Το τελευταίο διάστημα στη χώρα μας οξύνεται όλο και περισσότερο η συζήτηση γύρω από την έννοια της πολυπολιτισμικότητας και της διαχείρισης των αλλοδαπών – μεταναστών/προσφύγων που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι και φέρουν έναν διαφορετικό από το δικό μας πολιτισμό, κάτι το οποίο εν πολλοίς είναι λογική συνέπεια που απορρέει από την υπάρχουσα κατάσταση, μιας και οι προσφυγικές ροές προς τη χώρα μας, καθώς επίσης και ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός πέριξ αυτής, εντείνονται όλο και περισσότερο.
Ωστόσο, είναι απαραίτητο η προσπάθεια διαχείρισης αυτής της νέας (;) κατάστασης να γίνει υπό κάποιες προϋποθέσεις και παραδοχές, οι οποίες χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Αρχικά, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η πολυπολιτισμικότητα αποτελεί μία κατάσταση, η οποία δεν είναι άλλη από τη συνύπαρξη ανθρώπων διαφορετικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών στον ίδιο γεωγραφικό χώρο. Όταν λέμε «διαφορετικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών» συνήθως εννοούμε τη διαφορετική γλώσσα, θρησκεία ή εθνικότητα.
Παρ’ όλα αυτά, η πολυπολιτισμικότητα, ιστορικά, ήταν ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση, και αν σήμερα γίνεται περισσότερος λόγος για την πολυπολιτισμικότητα και τον τρόπο διαχείρισής της, αυτό οφείλεται στις αλλαγές που έχουν επέλθει στο γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Επομένως, είναι σαφές ότι δεν πρόκειται για μια νέα κατάσταση, παρά για μια ιστορική «κανονικότητα».
Η πολυπολιτισμική κοινωνία, όμως, για λόγους που δεν μπορούν να αναπτυχθούν επαρκώς στον περιορισμένο αυτό χώρο, χρήζει μιας ιδιαίτερης διαχείρισης.
Κάπου εδώ εισέρχεται στο προσκήνιο η έννοια της διαπολιτισμικότητας, η οποία αποτελεί ένα μοντέλο διαχείρισης της πολυπολιτισμικότητας. Το μοντέλο της διαπολιτισμικότητας ορθώνεται πάνω σε κάποιες κοινές παραδοχές και αρχές της σύγχρονης επιστημονικής σκέψης, όπως: α) η ανθρωπότητα δεν εξελίσσεται μονότονα, αλλά με αφάνταστη ποικιλία κοινωνικών και πολιτιστικών μορφών, β) κανένας πολιτισμός δεν είναι μόνος του, γ) οι πολιτισμοί διαπλέκονται και αλληλεπιδρούν, δ) η παράλληλη συνύπαρξη και η αρμονική συμβίωση δομούνται μόνο σε πλαίσιο αμοιβαίας ανοχής, κατανόησης και σεβασμού.
Ωστόσο, συχνά διατυπώνονται απόψεις οι οποίες δηλώνουν αρκετά «εύκολα» –έως και αφοριστικά θα λέγαμε– ότι η αρμονική συνύπαρξη δεν μπορεί να επιτευχθεί, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα για την υποστήριξη της θέσης αυτής τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό του ISIS, ομογενοποιώντας και ταυτίζοντας επί της ουσίας έναν ολόκληρο θρησκευτικό πληθυσμό με την πιο ακραία έκφανση θρησκευτικού φονταμενταλισμού.
Κατά την άποψή μας, η συγκεκριμένη αντίληψη παραπέμπει σε άλλες εποχές, ρίχνοντας νερό στο μύλο του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας, κάτι το οποίο είτε γίνεται συνειδητά, εξυπηρετώντας συγκεκριμένους σκοπούς, είτε λόγω μονόπλευρης ή/και επιφανειακής θέασης των γεγονότων. Κι εξηγούμαστε:
• Πρώτον, ο πολιτισμός είναι ένα πολυδύναμο και πολύπλοκο σύνολο συστημάτων, που διαμορφώνεται υπό συγκεκριμένες ιστορικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες. Επομένως, η ταύτιση του πολιτισμού με τη θρησκεία, η οποία αποτελεί απλώς μία από τις πτυχές του πολιτισμού, κρίνεται ως λανθασμένη.
• Δεύτερον, η ομογενοποίηση του συνόλου μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων με βάση κάποιο κοινό χαρακτηριστικό τους (π.χ. εθνικότητα, θρησκεία κ.λπ.) υπό την «ομπρέλα» μιας δήθεν κοινής και αμετάβλητης πολιτισμικής ταυτότητας, αγνοεί την επιστημονικώς παραδεδεγμένη αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι ένα πολυταυτοτικό υποκείμενο και μπορεί να ταυτίζεται με περισσότερες από μία ομάδες, να αλλάζει πολιτισμική ταυτότητα σε ένα νέο περιβάλλον και να αναπτύσσει την ικανότητα «κίνησης» μεταξύ διαφορετικών πολιτισμικών πεδίων αναφοράς, χωρίς να χάσει την αίσθηση της ιδιαίτερης ατομικής του ταυτότητας.
Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να επισημάνουμε και να γίνει κατανοητό είναι το γεγονός ότι η κοινωνία αποτελεί ένα σύνολο το οποίο υπερβαίνει το άθροισμα των μερών που την αποτελούν. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η στοχοποίηση επιμέρους κοινωνικών ομάδων, τα μέλη της οποίας λογίζονται ως μια άμορφη μάζα μιας δήθεν ομοιογενούς και αμετάβλητης στο χώρο και το χρόνο πολιτισμικής οντότητας, αποτελεί μέγιστο ατόπημα, καθώς, αφενός μεν, συμβάλλει στην άνοδο του ρατσισμού, της μισαλλοδοξίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, αφετέρου δε, αποκρύπτει από το κοινωνικό σύνολο τους πραγματικούς λόγους που κρύβονται πίσω από την «αδυναμία συνύπαρξης» και τα αποτρόπαια εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Λόγοι οι οποίοι, ανεξαρτήτως του μανδύα με τον οποίο κάθε φορά περιβάλλονται, ήταν και είναι πάντοτε της ίδιας υφής: οικονομικής και πολιτικής.