Γράφει η ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ, φιλόλογος
«Ποιος σκότωσε την εφημερίδα;» Αναρωτιόταν πριν λίγα χρόνια στο πρωτοσέλιδό του το εβδομαδιαίο περιοδικό «The Economist», έντυπο που εκδίδεται στη Βρετανία από το 1848. Την απάντηση έδωσε ο συγγραφέας και δημοσιογράφος της Washington Post Αλβάρο Βάργκας Γιόσα. «Κανείς! Πρόκειται για πολιτιστική αλλαγή. Έχει αποκεντρωθεί η ισχύς. Οι φραγμοί για την είσοδο στην αγορά των πληροφοριών έχουν πέσει και πλέον οι πολίτες δεν εξαρτώνται από τους δημοσιογράφους για να δημοσιεύσουν τις απόψεις τους ή το ρεπορτάζ τους. Κανείς δεν σκότωσε την εφημερίδα. Απλώς οι πληροφορίες που έρρεαν από πάνω προς τα κάτω, αρχίζουν τώρα και ρέουν από κάτω προς τα πάνω».
Εφημερίδες, λοιπόν, ιστορικές, που άφησαν εποχή με το κύρος και τη δημοσιογραφική τους μελάνη, που επηρέασαν βαθιά τις πολιτικές εξελίξεις, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, χάνουν συνεχώς αναγνώστες και κλείνουν. Αντιμετωπίζοντας τεράστια οικονομικά προβλήματα, αλλάζουν τη φύση και το περιεχόμενό τους. Επικεντρώνονται σε άρθρα ελαφρά(life style) και σε θέματα εφήμερα, ώστε να προσελκύσουν ευρύτερο και νεανικότερο κοινό. Η έμφαση δίνεται πλέον στη διαφήμιση, στην τηλεοπτικού τύπου λειτουργία, στην εμφάνιση, όχι στη σύνταξη, την ανάλυση, την κριτική. Άλλοι εκδότες ως διέξοδο βρήκαν την επένδυση στο δωρεάν έντυπο. Αυτό όμως είναι ακόμη φτωχότερο σε ανάλυση και κριτική, γιατί προορίζεται να καλύψει τον επιβάτη του μετρό, του λεωφορείου, που θα το ξεφυλλίσει πρόχειρα, βιαστικά, θα διαβάσει τους τίτλους και θα το πετάξει.
Τα χρέη οδηγούν άλλες εφημερίδες στα χέρια κερδοσκόπων ή τραπεζιτών, ακόμη και εμπόρων όπλων. Παράδειγμα η γαλλική Monde, η οποία στηρίζεται σε κεφάλαια της γαλλικής πολεμικής βιομηχανίας. Αλλά και η Liberation, εφημερίδα που ίδρυσε, το 1973, ο φιλόσοφος Ζαν Πωλ Σαρτρ. Παιδί του «Μάη του 68», άφησε τη σφραγίδα της στο γαλλικό τύπο. Όμως, τα τελευταία χρόνια, εμφανίζοντας απώλειες εκατομμυρίων ευρώ, αφέθηκε στην επέλαση των μεγάλων οικονομικών ονομάτων. Εκείνοι υποσχέθηκαν να μην αλλάξουν τίποτα, όμως άλλαξαν τα πάντα.
Αναμφίβολα η τηλεόραση και το διαδίκτυο σκότωσαν την εφημερίδα. Με το πλεονέκτημα της εικόνας και την αμεσότητα της πληροφόρησης κέρδισαν το αναγνωστικό κοινό. Ανέλαβαν όλες τις λειτουργίες που έως τότε εκτελούσε η εφημερίδα: ενημέρωση, μόρφωση, ψυχαγωγία, συντροφιά. Κυρίως όμως απέσπασαν τη διαφήμιση, την κύρια πηγή της οικονομικής της τροφοδοσίας. Μεγάλο ρόλο στην καθίζηση των πωλήσεων έπαιξαν φυσικά και οι παθογένειες των ίδιων των εντύπων, η διασύνδεσή τους με παντός είδους συμφέροντα και η κατάφορη συχνά καταπάτηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Η ποιότητα έπεσε, οι αναγνώστες περιορίστηκαν.
Η απουσία όμως της εφημερίδας δεν σηματοδοτεί θετική εξέλιξη. Ο άνθρωπος εγκαταλειμμένος στην μονοκρατορία της εικόνας κινδυνεύει. Το έτοιμο μήνυμα της οθόνης, κατά συρροήν και αδιαλείπτως επαναλαμβανόμενο, μαραίνει σταδιακά τη φαντασία και την κριτική ικανότητα. Ο νους ατροφεί και ο άνθρωπος καθίσταται ευάλωτος πνευματικά. Με μαραμένη σκέψη, χωρίς τη δυνατότητα της επεξεργασίας των μηνυμάτων, είναι πιο εύκολο να χειραγωγηθεί. Αυτό συνιστά τεράστια απειλή για τη δημοκρατία, ενώ, παράλληλα, υποβαθμίζει ολόκληρη την πνευματική και πολιτιστική μας ζωή. Ένας νέου τύπου ολοκληρωτισμός επελαύνει, ο ολοκληρωτισμός των ηλεκτρονικών μέσων.
Είναι φτώχεια η απουσία των εφημερίδων. Για τη γενιά μας, που μεγάλωσε με τον έντυπο τύπο και γαλουχήθηκε μ’ αυτόν -«πες μου ποια εφημερίδα διαβάζεις, να σου πω ποιος είσαι»- είναι μεγάλο το κόστος της απώλειας. Αλλά και για τις νεότερες γενιές• που δεν γνωρίζουν την απόλαυση της ανάγνωσης μιας εφημερίδας και αρκούνται στην ενημέρωση της οθόνης. Το διαδίκτυο είναι αναμφίβολα το πιο επαναστατικό, το πιο δημοκρατικό μέσο που έχει έως τώρα εφευρεθεί. Συγκεντρώνει από μόνο του όλα μαζί τα πλεονεκτήματα των υπολοίπων ΜΜΕ. Όμως η ανάγνωσή του είναι κουραστική. Γι’ αυτό και ο αναγνώστης δεν αντέχει τα μεγάλα κείμενα. Αυτό στο μέλλον ίσως λειτουργήσει αρνητικά στην ικανότητα ανάγνωσης, αποξενώσει από την ορθογραφία, την καλλιέπεια, το ορθά δομημένο λόγο.
«Εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή», είχε πει ο Βίκτωρ Ουγκώ. Παραφράζοντας τα λόγια του θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για το κλείσιμο των εφημερίδων. «Οι εφημερίδες είναι το μεγάλο σχολείο του λαού». Εάν αυτές πεθάνουν, αναμφίβολα ένα καινούργιος κόσμος θα γεννηθεί. Άγνωστο ποιος…