνει τα διεστώτα. Του ολοζώντανου Σώματος του Χριστού που πορεύεται δραματικά ανά τους αιώνες. Όχι του απάνθρωπου εκείνου συστήματος που απομακρύνει τον άνθρωπο από τον άνθρωπο και τον άνθρωπο από το Θεό. Βασίλειος ο Μέγας. Με μια Εμμέλεια ως μητέρα δίπλα του πώς να μη μεταμορφωθεί σε Μέγα; Το ίδιο και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Με την Ανθούσα για μητέρα του, άνθισε ολόκληρος… Και ο Γρηγόριος. Πώς αλλιώς θα γινόταν Θεολόγος, δίχως τη Νάννα στο πλευρό του; Η μητέρα, ό,τι ιερότερο στον κόσμο, φυτεύει το λουλούδι για το άρωμα του αύριο. Σπέρνει τη ζωή… Νικά κάθε θάνατο…
Θρησκεία και παιδεία πανηγυρίζουν σήμερα για τη μεγάλη διπλή γιορτή τόσο της εκκλησίας μας όσο και των ελληνικών γραμμάτων. Χρέος μας είναι η συγκλονιστική παρουσία των Τριών Ιεραρχών να μας διδάξει έναν άλλον τρόπο ζωής, στον οποίο δεν έχει χώρο η πλεονεξία και ο εγωισμός, ούτε η κακία και η μικροψυχία, παρά μονάχα η αρχοντιά της ύπαρξης που μπορεί και θέλει ν’ αγκαλιάσει τον κόσμο ολάκερο. Το ήθος, η αρχοντιά και η οικείωση ενός άλλου τρόπου ζωής δεν είναι ουτοπία, ούτε θεωρητικό κατασκεύασμα, καθώς μονάχα η ταπείνωση εκείνη που οδηγεί στη μεγαλοσύνη, στη μόνη αληθινή οντολογική μεταμόρφωση, αποτελεί πρόκληση και άρα πρόσκληση κοινωνίας για κάθε άνθρωπο. Οι Τρεις Ιεράρχες έρχονται να μας θυμίσουν την άκρα ταπείνωση, το μόνο αληθινό ήθος που πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε ελεύθερο άνθρωπο.
Ο Βασίλειος ο Μέγας, ο πιο αγαπημένος των παιδιών και των αδικημένων, στέκεται άγρυπνα στο πλευρό των αδυνάτων, των ταπεινών και των περιθωριακών, ως άλλος Χριστός. Από την άλλη πλευρά ο Ιερός Χρυσόστομος ματώνει για τους κατατρεγμένους, τρέφει τους απόρους, καταργεί κάθε είδους πολυτέλεια στην εκκλησία, αντιστέκεται σθεναρά στην αλαζονική εξουσία κι έτσι οδηγείται εκούσια στην εξορία και στο μαρτύριο. Ο λόγος του Ιερού Χρυσοστόμου διαθέτει τόση αλήθεια, ρυθμό και ποιητικότητα σε σημείο που οι κάτοικοι της Πόλης να ομολογούν πως: «Καλύτερα να μη βγει ο ήλιος, παρά να μην ακούσουμε τον επίσκοπό μας να μιλά». Εκείνος ,εξάλλου, δεν είναι που τόσο ποιητικά ομολόγησε πως: «Όταν ανακαλύπτεις την πόρτα της καρδιάς σου, ανακαλύπτεις τη πύλη του ουρανού»; Και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο ποιητής που με τη γνωστή του ποιητική ευαισθησία αναφωνεί: «Δεν θα συνέλθουμε, έστω και αργά; Δεν θα νικήσουμε την αναισθησία μας, για να μην πω την τσιγκουνιά μας; Δεν θα σκεφτούμε ως άνθρωποι; Δεν θα βάλουμε νοερά στη θέση των ξένων συμφορών τις πιθανές δικές μας»; Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος σε τούτη την αγωνιώδη κραυγή;
Οι ιεροί άνδρες της Εκκλησίας του Χριστού, φαντάζουν στα μάτια μας σπαρακτικά όμορφοι, απύθμενα φιλάνθρωποι, θρυλικά ανυπότακτοι. Στέκονται κόντρα απέναντι σε κάθε εξουσιαστικότητα, μακριά από κάθε επίγεια δόξα και πάντα κοντά στον άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί το επίκεντρο της φροντίδας τους.
“Με ποιο δικαίωμα” αναρωτιέται ο Χρυσόστομος “μπορεί κανείς να περιφρονεί εκείνους τους οποίους ο Θεός τόσο τιμά, ώστε να τους δίνει το Σώμα και το Αίμα του Υιού του”. Η επιμονή του μάλιστα να κτίσει το λεπροκομείο, όχι σε κάποια υποβαθμισμένη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πλουσιότερη συνοικία έξω απ’ την πόλη, εκεί που ζούσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι οποίοι έβλεπαν την οικονομική αξία των πολυτελών οικημάτων να μειώνεται λόγω της γειτνίασης με το κτήριο αυτό, αποτέλεσε και την αφορμή για την οριστική δίωξή του, που θα τον οδηγούσε στην εξορία και στο βασανιστικό θάνατο».
