Γράφει ο ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΜ. ΒΑΒΙΤΣΑΣ *
Η Κριτική Παιδαγωγική αποτελεί κλάδο της Παιδαγωγικής Επιστήμης και έχει τις καταβολές της στην Κριτική Θεωρία και τη Σχολή της Φρανκφούρτης. Επί της ουσίας αποτελεί τη μεταφορά των ιδεών της Κριτικής Θεωρίας στον χώρο της εκπαίδευσης, και για τον λόγο αυτό θεωρείται ότι περιλαμβάνει διάφορες τάσεις και ρεύματα ιδεών, αφού και η Κριτική Θεωρία χαρακτηρίζεται ως ένα ιδιαίτερα αντισυμβατικό σώμα ιδεών.
Η Κριτική Παιδαγωγική έκανε την εμφάνισή της στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’80, γεγονός το οποίο σχετίζεται και με τα κινήματα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων καθώς και με τα κινήματα εναντίωσης στον πόλεμο του Βιετνάμ, τα οποία εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν εκείνη την περίοδο.
Κεντρικό πυλώνα των απόψεων της Κριτικής Παιδαγωγικής αποτελεί η άποψη ότι η εκπαίδευση πρέπει να αντιμετωπίζεται σχεσιακά, λαμβάνοντας υπόψη και τις αλληλεπιδράσεις της με τις κοινωνικές σφαίρες –την πολιτική, την οικονομική και την πολιτισμική–, γι’ αυτό και θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την άποψη ότι αποτελεί μια κοινωνική θεωρία και πρακτική η οποία στοχεύει να αυξήσει την κριτική συνείδηση των ατόμων, αποβλέποντας στη χειραφέτησή τους και τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Επιπλέον, η Κριτική Παιδαγωγική υποδεικνύει και αποκαλύπτει ότι η γνώση και τα εκπαιδευτικά συστήματα άπτονται πολύπλοκων και αλληλοεπηρεαζόμενων δικτύων που εκφράζουν και υλοποιούν δυναμικές σχέσεις, όπως: σχέσεις μαθητή – δασκάλου, σχέσεις υποκειμένου και αντικειμένου της γνώσης, σχέσεις τόσο στο εσωτερικό του μαθητικού πληθυσμού όσο και στο εσωτερικού του διδακτικού πληθυσμού, σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού σε όλα τα επίπεδα, σχέσεις της εκπαιδευτικής μονάδας και του εκπαιδευτικού συστήματος καθώς και με ευρύτερες συλλογικότητες και κοινωνικούς σχηματισμούς που φέρουν αξιακούς και υλικούς προσανατολισμούς, και έχουν υπαρκτές ανάγκες και συγκεκριμένες στοχεύσεις.
Είναι αυτή η πολυπλοκότητα των προαναφερομένων δικτύων που κάνει την Κριτική Παιδαγωγική να αποδέχεται την περιορισμένη δυνατότητα του σχολείου να προκαλέσει από μόνο του την κοινωνική αλλαγή, ωστόσο τα γνωστικά περιεχόμενα και τα αξιακά πρότυπα που μεταβιβάζονται μέσω της διδασκαλίας, καθώς και οι αλληλεπιδράσεις που λαμβάνουν χώρα, είναι δυνατόν να εμφυσήσουν στα άτομα την πίστη σε έναν αγώνα για μια πιο δίκαιη κοινωνία. Δίνοντας έμφαση στο πλέγμα των –κυρίως άνισων– κοινωνικών σχέσεων, καθώς επίσης και στον τρόπο που δομούνται και αναπαράγονται ιστορικά, τόσο εντός όσο κι εκτός της σχολικής αίθουσας, η Κριτική Παιδαγωγική θεωρεί ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να προσεγγίζεται ως κοινωνικό και πολιτισμικό φαινόμενο με πολιτικό χαρακτήρα.
Εν κατακλείδι, θα λέγαμε ότι η Κριτική Παιδαγωγική προσφέρει λύσεις προς την κατεύθυνση του μετασχηματισμού της κοινωνίας, τόσο στο θεωρητικό όσο και στο πρακτικό επίπεδο, στο πεδίο της τάξης, με κυρίαρχο στοιχείο την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης του μαθητή, η οποία εδράζεται στη διαλεκτική προσέγγιση θεωρίας και πράξης. Οι μαθητές, ως μελλοντικοί πολίτες, είναι αυτοί που πρέπει να αναλάβουν την τύχη της κοινωνίας στο μέλλον και να συμβάλουν προς τον μετασχηματισμό της.
Αυτήν ακριβώς την «προσδοκία» οφείλει να μετουσιώσει σε πράξη ο εκπαιδευτικός, χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες μεθόδους και πρακτικές που περιλαμβάνονται στην «εργαλειοθήκη» της Κριτικής Παιδαγωγικής, ώστε να εμφυσήσει στους μαθητές τις αξίες της ισότητας, της αλληλεγγύης, του αλληλοσεβασμού κ.λπ., προκειμένου οι αυριανοί πολίτες να δομήσουν την κοινωνία πάνω σε νέες αξίες, προσπερνώντας τον «ύφαλο» των απαξιών που κυριαρχούν στη σημερινή κοινωνία.
* Ο Θεόδωρος Δ. Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, MSc Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!