Κάθε χρόνο, αυτές τις μέρες, θυμόμαστε και τιμούμε τους ηρωικούς και άγριους καιρούς του 40.
Θυμόμαστε τους ήρωες και τιμούμε τους καιρούς της Πίνδου, τότε που συγκυρίες κακότροπες, βάρβαρες και μοχθηρές και καταχθόνιοι λυκοκαιροί, συνομώτησαν ενάντια στην πατρίδα μας.
Αυτές οι πολεμικά ανθρωποκτόνες αλλά και τόσο επικές περιστάσεις στερήσανε την πατρίδα μας από τις χαρές της ειρήνης και της προόδου.
Στερήσανε κι από εμένα και από τις αδελφές μου τον πατέρα μας.
Τον Ήρωα της Αλβανίας, Υπολοχαγό Δημήτριο Ζιώγα, εκείνον που έπεσε ανδραγαθώντας στα βουνά της Βορείου Ηπείρου και που ποτέ δεν επέστρεψε να αναπαυθεί στην πατρώα γη, εδώ που «βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά, κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο», όπως μας λέει ο ποιητής στο Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας,,,,για τον πατέρα μου.
Τίποτα δεν απόμεινε από αυτόν στο Καστράκι, στην Καλαμπάκα και στα Τρίκαλα. Μόνο ένα όνομα σε ένα Στρατόπεδο κλειστό από χρόνια. Στην ΠΑΠ Καλαμπάκας. Μόνο μια επιγραφή στην επιτύμβια στήλη των Αξιωματικών των Τρικάλων..
Εδώ που ήρθε η μνήμη του, ηρωική, επάνω στην ασπίδα του «ή ταν ή επί τας», «μ’ ένα κλαράκι λησμονιάς στ’ αριστερό του αυτί» -όπως μοιρολόγησε ο Ελύτης όλους τους ήρωες χαμένους ανθυπολοχαγούς της Αλβανίας- πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα.
Εκεί που ο Ήφαιστος «έβαλε πρώτα τη γη, τη θάλασσα και τον ουρανό με τον ήλιο, το φεγγάρι και όλα τα αστέρια. Κι έπειτα άρχισε να σχεδιάζει δυο πολιτείες δίπλα – δίπλα. Στην πρώτη οι άνθρωποι έχουν ειρήνη. Παντρεύουν τα παιδιά τους με τραγούδια και χαρές και λύνουν σε κριτές τις διαφορές τους. Στην άλλη πολιτεία έχουν πόλεμο….οι λαβωμένοι και οι νεκροί κείτονται ολόγυρα. Έτσι ο Ήφαιστος ιστορεί τις χαρές της ειρήνης και τις συμφορές του πολέμου.»
Καθηγήτρια δεν είχα καταφέρει να γίνω.. Ίσως να φταίει ο πόλεμος. Ίσως να φταίει που χάθηκε ο πατέρας. Έτσι όμως διάβασα την Ιλιάδα στον μοναχογιό μου, τον Χρίστο. Και του έμαθα να αγαπάει την πατρίδα του και την ειρήνη. Και τις δύο το ίδιο. Μα σαν έρθει η ώρα να διαλέξει, να βάλει πρώτη την πατρίδα. Και να βγει μπροστά.. Κι ακόμη κι αν η πατρίδα κινδυνέψει δίχως πόλεμο, πάλι μπροστά να βγούνε τα παιδιά μας.
Περάσανε τα χρόνια μου και δεν καταλαβαίνω πως έφτασε να υποδουλωθεί έτσι η πατρίδα μας, δίχως πόλεμο. Ή τουλάχιστον δίχως τον πόλεμο όπως τον ξέραμε εμείς οι παλιότεροι. Παρήκμασε η Ελλάδα και φταίμε εμείς. Φταίνε και οι ξένοι, μα φταίμε κι εμείς. Κι όσο παλιότεροι είμαστε, σε χρόνια ή σε μυαλά, τόσο περισσότερο φταίμε. Και τόσο λιγότερα πρέπει να είναι τα λόγια μας.. Δύο κουβέντες μονάχα. Ο Ζιώγας δεν μιλούσε πολύ στο Ύψωμα “Σμαρδεύς”, “φονεύσας ιδιοχείρως τον Ιταλό επικεφαλής”, όπως γράφει η Ημερισία Διαταγή. Δυο λόγια: Ζήτω η Ελλάδα! Και οι νέοι μας να βγουν μπροστά!