«Και οι τρείς αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε ένα ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: “ξέρω πολλούς”, λέει ο Χρυσόστομος, “που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβομένους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή”. Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: “Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών, έπιασες την κορυφή του ουρανού”». Και οι τρεις Πατέρες μιλούν για την αξία της παιδείας και το μοναδικό της σκοπό, τη δημιουργία ελεύθερων ανθρώπων, ενάντια σε κάθε σύστημα, καθώς κατά τον Ιερό Χρυσόστομο: «Η συναίσθηση της άγνοιας είναι ένα μεγάλο βήμα προς τη γνώση».
Και οι τρεις άνθρωποι αληθινοί με ευρύτητα νου. Πανεπιστήμονες του καιρού τους και με την καρδιά πάντα γεμάτη από εκείνη την ανυπόκριτη αγάπη. Τη μόνη αληθινή. Απέδειξαν με έργα και όχι μονάχα με λόγια τα πιστεύω και τις αρχές τους. Έδωσαν τα φώτα του νου τους σε μια εποχή σκότους και φανατισμού. Έδωσαν στο τέλος την ίδια τους τη ζωή. Παραμένουν το ίδιο διαχρονικοί και επίκαιροι παρά ποτέ.
Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι εκπαιδευτικοί, αγαπητοί γονείς και μαθητές,
Όταν μπήκαμε στην ΕΟΚ το 1979 η ταυτότητά μας δεν έγραφε μόνο: απόγονοι του Σωκράτη. Η Γαλλική εφημερίδα Le Monde έγραψε τότε: « Καλωσορίζουμε τη χώρα της Φιλοκαλίας, τη χώρα του Βασιλείου, του Γρηγορίου, του Χρυσοστόμου». Αυτόν τον φιλόκαλο άνθρωπο θα έπρεπε να περιμένει η Ευρώπη από μας, τον φίλο του καλού, τον άγιο, τον άνθρωπο που όπως έλεγε ο Χρυσόστομος είναι πλούσιος όχι γιατί έχει πολλά ,αλλά γιατί έχει αυτά που του χρειάζονται: «Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο, όλος ο κόσμος να πέσει, δεν ημπορεί να σας τα πάρει ,εκτός κι αν τα δώσετε με το θέλημά σας», δίδασκε ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Ψυχή είναι η παράδοσή μας, η γλώσσα μας, τα ήθη και τα έθιμά μας. Χριστός είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία Του, αυτή που υπηρέτησαν οι τρεις πάνσεπτοι φωστήρες, οι προστάτες της Παιδείας και των παιδιών μας.
Ποιας παιδείας όμως; Σ’ αυτό το κρίσιμο ερώτημα οφείλουμε να δώσουμε απάντηση με ειλικρίνεια.
-Θέλουμε μια παιδεία που ελευθερώνει κι ολοκληρώνει τον άνθρωπο ή μια παιδεία – βιομηχανία παραγωγής ψευτομορφωμένων και νεόπλουτων της μάθησης που έχουν την ίδια κίβδηλη ευγένεια με τους νεόπλουτους του χρήματος;
-Θέλουμε μια παιδεία που να επιδιώκει υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα ή μια παιδεία που να πλουτίζει το εντός της κεφαλής και καρδίας εισόδημα των Ελλήνων;
-Θέλουμε μια παιδεία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα ξενοθρεμμένων καλαμαράδων και Βαυαρών λογίων ή μια παιδεία που να μας ξυπνάει και να μας βοηθάει να μοιραζόμαστε ισότιμα τα όνειρά μας με τον πλησίον;
Πριν βιαστεί να απαντήσει κανείς , ας θυμηθεί το ραψωδό του Αιγαίου , Οδυσσέα Ελύτη : «μπορεί η φτώχεια να ήταν πάντοτε σύντροφος της Ελλάδας, αλλά στο μάκρος εικοσιπέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω, ούτε ένας αιώνας που να μη γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα, που να μην υπήρχε πολιτισμός».
