Του Γεωργίου Παπασίμου
Το τελευταίο διάστημα έχει εισαχθεί βιαίως στον εσωτερικό δημόσιο διάλογο το θέμα του ονόματος του γειτονικού Κράτους των Σκοπίων. Θέμα, που έχει ταλανίσει την Χώρα μας πολλές δεκαετίες, αφού άπτεται αντικειμενικά ευαίσθητων εθνικών και ιστορικών ζητημάτων και το οποίο λειτουργεί, μάλιστα, και ως επικοινωνιακή «ομπρέλα» για τα νέα βαρύτατα οικονομικά και θεσμικά μέτρα του πολυνομοσχεδίου για την Γ’ μνημονιακή αξιολόγηση.
Όπως και στα υπόλοιπα ανοιχτά θέματα (Κυπριακό, Αιγαίο, Θράκη, Ελληνική μειονότητα της Αλβανίας), έτσι και σε αυτό διαπιστώνεται, κάνοντας μια στοιχειώδη αναδρομή, ότι η Ελλάδα εξέρχεται, άλλοτε με σοβαρές υποχωρήσεις και άλλοτε με οδυνηρές ήττες. Αυτό οφείλεται, πέραν των διεθνών συσχετισμών και των αντικειμενικών αντιξοοτήτων, που υπάρχουν σε κάθε ιστορική συγκυρία, στην έλλειψη σοβαρής και στιβαρής εξωτερικής πολιτικής, που θα υπηρετεί επεξεργασμένη εθνική στρατηγική της Χώρας, δράττοντας των ευκαιριών, που προκύπτουν για λύση των θεμάτων, και όχι της μετάθεσης αυτών στο απώτερο μέλλον, κάτι που πρακτικά αποβαίνει σε βάρος των εθνικών συμφερόντων.
Απόρροια αυτής της διαχρονικής τακτικής και ίσως το «ηχηρότερο» παράδειγμα, αποτελεί το ζήτημα της ονομασίας του νεότευκτου Κρατιδίου των Σκοπίων, με επιδίωξη την ονομασία «Μακεδονία» και την έξαρση περί «Μακεδονικού Έθνους», έχοντας ρίζες στο τεχνητό εθνικιστικό «μόρφωμα», που δημιούργησε ο Τίτο, εντός της ενιαίας πάλαι ποτέ ισχυρής Γιουγκοσλαβίας. Η μεγάλη ευκαιρία για ευνοϊκή λύση αυτού του θέματος χάθηκε στις αρχές του ’90, όταν η Γερμανία αγωνιούσε και επεδίωκε την άμεση Ευρωπαϊκή αναγνώριση της Σλοβενίας και Κροατίας ως αυτόνομων κρατών, κατά το αρχικό στάδιο της επιχειρήσεως διαλύσεως της Γιουγκοσλαβίας. Τότε η Ελλάδα θα μπορούσε να ασκήσει veto, με τον όρο να αναγνωριστεί ταυτόχρονα το Κράτος των Σκοπίων με το όνομα «Δημοκρατία του Βαρδάρη», που αποτελούσε το πλέον δηλωτικό όνομα για την περιοχή αυτή. Είναι βαρύτατες οι ευθύνες της Κυβέρνησης Μητσοτάκη και του, τότε, Υπουργού Εξωτερικών κ. Σαμαρά, που αντί να λύσουν το ζήτημα αυτό άμεσα, στην «ρίζα» του, το άφησαν να «σέρνεται διεθνώς» με το προσωρινό όνομα «FYROΜ», που εμπεριέχει τον όρο «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ως πρώην τμήμα της Γιουγκοσλαβίας.
H απόπειρα πιέσεως της ηγεσίας αυτού του Κράτους, στην συνέχεια, από την Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου με την υπογραφή της ενδιάμεσης συμφωνίας, αν και αποτελούσε μονόδρομο ορθής πολιτικής, απέτυχε, αφού υπονομεύθηκε, τόσο από διεθνείς παράγοντες, όσο και από την επαμφοτερίζουσα στάση όλων των Κυβερνήσεων που ακολούθησαν, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο πρώτος Πρόεδρος του Kράτους αυτού Κίρο Γκλιγκόροφ, είχε δηλώσει δημόσια ότι: «Εμείς δεν έχουμε καμία σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο, είμαστε Σλάβοι και εμφανιστήκαμε στην περιοχή τον 6ο αιώνα μ.Χ.».
