Γιατί αλήθεια τόση εμμονή για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών; «Αξιολόγηση»: Τι υπέροχη λέξη. Όμως πίσω από αυτή την όμορφη λέξη, ενίοτε, κρύβεται το ψαλίδισμα των εργασιακών κεκτημένων, οι απολύσεις κι η χειραγώγηση των εργαζομένων. Τη μία καλοπιάνει σα χάδι και την άλλη… μαχαίρι.
Τι κρύβεται πίσω από την εμμονή κάποιων κομμάτων για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών; Με βάση το Σύνταγμα η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι κατοχυρωμένη. Όμως, πιο αναλυτικά, ο Νόμος αναφέρει το εξής:
«Οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις, είναι μόνιμοι, εφόσον αυτές οι θέσεις, υπάρχουν».
Ουσιαστικά δηλαδή αναφέρει, ότι άμα οι θέσεις καταργηθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι που τις κατείχαν απολύονται.
Με ποιους τρόπους όμως μπορεί να γίνει κατάργηση θέσεων;
α) Να καταργηθεί ολόκληρος κλάδος ειδικότητας.
Αυτός ο τρόπος έχει ήδη εφαρμοστεί τον Ιούλιο του 2013 με την κατάργηση κάποιων ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ και στις ΕΠΑΣ, όπου 2500 εκπαιδευτικοί είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα.
β) Να καταργηθούν ορισμένες μόνο οργανικές θέσεις ενός κλάδου.
Εδώ, σύμφωνα με το νόμο, απολύονται οι υπάλληλοι οι οποίοι συγκεντρώνουν τα λιγότερα ουσιαστικά προσόντα. Προσέξτε, ουσιαστικά προσόντα. Αν έλεγε τυπικά προσόντα, θα μπορούσε να γίνει μια fast- track διοικητικού τύπου αξιολόγηση, με βάση τα τυπικά προσόντα.
Όμως οι εκπαιδευτικοί, δεν είναι διοικητικοί υπάλληλοι, οπότε απαιτούνται σύνθετα αξιολογικά κριτήρια για να βρίσκονται εκείνοι με τα λιγότερα ουσιαστικά προσόντα. Αυτός είναι κι ο λόγος, για τον οποίον κάποια κόμματα είναι φανατικά υπέρ της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Θέλουν δηλαδή να δημιουργήσουν μια λίστα εκπαιδευτικών, με βάση τα ουσιαστικά προσόντα, για ενδεχόμενες απολύσεις. Αυτή είναι η μία και μοναδική αλήθεια.
Φυσικά η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πάντα σερβίρεται μεταμφιεσμένη, ότι τάχα μου, έχει σκοπό να βελτιώσει το εκπαιδευτικό έργο. Συχνότατα μάλιστα, προβάλλεται ως το μαγικό φίλτρο που μπορεί να γιατρέψει όλες τις πληγές της εκπαίδευσης. Αναπόφευκτα όμως μια τέτοια άποψη, εκφράζει την έμμεση κατηγορία, ότι για τις πληγές αυτές, την αποκλειστική ευθύνη,την έχουν οι εκπαιδευτικοί.
Με την εμμονή για αξιολόγηση, οι εκπαιδευτικοί κατηγορούνται ως ηθικοί αυτουργοί για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης. Το κείμενο αυτό, έχει σκοπό όχι μόνο να δείξει τι πραγματικά είναι η αξιολόγηση, αλλά κυρίως τι δεν είναι. Απαντάει σε όλες εκείνες τις ερωτήσεις-παγίδες για την αξιολόγηση, με τις οποίες στριμώχνουν τους εκπαιδευτικούς.
