Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η Νέα Δημοκρατία και σε αυτή τη συζήτηση προσήλθε, ξετυλίγοντας για ακόμη μια φορά αυτό το απίθανο, το ευφάνταστο αφήγημα του success story. Προφανώς και έχει ξεμείνει από φαντασία, καθώς επιχειρήματα ούτως ή άλλως πολιτικά δεν υπήρχαν. Δεν τα έχουμε ακούσει, από τον Γενάρη τουλάχιστον του 2015, αλλά δεν έχουμε ακούσει προτάσεις. Και ξαφνικά το ημερολόγιο αυτές τις μέρες έδειξε ξανά το τελευταίο τρίμηνο του 2014. Τι καλά που ήταν όλα, δηλαδή, και ζούσαμε όλοι σε έναν παράδεισο, μέχρι που ήρθε η κακιά Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τα κατέστρεψε όλα.
Βέβαια, χρειάζεται -και αυτό είναι αλήθεια- αρκετό θράσος, -πραγματικά χρειάζεται θράσος- να κουνάνε το δάχτυλο με ύφος χιλίων καρδιναλίων τις περισσότερες φορές οι κατεξοχήν υπεύθυνοι αυτής της κατάστασης, την οποία βιώνει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, σε εμάς που τους τελευταίους τουλάχιστον μήνες προσπαθούμε με νύχια και με δόντια να κρατήσουμε όρθια την κοινωνία, αλλά και να προασπίσουμε οτιδήποτε μπορούμε σε αυτή τη δυσμενή διεθνή κατάσταση.
Βέβαια, δεν είναι δυνατόν να πιστεύει κανένας ότι πείθετε την κοινωνία. Προφανώς και όχι. Αυτό που προσπαθείτε να κάνετε είναι κυρίως να δικαιώσετε τις συνειδητές, θα έλεγα, επιλογές σας τις περισσότερες φορές, για να μην σας αδικήσω, για να ασκήσετε μια πολύ σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική, όπως αυτή που ασκήσατε από το 2012 τουλάχιστον, βαδίζοντας έτσι στα χνάρια των ακραίων συντηρητικών κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και αυτή η περίοδος, όσο και αν προσπαθείτε να την κρύψετε, σίγουρα είναι γραμμένη -και να το ξέρετε πάρα πολύ καλά- με τα πιο μελανά χρώματα της σύγχρονης ιστορίας, όσο και αν προσπαθείτε να βαφτίσετε, φυσικά, το ψάρι κρέας.
Βέβαια, ειδικά από χθες, μπορώ να κατανοήσω την όποια αμηχανία των συναδέλφων της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης -και όχι μόνο- και γενικά της Αντιπολίτευσης, γιατί αυτή η συζήτηση διεξάγεται προφανώς σε μια κρίσιμη συγκυρία εν μέσω μιας διαπραγμάτευσης και χωρίς να έχει κλείσει η αξιολόγηση, αλλά σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Αυτό το πλαίσιο, θα έλεγα, ότι έχει φόντο δύο καθόλου αμελητέες κατακτήσεις αυτής της Κυβέρνησης: αφενός την απόφαση του Eurogroup για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και αφετέρου το διάγγελμα του Πρωθυπουργού, του Αλέξη Τσίπρα, χθες το βράδυ.
Αυτά είναι σε εσάς κάτι σαν συμπληγάδες πέτρες, όπου συνθλίβουν τα όποια αφηγήματα είχατε το τελευταίο διάστημα ή μάλλον από την αρχή. Ένα “ποτ πουρί” ακούσαμε από τον κ. Δημοσχάκη πριν. Έχετε πιάσει, κύριε Δημοσχάκη, όλα τα αφηγήματα και όλη την κριτική που μας ασκήσατε από τον Γενάρη του 2015. Οπότε, μας θυμίσατε ακριβώς ποια είναι αυτά. Άρα, θεωρώ ότι αυτές οι δύο μεγάλες επιτυχίες που είχε η Κυβέρνηση αυτή την εβδομάδα λειτουργούν σε εσάς με αυτόν τον τρόπο.