Σήμερα, φαίνεται ότι έχει δρομολογηθεί η λύση αυτού του ζητήματος, με αποδοχή από την Ελλάδα σύνθετης ονομασίας τύπου «Νέα Μακεδονία». Αυτό προκύπτει συνδυαστικά από την προσπάθεια να εμφανισθεί με ηπιότερους τόνους η νέα Κυβέρνηση των Σκοπίων υπό τον κ. Ζάεφ και τις απανωτές δηλώσεις κυβερνητικών Ελλήνων αξιωματούχων και του ίδιου του Πρωθυπουργού, ότι είναι ικανοποιητικό για την Ελλάδα να αναγνωριστεί από τα Σκόπια το ότι δεν είναι οι μοναδικοί κληρονόμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου!!!
Πρόκειται για τον πυρήνα της λεγόμενης αποδομητικής αντίληψης της Ιστορίας, σύμφωνα με την οποία, οι ιδέες περί έθνους και εθνότητας είναι σχετικά πρόσφατες στην ιστορική εξέλιξη και δεν τίθεται ζήτημα συνέχειας του Έθνους, ούτε βιολογικής ούτε πολιτισμικής. Η παράδοση και η συνέχειά της είναι εργαλεία πολιτικής, και όχι αντικειμενικές ιστορικές καταστάσεις. Έτσι, σύμφωνα με την θεωρία αυτή, οι «Μακεδόνες» της FYROM έχουν εξίσου δικαίωμα στην επινόηση μιας συνέχειας από την Αρχαία Ελλάδα και την Μακεδονία, όπως και οι Έλληνες. Η συγκεκριμένη Σχολή Σκέψης, που αντλεί ουσιαστικά τις απόψεις της από τις θεωρίες του Αυστριακού διανοούμενου Jacob Philipp Fallmerayer, δεν εξετάζει, καν, αν οι ισχυρισμοί περί πολιτισμικής, έστω, συνέχειας τεκμηριώνονται ή όχι ιστορικά. Σύμφωνα με αυτήν, έθνη, παράδοση και συνέχεια είναι κοινωνικές κατασκευές και τίποτα περισσότερο.
Είναι γνωστό, ότι οι απόψεις αυτές της αποδομητικής αντίληψης της Ιστορίας καλλιεργήθηκαν, μεταξύ άλλων, και από την λεγόμενη «διανόηση» της «ανανεωτικής Αριστεράς», ως η μια όψη του ιδίου νομίσματος του «εθνομηδενισμού», δηλαδή της «αριστερής» εκδοχής αυτού (κοσμοπολιτισμός και πολυπολιτισμικότητα), έναντι της δεξιάς εκδοχής του (παγκοσμιοποίηση, ουσιαστική κατάργηση εθνικών κρατών κ.λπ.).
Καλύτερη, συνεπώς, συγκυρία για τον διεθνή παράγοντα, και ειδικότερα για τις Η.Π.Α., που επιθυμούν σφόδρα να εντάξουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, με ολική υποχώρηση της Ελληνικής πλευράς γύρω από το όνομα της γειτονικής Χώρας, αλλά και των συνεχόντων με αυτό κρίσιμων θεμάτων, που αφορούν τις αλυτρωτικές επιδιώξεις των Σκοπιανών ως Μακεδόνων και δήθεν κληρονόμων και απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν υπάρχει. Και αυτό, γιατί μεγάλο μέρος των στελεχών της σημερινής Κυβέρνησης εμφορείται από τις παραπάνω αντιλήψεις. Κάποιοι, μάλιστα, είχαν πρωτοστατήσει στο παρελθόν, καταδικάζοντας την, τότε, πολιτική Ανδρέα Παπανδρέου, σε διατύπωση απόψεων του τύπου, ότι η άσκηση πίεσης στο Κράτος των Σκοπίων να διαφοροποιήσει την ονομασία του, αποτελούσε έκφανση ενός δήθεν επικινδύνου Ελληνικού εθνικισμού !!!
Οι προσχηματικές, τέλος, θεατρικές διαφοροποιήσεις και «κυβισθήσεις» Καμμένου και στο θέμα αυτό, σε συνδυασμό με την ασαφή και «ψοφοειδή» στάση της Αντιπολίτευσης στη Βουλή, απλώς μεγεθύνουν το θλιβερό «θέατρο παραλόγου» στην Ελληνική πολιτική ζωή και καταδεικνύουν το ελλείπον «βάρος» του σημερινού πολιτικού προσωπικού της βυθιζόμενης Ελλάδας.
* Ο Γεώργιος Παπασίμος είναι Δικηγόρος, Μέλος της «Πρωτοβουλίας 14ης Μάη».
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!