Η “επίθεση σε αχυράνθρωπο”. Όσοι είναι εκπαιδευτικοί σκεφτείτε, πόσες αλήθεια φορές έχουν βρεθεί στο εδώλιο του κατηγορούμενου. αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για τη μη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών; Ομολογουμένως, είναι κατηγορίες που μπορούν να στριμώξουν τον καθένα.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Για να απαντήσουμε σε κάτι τέτοιο, πρέπει πρώτα να αναλύσουμε ένα είδος ρητορικής τεχνικής που λέγεται “επίθεση σε αχυράνθρωπο” (Straw Man Argument). Πρόκειται ουσιαστικά για ένα τέχνασμα, όπου ο κατήγορος αντικαθιστά αυτό που ισχυρίζεται ο κατηγορούμενος, με ένα αχυρένιο του ομοίωμα, το οποίο είναι πολύ πιο εύκολο, να κατατροπωθεί. Με άλλα λόγια, «βάζει στο στόμα του κατηγορούμενου λόγια, που δεν είπε».
Η “επίθεση στον αχυράνθρωπο”, παρουσιάζεται σα νικηφόρα, αφού στριμώχνει τον κατηγορούμενο, που, αν κι εφόσον καταλάβει την παγίδα που του έχει στηθεί, πρέπει να αποδείξει ότι η επίθεση που δέχεται δεν αφορά την πραγματική του άποψη, αλλά μια άλλη, που του την πλάσαραν, ως δική του. Όπως καταλαβαίνουμε, αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, όταν έχει αιφνιδιαστεί.
Μη νομίζετε ότι η εφαρμογή της παραπάνω τεχνικής, απαιτεί ιδιαίτερη ρητορική ικανότητα. Είναι ένας τρόπος αντιπαράθεσης, που πολλές φορές, γίνεται και ασυναίσθητα. Πολλές φορές όμως, μπορεί να γίνεται σκοπίμως και μεθοδευμένα, όπως π.χ από κάποιους πολιτικούς, δικηγόρους κι ανθρώπους των ΜΜΕ.
Ας δούμε παρακάτω, πως εφαρμόζεται κατά εξακολούθηση η “επίθεση σε αχυράνθρωπο”, στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών:
Άλλο αξιολόγηση και άλλο έλεγχος υπηρεσιακής συνέπειας. Λέει ο κατήγορος στον κατηγορούμενο (εκπαιδευτικό):
«Γιατί είστε, τόσο αρνητικοί, με την αξιολόγηση;
Δηλαδή εσείς τι πιστεύετε, ότι αν κάποιος δεν κάνει την δουλειά του ή είναι κοπανατζής ή δεν έχει ευπρεπή συμπεριφορά, πρέπει να συνεχίζει να εργάζεται και να τον πληρώνει το κράτος;» Πώς εφαρμόζει λοιπόν ο κατήγορος, αυτήν την τεχνική; Βάζει στη θέση της «αξιολόγησης» ένα αχυρένιο ομοίωμά της, τον «έλεγχο υπηρεσιακής συνέπειας».
Γιατί, το αν κάποιος είναι κοπανατζής ή αργόμισθος ή απρεπής δεν αφορά την αξιολόγηση, αφορά τον «έλεγχο υπηρεσιακής συνέπειας». Ο κατηγορούμενος εκπαιδευτικός, έχει αιφνιδιαστεί πλήρως και ενώ πριν έλεγε όχι στην αξιολόγηση, τώρα, έτσι όπως τίθεται το ερώτημα, θα είναι σα να λέει, όχι στον έλεγχο, δηλαδή σα να παραδέχεται ότι είναι ανεκτικός στην ασυδοσία, στην τεμπελιά, στην κοπάνα, στην αργομισθία και την ατιμωρησία.
Κι έτσι λοιπόν, φτάνουμε σε σημείο, να προβάλλεται η αξιολόγηση ως εκείνη που θα κάνει την δουλειά του ελέγχου. Τι ισχυρίζονται δηλαδή οι υποστηρικτές της αξιολόγησης; Ότι θα καθαρίσει την ήρα από το στάρι. Ότι θα μας απαλλάξει από τους «κακούς» εκπαιδευτικούς.
