Σε συνέχεια της από πλευράς μας παρουσίασης διδακτικών μοντέλων που μπορούν να βοηθήσουν τον εκπαιδευτικό κατά την εκπαιδευτική πράξη, στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε στο μοντέλο της αποτελεσματικής διδασκαλίας, το οποίο ανέπτυξε ο R. Slavin. Ο Robert Slavin πρότεινε ένα αποτελεσματικό μοντέλο διδασκαλίας, το οποίο επικεντρώνεται και σε στοιχεία διδακτικών μοντέλων και άλλων στοχαστών της εκπαίδευσης, που υπόκεινται στον έλεγχο του εκπαιδευτικού και, επομένως, μπορούν να τροποποιηθούν κατά την κρίση του. Τα στοιχεία αυτά είναι τα ακόλουθα:
– Η ποιότητα διδασκαλίας: Αυτή σχετίζεται με την ικανότητα του δασκάλου να παρουσιάσει μια ύλη ή δεξιότητα που θα κατανοήσουν εύκολα οι μαθητές. Στην καλή παρουσίαση της ύλης ή της δεξιότητας συντελεί πολύ η οργάνωσή της, ο ρυθμός παροχής των πληροφοριών, η τεχνική της διδασκαλίας, οι ερωτήσεις, τα παραδείγματα, οι νύξεις, οι επιδείξεις, τα διάφορα μέσα διδασκαλίας, οι διδακτικές στρατηγικές, η συχνότητα παρακολούθησης της επίδοσης των μαθητών κ.λπ.
– Το κατάλληλο επίπεδο διδασκαλίας: Το στοιχείο αυτό συνάπτεται με το βαθμό της βεβαιότητας του εκπαιδευτικού ότι οι μαθητές είναι έτοιμοι να μάθουν μια καινούρια ύλη. Ετοιμότητα για μάθηση σημαίνει ότι οι μαθητές έχουν τις προαπαιτούμενες γνώσεις ή δεξιότητες, ώστε να κατανοήσουν το νέο. Φυσικά, σε μια τάξη με 25 ή 30 μαθητές, ο εκπαιδευτικός γνωρίζει ότι δεν θα είναι όλοι σε θέση να τον παρακολουθήσουν, είτε γιατί δεν έχουν τις προαπαιτούμενες γνώσεις είτε γιατί δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για περαιτέρω εξηγήσεις και διευκρινίσεις. Στην περίπτωση αυτή, είναι υποχρεωμένος να εφαρμόζει εξατομικευμένες ή συμμετοχικές μεθόδους διδασκαλίας, έτσι ώστε να προετοιμάσει τους αδύνατους μαθητές στη νέα μάθηση.
– Τα κίνητρα: Αναφέρονται στο βαθμό παρώθησης των μαθητών για το συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο, ο οποίος διαφέρει από μαθητή σε μαθητή κάθε φορά και για τον οποίο ο δάσκαλος πρέπει να είναι ενημερωμένος. Αυτό συμβαίνει διότι τα αντικείμενα μάθησης δεν είναι εξίσου ενδιαφέροντα στους μαθητές, γι’ αυτό ο δάσκαλος πρέπει ή να διεγείρει την περιέργειά τους ή να τους πείθει για τη χρησιμότητα κάποιας γνώσης. Άλλες, πάλι, φορές, χρησιμοποιεί την αναγνώριση ή την αμοιβή ως παρωθητικά μέσα (έπαινος, ανατροφοδότηση, βαθμοί, βραβεία κ.λπ.), τα οποία δεν είναι σωστό να μετατραπούν σε αυτοσκοπό.
– Ο χρόνος: Η παροχή αρκετού χρόνου για εκμάθηση του γνωστικού αντικειμένου, το οποίο έχει ήδη διδάξει ο εκπαιδευτικός, αποτελεί το τέταρτο στοιχείο της αποτελεσματικής διδασκαλίας κατά τον R. Slavin. Το χρόνο διδασκαλίας οφείλει κανείς να διακρίνει σε δύο περιόδους: α) στο χρόνο παρουσίασης της νέας ύλης, και β) στο χρόνο απασχόλησης των μαθητών σε ασκήσεις και δραστηριότητες για εμπέδωση της καινούριας μάθησης. Αν η οργάνωση της διδασκαλίας και της τάξης έχει γίνει με άριστο τρόπο, και αν οι μαθητές είναι παρωθημένοι και δεν παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς, τότε ο χρόνος θα είναι αρκετός για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της μάθησης.
Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι, για να γίνει μία διδασκαλία αποτελεσματική, και όχι απλώς καλή, είναι απαραίτητο να υπάρχει επάρκεια όχι μόνο στην ποιότητα και στο επίπεδο διδασκαλίας, αλλά, παράλληλα, τόσο στον βαθμό παρώθησης των μαθητών όσο και στον διατιθέμενο για εκμάθηση της νέας γνώσης χρόνο. Αν λείψει ένα από τα προηγούμενα στοιχεία, ή αν βρεθεί κάποιο από αυτά σε βαθμό κάτω από τον κανονικό, μάθηση δεν μπορεί να συμβεί.