Οι νέοι στη μειονότητά τους χειρίζονται ορθά τον λόγο και μπορούν να εκφράζουν τις βαθύτερες σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους, αξιοποιώντας τον γλωσσικό μας πλούτο. Η μεγαλύτερη μερίδα νέων μιλά τη δική της γλώσσα, που πολλοί την χαρακτηρίζουν ως παραγλώσσα.
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά της διαφορετικής μορφής γλώσσας που δημιούργησαν οι νέοι δεν είναι άλλα από εκείνα της λεξιπενίας, του φτωχού δηλαδή και περιορισμένου λεξιλογίου. Επίσης, η χρήση στερεότυπων, επαναλαμβανόμενων λέξεων και συνθηματολογικών εκφράσεων μπορούν εύκολα να γίνουν αντιληπτά από τον οποιοδήποτε.
Με τη χρήση του συγκεκριμένου λεξιλογίου γίνονται πιο εύκολα αποδεκτοί από τις παρέες των συνομήλικων, διότι και οι ίδιοι χρησιμοποιούν το λεξιλόγιο αυτό. Οι νέοι αυτοί, που ακρωτηριάζουν τη μητρική τους γλώσσα, νομίζουν ότι πετυχαίνουν να ξεχωρίσουν και να διαφοροποιηθούν από τον κατεστημένο τρόπο ζωής. Μια βαθύτερη ματιά όμως δείχνει ότι είναι μαζοποιημένοι, αγχωμένοι και αδύναμοι να πάρουν θέση στη ζωή και στα προβλήματα της καθημερινότητας. Συνάμα αποδεικνύουν πόσο μακριά βρίσκονται από την ουσιαστική ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων, μια
αδυναμία που προσπαθούν να καλύψουν με την ιδιόμορφη έκφρασή τους, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι εκείνη τη στιγμή βιαιοπραγούν σε βάρος της γλώσσας και κατ’ επέκταση και του πολιτισμού μας.
Το φαινόμενο αυτό έχει ως άμεση επίπτωση την αδυναμία διατύπωσης ορθών απόψεων που με τη σειρά του έχει ως αποτέλεσμα τη δυσκολία επικοινωνίας. Περιορίζεται ο διάλογος και στον περιορισμό αυτό συνεπάγονται και αρνητικές επιδράσεις στον ψυχολογικό και ηθικό τομέα των
νέων. Επίσης, επηρεάζει την ομαλή κοινωνικοποίησή τους.
Κάθε λαός έχει τη γλώσσα που του αξίζει, κι εμείς ως Έλληνες έχουμε ίσως μία από τις καλύτερες γλώσσες σε εκφραστικότητα. Ας την υπερασπιστούμε στον βαθμό που της αξίζει, ώστε να αποτελέσουμε πρότυπα προς μίμηση για όλους αυτούς που την κακοποιούν και την αλλοιώνουν, για να παραδώσουμε την γλωσσική μας κληρονομιά ακέραια στις επόμενες γενιές.