Μα, αν υπάρχουν εκπαιδευτικοί, που όντως είναι αργόμισθοι ή απρεπείς, ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας, έχει όλα τα εργαλεία για να συνετιστούν ή ακόμη και να απομακρυνθούν, σε κάποιες περιπτώσεις, από το σώμα των εκπαιδευτικών. Οι πιο άμεσα επιφορτισμένοι λοιπόν με τον έλεγχο υπηρεσιακής συνέπειας των εκπαιδευτικών, είναι οι διευθυντές των σχολικών μονάδων κι οι σχολικοί σύμβουλοι.
Το μεγάλο όμως πρόβλημα είναι λειτουργικό. Επί παραδείγματι, είναι πρακτικά αδύνατο για έναν σχολικό σύμβουλο να «στέκεται δίπλα» στους εκπαιδευτικούς, όταν είναι «χρεωμένος» με πολλά σχολεία και πάρα πολλούς εκπαιδευτικούς(σε αρκετές περιπτώσεις πρόκειται για πολλές δεκάδες).
Εδώ βέβαια την ευθύνη την έχει η πολιτεία, αλλά είπαμε… όλα θα λυθούν με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Απαντώντας λοιπόν στην παραπάνω ερώτηση-παγίδα, έχω να πω, ότι ο «έλεγχος υπηρεσιακής συνέπειας», είναι τελείως διαφορετική έννοια από την αξιολόγηση. Και κατά την γνώμη μου, εκείνος που είναι κοπανατζής ή αργόμισθος ή απρεπής πρέπει να ελέγχεται αυστηρά, κι αν δε συνετίζεται να απομακρύνεται. Επίσης, σ’ εκείνον που διδακτικά χρειάζεται συμβουλή και βοήθεια, να του παρέχεται πολύ επισταμένως και σχολαστικώς.
Η αξιολόγηση, είναι λοιπόν μία τελείως διαφορετική έννοια, και θα αναλυθεί στο τέλος του κειμένου. Ο μύθος περί αξιολόγησης στον ιδιωτικό τομέα.
Ας περάσουμε τώρα στη δεύτερη ερώτηση, με την οποία στριμώχνουν τους εκπαιδευτικούς: «γιατί εγώ να αξιολογούμαι καθημερινά από τον εργοδότη μου, κι οι εκπαιδευτικοί να είναι στο απυρόβλητο;»
Οι πιο σκληροπυρηνικοί σε αυτές τις επιθέσεις, είναι οι πληγωμένοι του ιδιωτικού τομέα, που αναμφίβολα υποφέρουν τα πάνδεινα στις μέρες μας.
Το περίεργο όμως είναι, ότι σπάνια θα τους ακούσεις να κατηγορούν τις κυβερνήσεις ή τις εταιρίες ή τα αφεντικά τους. Είναι απίστευτο. Το μόνο που ζητάνε, είναι η άρση της μονιμότητας στο δημόσιο, η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων και γενικά να πάθουν και οι δημόσιοι υπάλληλοι ό,τι κι οι ιδιωτικοί. Και αυτό το ονομάζουν κοινωνική δικαιοσύνη.
Στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται για κοινωνικό αυτοματισμό κι ανθρωποφαγία. Όσον αφορά την αξιολόγηση που πιστεύουν ότι υφίστανται οι ιδιωτικοί υπάλληλοι κι υποστηριχτές τέτοιων απόψεων, μάλλον έχουν άδικο. Δεν πρόκειται για αξιολόγηση. Η αξιολόγηση υποτίθεται ότι πρέπει να γίνεται από ειδικούς αξιολογητές. Πόσοι από τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, αξιολογούνται από ειδικούς; Σχεδόν κανείς.
