Γράφει ο ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΜ. ΒΑΒΙΤΣΑΣ *
Το σχολείο –και το εκπαιδευτικό σύστημα εν γένει– αποτελεί κοινωνικό δημιούργημα, κάτι που έχει ως συνέπεια να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κοινωνικό γίγνεσθαι. Οι κοινωνικές σχέσεις αλληλοδιαπλέκονται, επηρεάζουν και επηρεάζονται από μεγάλο αριθμό παραγόντων ή –θα μπορούσαμε να πούμε– «σφαιρών», όπως η δημόσια, η πολιτική, η οικονομική, η πολιτισμική κ.λπ.
Κατά την άποψή μας, η οικονομική σφαίρα και οι οικονομικές σχέσεις που διέπουν το κοινωνικό σύστημα –που στην παρούσα φάση της Ιστορίας είναι οι καπιταλιστικές σχέσεις– αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία ορθώνεται το εποικοδόμημα. Ως εκ τούτου, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι οι συντελεσθείσες οικονομικές μεταβολές έχουν μεγάλη επιρροή στο εκπαιδευτικό σύστημα και, κατ’ επέκταση, στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης.
Από πολλές πλευρές υποστηρίζεται η άποψη πως το σχολείο πρέπει να συνδεθεί ακόμη περισσότερο με την αγορά εργασίας, προκειμένου οι μαθητές, που θα αποτελέσουν το μελλοντικό εργατικό ή επιστημονικό προσωπικό της κοινωνίας, να εξασφαλίσουν ένα, όσο το δυνατόν περισσότερο, «βέβαιο» επαγγελματικό μέλλον. Έχουν, όμως, έτσι τα πράγματα;
Η μεγάλη οικονομική ύφεση που έχει πλήξει την καπιταλιστική οικονομία τα τελευταία χρόνια έχει εκτινάξει τα επίπεδα της ανεργίας στα ύψη, ιδιαίτερα για τη νέα γενιά. Νέοι πτυχιούχοι –και μη– αναγκάζονται είτε να εργάζονται με μισθούς «πείνας» είτε οδηγούνται στη μετανάστευση, προκειμένου να επιδιώξουν ένα καλύτερο επίπεδο διαβίωσης.
Σε αυτό λοιπόν το έδαφος ιδιαίτερη άνθιση γνωρίζουν τα προγράμματα κατάρτισης τα οποία επιμορφώνουν για ένα –ιδιαίτερα σύντομο τις περισσότερες φορές– διάστημα, νέους και νέες, προκειμένου να διεκδικήσουν κάποιες θέσεις εργασίας είτε στα προγράμματα των δήμων είτε σε κάποιες επιχειρήσεις, με τις μισθολογικές αποδοχές να είναι, σε κάθε περίπτωση, απογοητευτικές.
Αυτό αντικατοπτρίζεται και στην παραγκώνιση των ανθρωπιστικών –φιλόλογοι, ανθρωπολόγοι, αρχαιολόγοι κ.λπ.– και κοινωνικών –κοινωνιολόγοι, δάσκαλοι, νηπιαγωγοί, πολιτικοί επιστήμονες κ.λπ.– σπουδών, οι οποίες δεν επιλέγονται, πλέον, από τους μαθητές, καθώς φαίνεται να προτιμώνται οι πολυτεχνικές σχολές ή οι σχολές που εμπίπτουν στο πεδίο των λεγόμενων «θετικών» επιστημών. Βέβαια, αυτή η εξέλιξη έχει ευνοηθεί και από τη ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη που παρατηρείται, ιδιαίτερα τον αιώνα που διανύουμε, γεγονός το οποίο συμβάλλει στη μεγαλύτερη απορρόφηση αυτών των επιστημόνων από την αγορά εργασίας.
Ωστόσο, η προκύπτουσα παραγκώνιση των «κλασικών» σπουδών και η όλο και αυξανόμενη ζήτηση «τεχνικών» επαγγελματιών, αφενός μεν, καλλιεργεί την υποτίμηση των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών στα μάτια των νέων, αφού «με τέτοιες σπουδές δεν μπορείς να δουλέψεις πουθενά», αφετέρου δε, δημιουργεί μία δυσαρμονία καθώς αναπτύσσεται μια γενιά ανθρώπων οι οποίοι είναι εξοικειωμένοι όλο και περισσότερο με τον «κόσμο» της τεχνολογίας και των υπολογιστών, αλλά με ένα μεγάλο έλλειμμα ανθρωπιστικής παιδείας.
Βλέπουμε επομένως ότι ακόμη και οι διακηρύξεις του άρθρου 16 του Συντάγματος περί της βασικής αποστολής της παιδείας, η οποία έχει ως σκοπό «την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων (…) και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες», καθίστανται προβληματικές, καθώς πώς θα αναπτυχθεί ηθικά και πώς θα διαπλασθεί ένας ελεύθερος και υπεύθυνος πολίτης, από τη στιγμή που η απαραίτητη γι’ αυτό το σκοπό ανθρωπιστική καλλιέργεια και παιδεία παραγκωνίζεται προς όφελος της τεχνικής κατάρτισης;
Εν κατακλείδι, και για την αποφυγή παρερμηνειών, σκοπός μας δεν είναι η ταύτιση του περιεχομένου των ανθρωπιστικών σπουδών με τις παραμέτρους που συναποτελούν την έννοια της παιδείας, και την ταύτιση των θετικών σπουδών με την τεχνική κατάρτιση. Στόχος μας είναι η ανάδειξη της υποβάθμισης των ανθρωπιστικών – κοινωνικών επιστημών από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και η αντικατάσταση της σφαιρικής παιδείας από τη στείρα και χωρίς βάθος κατάρτιση, καθώς επίσης και η επισήμανση των προβλημάτων που συνεπάγεται αυτή η υποβάθμιση, τόσο ως προς την ανάπτυξη της προσωπικότητας του νέου ατόμου όσο και ως προς τις συνθήκες εργασίας που αυτό θα κληθεί να αντιμετωπίσει με την είσοδο στην αγορά εργασίας.
* Ο Θεόδωρος Δ. Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, MSc Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!