Πλέον δεν μπορείτε σε κανέναν να πείτε ότι είμαστε μια ανίκανη Κυβέρνηση, μια Κυβέρνηση καταστροφική, ότι είμαστε απατεώνες και ψεύτες. Και κάπου εδώ η μικροψυχία αρχίζει να περισσεύει σε αυτή την αίθουσα ως «αντιπερισπασμός», να πω εγώ, σε τι ακριβώς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Σε μια υποχρέωση -και το ξαναλέω: υποχρέωση- της Κυβέρνησης, αν όχι εν γένει του πολιτικού κόσμου, να κάνουμε τι; Να επουλώσουμε τις πληγές που οι πολιτικές λιτότητας αφήνουν τα τελευταία χρόνια.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αυτός ο προϋπολογισμός αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια που έχουμε αναλάβει να αναχαιτίσουμε τη λιτότητα και να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη την ελληνική οικονομία. Παρά τις κινδυνολογίες και την καταστροφολογία, την οποία έχουμε συνηθίσει, η ελληνική οικονομία φαίνεται να προχωράει και να επανέρχεται σε περίοδο αναπτυξιακής σταθερότητας.
Θέλω να αναφερθώ σε δυο συγκεκριμένα πράγματα για να μην καθυστερήσω πάρα πολύ. Κατ’ αρχάς, θέλω να ξεκινήσω από κάποια ποσοστά για την ανεργία των νέων, η οποία βέβαια την περίοδο 2012-2014 ανήλθε σε επίπεδα ρεκόρ και το 2017 θα είναι η πρώτη χρονιά, στην οποία θα μειωθεί καθαρά κάτω από το 50%. Συγκεκριμένα, η ανεργία των νέων στην Ελλάδα εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 48%, ποσοστό βέβαια που είναι τεράστιο σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, αλλά αποτελεί και την καλύτερη επίδοση – και αυτό θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε – από το 2012. Ήδη, για το 2016, η ανεργία των νέων αποκλιμακώθηκε σημαντικά, κινούμενη βέβαια οριακά στο 50%, ενώ για το επόμενο έτος φαίνεται ότι ακόμη περισσότερα παιδιά αναμένεται να βρουν δουλειά.
Κρίσιμα θέματα, στα οποία αξίζει βέβαια να αναφερθούμε, είναι και η ισχυροποίηση του κοινωνικού προϋπολογισμού, η καθολική εφαρμογή του κοινωνικού επιδόματος αλληλεγγύης, η αύξηση του εθνικού σκέλους του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και η ενίσχυση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών για την εξυπηρέτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον προϋπολογισμό του 2017, για το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, το συνολικό ύψος των δαπανών εμφανίζεται αυξημένο σε σχέση με τις εκτιμήσεις του περσινού προϋπολογισμού. Επιτέλους, κύριε Πρόεδρε, ο αθλητισμός αρχίζει να παίρνει τη θέση που του αξίζει στην ελληνική κοινωνία. Τα τελευταία δύο χρόνια φαίνεται ότι ο αθλητισμός σταματάει -και έτσι πρέπει να γίνει- να είναι ο «φτωχός συγγενής» όλων των άλλων Υπουργείων.
Αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα -αυτό κάνουμε- και δεν τα κρύβουμε κάτω από το χαλί. Ενισχύουμε πάρα πολύ σημαντικά τον μαζικό αθλητισμό. Συγκρουόμαστε με συμφέροντα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και αυτό το αποδείξαμε. Αρχίζουμε να λύνουμε προβλήματα τα οποία υπήρχαν εδώ και χρόνια από αδειοδοτήσεις, για παράδειγμα, σε διάφορα αθλητικά κέντρα μέχρι το ότι ενισχύουμε και μαθαίνουμε στα παιδιά του δημοτικού την κολύμβηση. Φέτος, για πρώτη φορά, κανένα κολυμβητήριο δεν μένει κλειστό λόγω έλλειψης πετρελαίου. Συνεχίζουμε την πολύ μεγάλη προσπάθεια που κάνουμε, ώστε ο αθλητισμός να μην εκτρέφει τη βία, να μην εκτρέφει τη διαφθορά.
Τέλος -και τελειώνω με αυτό-, θα ήθελα να πω το εξής: Αυτή η Κυβέρνηση θα συνεχίσει να μάχεται για την όσο το δυνατόν πιο προωθημένη διευθέτηση του ελληνικού χρέους χωρίς νέα μέτρα. Καμία απαίτηση -και το έχουν πει όλοι οι συνάδελφοί μου- πέραν από αυτό που έχουμε συμφωνήσει δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή. Τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά και σε σχέση με τη μείωση της ανεργίας και ως προς την αύξηση της κοινωνικής προστασίας. Επόμενα βήματα πρέπει να είναι, φυσικά, η εδραίωση της επιστροφής στην ανάπτυξη, η δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας, αλλά και επενδύσεων για την πραγματική οικονομία.