Σε αξιολογητής, ανάγεται το αφεντικό, ο εργοδότης. Αυτό που μετράει τις επιδόσεις τους, είναι ο σκληρός νόμος της αγοράς που κρίνει με βάση τα κέρδη που εξασφαλίζουν οι ιδιωτικοί υπάλληλοι για το αφεντικό τους. Ας το καταλάβουμε λοιπόν καλά, ότι η εκπαίδευση δεν είναι κερδοσκοπική επιχείρηση για να υπόκειται στους νόμους της αγοράς. Είναι κοινωνικό αγαθό. Αναρωτιέμαι όμως, μήπως τελικά η αξιολόγηση είναι ένας δυνατός μοχλός πίεσης, ώστε το δημόσιο σχολείο να μετατραπεί σε σχολείο της αγοράς, με στελέχη τους αριστούχους της αξιολόγησης;
Άλλο αξιολόγηση κι άλλο διαδικασία επιλογής προσωπικού.
Η τρίτη ερώτηση-παγίδα, που άλλα λέει κι άλλα εννοεί, είναι η εξής:
«Γιατί είστε εναντίον της αξιολόγησης; Τι θέλετε να πείτε, ότι εκπαιδευτικός μπορεί να γίνεται ο καθένας, ανεξάρτητα αν έχει τις ικανότητες π.χ μεταδοτικότητα….;» Εδώ η έννοια της «αξιολόγησης», πλασματικά αντικαθιστά την έννοια της «διαδικασίας επιλογής προσωπικού». Φυσικά και πρέπει να υπάρχει μια τέτοια διαδικασία για να προσληφθεί κάποιος στην εκπαίδευση.
Τα κριτήρια όμως, μιας τέτοιας διαδικασίας, ειδικά στον διορισμό εκπαιδευτικών, είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα που απαιτεί εμπεριστατωμένη ανάλυση και ξεφεύγει από το αντικείμενο αυτού του άρθρου. Ο μύθος ότι η αξιολόγηση είναι προϋπόθεση βελτίωσης του έργου των εκπαιδευτικών.
Τέλος να πάμε και στην τέταρτη ερώτηση-παγίδα, που είναι δύσκολο να απαντηθεί από τους εκπαιδευτικούς:
«Είστε εναντίον ακόμα και σε μία, μη τιμωρητική αξιολόγηση, όπου δεν θα έχει σα σκοπό τις απολύσεις, αλλά τη βελτίωση των εκπαιδευτικών μέσω επιμόρφωσής τους και μέσω άλλων μεθόδων»; Αν απαντήσεις «ναι είμαι εναντίον», μπορεί να εκληφθεί ότι είσαι εναντίον στην βελτίωση και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Έχουμε δηλαδή άλλη μια εφαρμογή της “επίθεσης σε αχυράνθρωπο”. Εδώ, η «μη τιμωρητική αξιολόγηση», συνδέεται εκ του πονηρού με την «βελτίωση του εκπαιδευτικού».
Απαντώντας λοιπόν σε αυτή την ερώτηση-παγίδα, θα πω το εξής: Βεβαίως κι είναι απαραίτητη η βελτίωση των εκπαιδευτικών. Βεβαίως και χρειάζεται να γίνει επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ( είναι βασικό αίτημα μάλιστα των συνδικαλιστικών οργάνων, ΟΛΜΕ και ΔΟΕ). Αυτά λοιπόν, όχι μόνο δεν βρίσκουν την εκπαιδευτική κοινότητα απέναντι, τουναντίον είναι μέσα στις βασικές διεκδικήσεις της.
Αναρωτιέμαι όμως, γιατί αλήθεια η πολιτεία, μέχρι σήμερα, δεν τα έχει προσφέρει στους εκπαιδευτικούς αφού κι εκείνη συμφωνεί;
Μήπως η σύνδεση της βελτίωσης του εκπαιδευτικού έργου με την αξιολόγηση είναι το «τυράκι στη φάκα» για να περάσει η αξιολόγηση και τίποτα παραπάνω;
Συνοψίζοντας λοιπόν τα παραπάνω, θεωρώ ότι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών είναι τελείως διαφορετική έννοια από τον «έλεγχο υπηρεσιακής συνέπειας», ότι δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που έχει επικρατήσει να παρουσιάζεται ως «αξιολόγηση στον ιδιωτικό τομέα», ότι είναι τελείως διαφορετική έννοια από την «διαδικασία επιλογής προσωπικού» κι ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση βελτίωσης του εκπαιδευτικού έργου.