Πάντως, εμείς, συνάδελφοι, οφείλουμε να ομολογήσουμε πως σήμερα η παιδεία που υπηρετούμε εγκατέλειψε τις ψυχές των παιδιών μας και στράφηκε στον εγκέφαλό τους. Στοιβάζουμε στα μυαλά τους γνώσεις και αφήνουμε σβησμένες τις ψυχές τους. Υπηρετούμε μια παιδεία που επιζητεί πρωτίστως να θεραπεύσει τις ανάγκες του κράτους , της βιομηχανίας , των επιχειρήσεων. Αντί να αναθρέφουμε υψιπετείς αετούς, ελεγκτές του πελάγους , εμείς ταΐζουμε παπαγάλους σε κλουβιά. Γι’ αυτό γεμίσαμε διπλωματούχους και εξαφανίστηκαν οι πνευματικοί άνθρωποι. Γι αυτό και καταντήσαμε να γίνουμε «παλιόψαθα των λαών». Το βροντοφώναξε ο Μακρυγιάννης , αλλά εμείς , στο Ελληνικό σχολείο , κάνουμε πως δεν τον ξέρουμε . Ντρεπόμαστε να τον χωρέσουμε στα σχολικά μας βιβλία και δεν ντρεπόμαστε να παρελαύνουν καθημερινά στις τηλεοράσεις μπροστά από τα μάτια των παιδιών μας όσοι μέτριοι κι ασήμαντοι .Ούτε ένα κείμενο των Τριών Ιεραρχών δε συναντά ο μαθητής της πρωτοβάθμιας αλλά και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Και ξέρετε γιατί ; Γιατί έτσι βολεύει τους λάγνους των αριθμών , τους εραστές της ποσότητας , τους υπέρμαχους των διαφόρων μοντέλων ψευτοαξιολόγησης, μαθητών και δασκάλων. Πώς να στριμώξεις εξάλλου στο βιβλίο ύλης της καταβόθρας των πανελληνίων εξετάσεων τον υπέροχο λόγο τους; Ποιός από μας θα αξιολογηθεί θετικά, αν κατά παράβαση έστω του αναλυτικού προγράμματος , αφήσουμε το παράδειγμά Τους να φωτίσει τη σχολική τάξη ; Κανείς και προπάντων κανείς από αυτός που φοβούνται μια φωτισμένη παιδεία. Τη θεωρούν επικίνδυνη και ανατρεπτική του status μέσα στο οποίο βολεύτηκαν. Γι’ αυτό και μας επιβάλλουν να αναμασάμε εδώ και δεκαετίες τα ξυλοκέρατα της δήθεν πολιτισμένης δύσης ,που βρίσκεται στα όρια της νευρικής κρίσης. Γι’ αυτό και μας απαγορεύουν να ξεδιψάσουμε από την πηγή την αστείρευτη , από το λόγο των πατέρων της Εκκλησίας. 1700 χρόνια πριν το κίνημα του φεμινισμού, έλεγε ο Γρηγόριος: . «Δε δέχομαι αυτή τη νομοθεσία . Ευνοεί τους άνδρες σε βάρος των γυναικών , γιατί άνδρες ήταν οι νομοθέτες» και δήλωνε για τους πολιτικούς : «θέλουμε πολιτικούς διακόνους του λαού και κυρίως των φτωχότερων ». Και ο Άγιος Ιωάννης ρωτούσε: «Γιατί καμαρώνεις; Επειδή πολιτεύεσαι με λόγια; Είναι εύκολη η πολιτική με λόγια. Δίδαξε με τον τρόπο της ζωής σου.
Αυτή είναι η άριστη πολιτική. Αν δεν έχεις να επιδείξεις έργο, καλύτερο είναι να σιωπάς.» Πώς , λοιπόν , να επιτρέψουν οι πολιτικές και τα υπουργεία του εμπορίου τέτοιες ριζοσπαστικές θέσεις στις σχολικές τάξεις;
Καλά μας παιδιά , η σημερινή ημέρα δεν είναι ημέρα αργίας . Είναι ημέρα γιορτής Τριών Ανθρώπων που μπορεί να απέχουν χρονικά από σας, μα ο λόγος τους ζει και μπορεί να σας παρηγορήσει σε κάθε απελπισία σας. Πλησιάστε , γονατίστε και αφήστε τους να σας ψιθυρίσουν για το Θεό που κρύβεται πίσω απ’ το μπλε που ξόδεψε για να μην τον βλέπουμε . Για τις ελπίδες που δε θα χαθούν όσο οι άνθρωποι αγαπούν . Για το σταυρό που κρέμεται στο λαιμό σας όχι σαν κόσμημα, αλλά για να προκαλέσετε την ανάσταση εδώ και τώρα. Δίπλα τους θα βρείτε τη δύναμη να φωνάξετε κατάμουτρα σ΄ όλους εμάς τους μεγαλύτερους: «Και τι δεν κάνατε για να με θάψετε, όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος».
Πηγές:
Μαρία Χατζηαποστόλου Mrs Θεολογίας Υποψήφια Διδάκτωρ Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ
Δημήτρης Νατσιός – Δάσκαλος
Χριστόφορος Γ. Παπασωτηρόπουλος, θεολόγος,
Παναγιώτης Νάνης – Φιλόλογος