Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ Δ. ΒΑΒΙΤΣΑ
Όπως σε κάθε επιστήμη σήμερα, έτσι και στη Διδακτική χρησιμοποιούνται ευρύτατα τα μοντέλα ή πρότυπα διδασκαλίας, τα οποία προσδιορίζουν τις σχέσεις των βασικών παραγόντων μιας διδακτικής θεωρίας και αποτελούν σπουδαίο μέσο για την κατανόηση της διδακτικής διαδικασίας. Αποτελεί κοινό τόπο των θεωρητικών της Διδακτικής ότι τα μοντέλα διδασκαλίας είναι γενικά σχέδια της διδακτικής διαδικασίας, που στηρίζονται σε κάποιο φιλοσοφικό υπόβαθρο και αποβλέπουν στο να βοηθήσουν τους μαθητές, ώστε ν’ αποκτήσουν συγκεκριμένες γνώσεις, στάσεις και δεξιότητες. Στο σημερινό άρθρο θα αναφερθούμε στο μοντέλο της ανακαλυπτικής μάθησης, το οποίο ανέπτυξε και εισήγαγε ο Jerome Bruner.
Βασική θέση του Bruner είναι ότι ο εκπαιδευτικός δεν πρέπει να παρέχει έτοιμες γνώσεις στους μαθητές, αλλά να δημιουργεί προβληματικές καταστάσεις, ώστε οι μαθητές να ωθούνται στην ανακάλυψη της γνώσης. Προκειμένου όμως να παρακινηθούν οι μαθητές προς τη λύση του προβλήματος, ο δάσκαλος οφείλει, αφενός μεν, να δίνει στο πρόβλημα μορφή ανάλογη με το πνευματικό επίπεδο των μαθητών και, αφετέρου δε, να τους προδιαθέτει ευνοϊκά προς τη νέα μάθηση, καλλιεργώντας με ερωτήσεις και νύξεις την απορία, την περιέργεια και την αμφιβολία.
Επιπλέον, βασική θέση του Bruner είναι ότι οι μαθητές πρέπει να ενθαρρύνονται, ώστε να συμμετέχουν ενεργά σε δραστηριότητες και πειράματα, που θα τους βοηθήσουν να φτάσουν σε γενικά συμπεράσματα.
Ένα παράδειγμα ανακαλυπτικής μάθησης που προτείνει ο ίδιος, είναι ένα πείραμα για την ανακάλυψη της σχέσης (x+1)2= x2 + 2x + 1. Σε μια σχολική τάξη, ειδικά δημοτικού, ο δάσκαλος, προκειμένου να διδάξει την παραπάνω σχέση, μπορεί να εισαγάγει τριών ειδών ξύλινα επίπεδα σχήματα: ένα τετράγωνο διαστάσεων x*x=x2, ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο διαστάσεων 1*x=x, και ένα μικρό τετράγωνο διαστάσεων 1*1=1 τετραγωνικό εκατοστό. Έπειτα, μπορεί να ζητήσει από τα παιδιά να φτιάξουν, με βάση το τετράγωνο x*x, ένα μεγαλύτερο τετράγωνο, αφού χρησιμοποιήσουν όσα σχήματα θέλουν από τα υπόλοιπα δύο. Έτσι, οι μαθητές μπορούν να ανακαλύψουν ότι, όταν προσθέσουν από ένα ορθογώνιο στην κάθε πλευρά του τετραγώνου x*x και ένα μικρό τετράγωνο 1*1, φτιάχνουν ένα μεγαλύτερο τετράγωνο. Περιγράφοντας την ενέργειά τους, θα συνειδητοποιήσουν ότι για την κατασκευή του μεγαλύτερου τετραγώνου χρησιμοποίησαν το τετράγωνο x*x, 2x ορθογώνια παραλληλόγραμμα και ένα μικρό τετράγωνο 1*1. Άρα η επιφάνεια του νέου τετραγώνου είναι x2 + 2x +1 ή (x+1)*(x+1), αν ληφθεί υπόψη το μήκος των πλευρών του. Με όμοιο τρόπο, οι μαθητές μπορούν να προχωρήσουν στην κατασκευή ακόμη πιο μεγάλων τετραγώνων, ανακαλύπτοντας τη σχέση και την κανονικότητα που διέπει τις παραστάσεις (x+2)2, (x+3)2 κ.λπ.
Η ανακαλυπτική μάθηση του Bruner μπορεί να χρησιμοποιηθεί πολύ ικανοποιητικά στα Μαθηματικά και τη Φυσική, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι διεγείρει την περιέργεια του μαθητή και τον κρατεί σε κατάσταση παρώθησης, μέχρις ότου βρεθεί η λύση του προβλήματος. Κατά τη διάρκεια της ανακαλυπτικής μάθησης, ο μαθητής έχει αρκετή πρωτοβουλία κινήσεων και δυνατότητα για ανάλυση και χρησιμοποίηση της γνώσης στις καταστάσεις που αντιμετωπίζει. Ωστόσο, οφείλουμε να επισημάνουμε το γεγονός ότι είναι μια δύσκολη μέθοδος διδασκαλίας, καθώς απαιτεί πολύ χρόνο για την υλοποίησή της, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει σημαντικά τον πολύτιμο εκπαιδευτικό χρόνο, γι’ αυτό και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο ως συμπληρωματικό μέσο διδασκαλίας.
* Ο Θεόδωρος Δ. Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, MSc Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!