Ο μύθος περί καλής αξιολόγησης. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού είναι η διαδικασία κρίσης της αξίας του. Ως εκ τούτου, προϋποθέτει την μέτρηση της αξίας αυτής. Αυτό με τη σειρά του συνεπάγεται τη χρήση μια αξιολογικής κλίμακας. Κι έτσι φτάνουμε αναπόφευκτα, στη χρήση της βαθμολογίας.
Όταν όμως αποτυπωθεί η αξία του κάθε εκπαιδευτικού με έναν βαθμό( ή χαρακτηρισμό: «ελλιπής», «επαρκής», «πολύ καλός», «εξαιρετικός»), τότε πλέον η αξιολόγηση έχει ταυτιστεί με τη σύγκριση.
1.Όμως οι εκπαιδευτικοί στόχοι δεν είναι μετρήσιμοι. Πραγματοποιούνται μέσα στις ψυχές και στα μυαλά των μαθητών. Εδώ ο αντίλογος θα ισχυριστεί, ότι μπορούν οι εκπαιδευτικοί να αξιολογηθούν βάσει των επιδόσεων των μαθητών τους, που είναι μετρήσιμες. Προσωπικά θεωρώ κάτι τέτοιο, ως ό, τι χειρότερο για την εκπαίδευση αφού περιορίζει το ρόλο του εκπαιδευτικού του σχολείου, σε ρόλο προγυμναστή που ασχολείται αποκλειστικά με την προετοιμασία των μαθητών για υψηλές επιδόσεις και επιτυχία στις εξετάσεις. Ουσιαστικά δηλαδή, μιλάμε για μια ολοκληρωτική κατάργηση του παιδαγωγικού ρόλου των εκπαιδευτικών.
Αρκετά συχνά ακούγεται κα η άποψη να αξιολογείται ο εκπαιδευτικός από τις γνώμες των μαθητών του και των γονέων τους με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων. Αλήθεια, έχουν σκεφτεί οι εμπνευστές αυτών των προτάσεων, τι δύναμη παρεμβατικότητας στο έργο του εκπαιδευτικού δίνεται, με αυτόν τον τρόπο, στους γονείς και στους μαθητές; Είναι δυνατόν να θεωρούμε, ότι σε ένα τόσο βαθμοθηρικό περιβάλλον όπως αυτό που έχουμε στη χώρα μας, μπορούν οι μαθητές και γονείς να αξιολογήσουν αντικειμενικά τον κάθε εκπαιδευτικό; Πολύ φοβάμαι ότι γονείς και μαθητές, θα αξιολογούν τον εκπαιδευτικό τους με τον ίδιο βαθμό που θα έχουν λάβει από εκείνον.
Ακόμα κι αν δεχτούμε όμως, ότι μπορούν ν’ αξιολογήσουν ανιδιοτελώς, πιστεύουμε ότι οι γονείς κι οι μαθητές έχουν την εμπειρία και τις γνώσεις για να αξιολογήσουν έναν εκπαιδευτικό; Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών λοιπόν, έχει ως μεγαλύτερο μειονέκτημα την έλλειψη της αντικειμενικότητας, που σύμφωνα με τον επίσημο ορισμό της αξιολόγησης, είναι το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της.
