Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ Δ. ΒΑΒΙΤΣΑ
Ο Michael Apple θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της ριζοσπαστικής Παιδαγωγικής Θεωρίας, της Κριτικής Παιδαγωγικής, τα ερευνητικά ενδιαφέροντα του οποίου περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα εκπαιδευτικών τομέων, από τη θεωρία των Αναλυτικών Προγραμμάτων έως την Κριτική Διδασκαλία.
Κινούμενος γενικά στο ίδιο μήκος κύματος με τους υπόλοιπους θεωρητικούς της Κριτικής Παιδαγωγικής, ο Apple έχει εκφράσει την άποψη ότι το σχολείο αποτελεί καθρέπτη της κοινωνίας, αφού αναπαράγει, κατ’ αντιστοιχία, τα κοινωνικά στρώματα ανάλογα με τις ανάγκες μιας άνισης κοινωνίας. Αποτελεί, δε, μια ενεργητική δύναμη που χρησιμοποιείται για τη νομιμοποίηση τόσο των οικονομικών και κοινωνικών μορφών όσο και της κυρίαρχης ιδεολογίας. Έτσι, καταλήγει στο να συνεισφέρει στην ανισότητα κατά το ότι είναι σιωπηρά οργανωμένο με σκοπό την άνιση κατανομή ειδικών γνώσεων.
Παρ’ όλα αυτά, το σχολείο, σύμφωνα με την άποψη του Apple, δεν μπορεί να θεωρείται αποκλειστικά και μόνο ως φορέας αναπαραγωγής των κοινωνικών παραγωγικών σχέσεων. Την παραπάνω θέση στήριξε εισάγοντας δύο βασικές έννοιες: α) την έννοια της «αντίστασης» απέναντι στις σχέσεις εξουσίας και κυριαρχίας, και β) την έννοια της «δημιουργικής προσαρμογής».
Σχετικά με την έννοια της «αντίστασης», αυτή μπορεί να εκδηλωθεί με αγώνες από τους μαθητές που προέρχονται από την εργατική τάξη. Ακριβώς επειδή αναγνωρίζουν ότι η δική τους κουλτούρα διαφέρει από αυτήν που κυριαρχεί, αμφισβητούν το σύστημα ελέγχου των σχολείων, απορρίπτοντας, επιπλέον, το σχολικό πρόγραμμα. Έτσι, και υπό αυτές τις συνθήκες, τα ίδια τα σχολεία μετατρέπονται σε τόπους αντίστασης και οι μαθητές, μέσω των αγώνων τους, ασκούν πίεση.
Η ύπαρξη αυτής της αντίστασης, ανεξάρτητα από την έκβασή της, δείχνει ότι οι οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις δεν καθορίζουν απόλυτα τις δράσεις ή τις πράξεις των μαθητών. Μπορεί, λοιπόν, το σχολείο να προσπαθεί να μεταδώσει μια συγκεκριμένη ιδεολογία, ωστόσο οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να δρουν δημιουργικά και ενδέχεται, πολλές φορές, να έρχονται σε αντίθεση με τους κανόνες του σχολείου.
Από την άλλη πλευρά, ένα παράδειγμα μιας «δημιουργικής δράσης» θα μπορούσε να είναι, ιδιαίτερα στα σχολεία όπου φοιτούν σε μεγάλα ποσοστά μαθητές προερχόμενοι από την εργατική τάξη, το γεγονός ότι τα παιδιά προσαρμόζουν το περιβάλλον στα δικά τους δεδομένα ούτως ώστε να αντέχουν το πέρας των μαθημάτων, απορρίπτοντας, ταυτοχρόνως, τις αξίες που βασίζονται στις κοινωνικο-οικονομικές δομές της κυρίαρχης τάξης.
Επομένως, όπως μπορούμε να καταλάβουμε, η κοινωνικοποίηση δεν αποτελεί πάντα μια επιτυχή διαδικασία που οδηγεί στην αποδοχή των καπιταλιστικών κοινωνιών. Το σχολείο δεν είναι ένας ουδέτερος θεσμός που αποτελείται από παθητικά όντα, αλλά ένας χώρος στον οποίο σημειώνονται εντάσεις, συγκρούσεις, εκφράζονται αντιθέσεις και οι μαθητές συμμετέχουν και επεξεργάζονται τις ιδέες και τις αξίες που τους προβάλλονται.
Οι παραπάνω θέσεις του Apple για την εκπαίδευση προωθούν την άποψη της αυτονομίας του σχολείου και της κουλτούρας των μαθητών, δίνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο έμφαση στο ρόλο του σχολείου ως παράγοντα ανατροπής της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Υπό αυτή την οπτική, λοιπόν, το σχολείο μετατρέπεται σε «εργαλείο» αλλαγής της υπάρχουσας κοινωνικο-οικονομικής πραγματικότητας, με κατεύθυνση τη χειραφέτηση και την απελευθέρωση του ατόμου, με σκοπό τη δημιουργία μιας κοινωνίας ελεύθερης, δημιουργικής και, εν τέλει, πιο ανθρώπινης.
* Ο Θεόδωρος Δ. Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!