2.Από τη στιγμή που η αξιολόγηση σημαίνει ουσιαστικά να μπαίνει βαθμός στην αξία κάθε εκπαιδευτικού, αυτό από μόνο του σημαίνει «σύγκριση» και καταστρέφει οποιαδήποτε προσπάθεια δημοκρατικότητας και συλλογικότητας μεταξύ των εκπαιδευτικών. Ο «συνάδελφος» μετατρέπεται αυτόματα σε «ανταγωνιστή», κι οι Σύλλογοι σε αρένες! Μα, πάνω από όλα, αυτό που κινδυνεύει να χτυπηθεί, είναι η παιδαγωγική ελευθερία.
Κρυφός στόχος της εφαρμογής της αξιολόγησης, είναι η ιδεολογική, πολιτική και εργασιακή πειθάρχηση του εκπαιδευτικού προσωπικού. O εκπαιδευτικός πρέπει να είναι πειθήνιος, υποταγμένος , άβουλος , ανασφαλής και με σκυμμένο το κεφάλι. Όμως, φοβισμένος δάσκαλος, σημαίνει και φοβισμένα παιδιά. Υποτίθεται, ότι οι εκπαιδευτικοί χώροι είναι εκεί που γίνεται ανταλλαγή ελεύθερων ιδεών,εκεί που διαμορφώνονται οι αυριανοί ελεύθεροι πολίτες, με κριτική ματιά στα πράγματα.
Δεν είναι, οι άκρως ανταγωνιστικοί χώροι, οι άκρως κατευθυνόμενοι, όπου ο καθένας φοβάται να εκτεθεί κι ενδιαφέρεται μόνο να πάρει καλό βαθμό στην αξιολόγησή του. Η αξιολόγηση, προτείνει έναν εκπαιδευτικό ατομιστή, εγωιστή, γραφειοκράτη και μοριοσυλλέκτη. Θα είναι καταστροφή, αν ατονήσει ο παιδαγωγικός και κοινωνικός του ρόλος. Δεν θα έχει πλέον καμία υπόσταση πνευματικού κι ευαίσθητου ανθρώπου, που πάνω απ’ όλα νιώθει ότι έχει ευθύνη για το μέλλον των μαθητών του.
Τότε, θα κοιτάει μόνο τον εαυτό του και τη δουλίτσα του. Μ’ άλλα λόγια, η αξιολόγηση όχι μόνο δυναμιτίζει τη σχέση μεταξύ συναδέλφων εκπαιδευτικών αλλά κι απενεργοποιεί εκείνη τη σχέση πάνω στην οποία στηρίζεται το μεγαλύτερο μέρος της εκπαιδευτικής πρακτικής: μεταξύ μαθητή και εκπαιδευτικού.
3.Η αξιολόγηση από την στιγμή που σαν κίνητρο βελτίωσης χρησιμοποιεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων είναι εξ ορισμού νεοφιλελεύθερο εργαλείο. Εξάλλου, οι πρώτοι θεμελιωτές της αξιολόγησης δεν είναι παρά οι κύριοι εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού, ο Μίλτον Φρίντμαν και ο Φρίντριχ φον Χάγιεκ. Επιπλέον, ας ρίξουμε και μία ματιά, ποιοι την προτείνουν σήμερα: οι μεγάλες εταιρίες, ο ΣΕΒ, ο ΟΟΣΑ και τα νεοφιλελεύθερα πολιτικά κόμματα. Κατά τη γνώμη μου, αγγίζει τα όρια του ουτοπικού η άποψη περί «καλής αξιολόγησης». Ως νεοφιλελεύθερο εργαλείο λοιπόν, η αξιολόγηση χρησιμοποιείται για να εξυπηρετήσει το νεοφιλελεύθερο δόγμα που γενικά αποσκοπεί στην συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και του κοινωνικού κράτους κι ειδικά στην εκπαίδευση, στην ιδιωτικοποίηση του δημόσιου σχολείου.
4.Η διεθνής εμπειρία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα (Αμερική, Αγγλία, Αυστραλία κ.α ). Στόχος λοιπόν των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων, είναι στα πλαίσια του «μικρού κράτους», να τινάξουν από πάνω τους το κόστος λειτουργίας των δημόσιων σχολείων που σαν αυτόνομες επιχειρήσεις θα αφήνονται στην αυτό-ρύθμιση της ελεύθερης οικονομίας. Η αξιολόγηση ουσιαστικά, προσφέρει την απαραίτητη για την ιδιωτικοποίηση τιμαριθμοποίηση των προϊόντων των σχολικών μονάδων. (Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, σταθμισμένη αξιολόγηση των μαθητών και αυτοαξιολόγηση σχολικής μονάδος).
Ας μην γελιόμαστε, όπως και στις εταιρίες έτσι και στα δημόσια σχολεία, η αξιολόγηση είναι η τελική αποτίμηση της αξίας πριν από πώληση. Όπου εφαρμόστηκε, σε εκπαιδευτικούς άλλων χωρών, είχε σαν συνέπεια τις απολύσεις, την επαγγελματική εξάντληση, τον εκφοβισμό και την πειθάρχηση, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και παρά τις υποσχέσεις για το αντίθετο, την πλήρη απαξίωση του επαγγέλματος (σε πολλές από αυτές τις χώρες οι εκπαιδευτικοί νιώθουν πλήρη ματαίωση και σε μεγάλο ποσοστό αποφασίζουν να παραιτηθούν πολύ πριν την συνταξιοδότησή τους ).
Οι υπέρμαχοι της αξιολόγησης πέφτουν σε αντιφάσεις(αντί επιλόγου). Οι υπέρμαχοι της αξιολόγησης, για να στηρίξουν τη θέση τους, θα πουν: «ο ρόλος των εκπαιδευτικών έχει παρά πολύ μεγάλη ευθύνη κι αξία αφού ασχολούνται με μικρά παιδιά και διαμορφώνουν τους αυριανούς πολίτες…».
Αλήθεια είναι αυτό, χωρίς καμία αμφισβήτηση.
Όμως, εδώ υπάρχει μια τεράστια αντίφαση. Αφού η δουλειά τους είναι τόσο μεγάλης αξίας και σημασίας, δε θα έπρεπε να αμείβεται κι ανάλογα (υλικά κι ηθικά), δε θα έπρεπε να τους παρέχεται κάθε δυνατή βοήθεια για να αφοσιωθούν στο έργο τους, δε θα έπρεπε π.χ. να κάνουν μάθημα σε μικρότερα τμήματα και σε καλύτερες αίθουσες; Τίθεται κι ηθικό θέμα, να θέλεις να αξιολογήσεις κάποιον όταν τον έχεις αφήσει μόνο του να παλεύει σε μια τόσο άνιση μάχη. Το ορθό λοιπόν είναι, όταν έχεις υψηλές προσδοκίες από τους εκπαιδευτικούς να μην αφορούν μόνο τα καθήκοντα αλλά και τις συνθήκες εργασίας και τα δικαιώματα.
Επίσης, το να λέμε ότι έχουμε ως στόχο την εξάλειψη της βαθμοθηρίας των μαθητών, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκουμε να την καθιερώσουμε στους εκπαιδευτικούς- μέσω της αξιολόγησής τους – είναι μία ακόμα τεράστια αντίφαση. Επιμόρφωση, συμβουλή, συνεννόηση, ανταλλαγή σκέψεων κι εμπειριών, συμμετοχή στην εκπαιδευτική πολιτική, βελτίωση των συνθηκών εργασίας, συμπαράσταση στο έργο τους και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη.
Αυτά έχουν ανάγκη οι εκπαιδευτικοί για να προσφέρουν. Δεν έχουν ανάγκη από αξιολόγηση, αλλά από απόδοση αξίας στο ρόλο τους. Κι αυτή η απόδοση αξίας στο ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν, δε δύναται να γίνει από τους ίδιους. Πάντα γίνεται από τους άλλους.