ΟΙ ΣΥΓΚΛΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΙΣΕΙΣ ΣΤΟ « ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ» ΖΗΤΗΜΑ ΑΝΑΔΙΑΤΑΣΣΟΥΝ ΤΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
Όποτε κι αν γίνει η επόμενη εκλογική αναμέτρηση, το « ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ» ζήτημα αναδιατάσσει τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας στις προτεραιότητές τους, στα διακυβεύματά τους, στο εκλογικό τους πρόγραμμα, στη πολιτική συμμαχιών και μετεκλογικών συνεργασιών. Το πιο πιθανό ενδεχόμενο, με βάση και την πρόσφατη απόφαση των ΑΝΕΛΛ να τηρήσουν την « έντιμη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ» μέχρι το τέλος της 4ετίας ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στο « μακεδονικό», είναι να προηγηθούν οι Εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο και να γίνουν οι Βουλευτικές Εκλογές στη λήξη της συνταγματικής θητείας της παρούσας συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ.
Ούτως ή άλλως, όλες οι πολιτικές δυνάμεις θεωρούν πολύ σημαντικό ζήτημα το « μακεδονικό» – « σκοπιανό»για τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, για τη σχέση μας με τη γειτονική χώρα – ΠΓΔΜ -, αλλά και με την Αλβανία – τη Τουρκία – τη Σερβία – τη Βουλγαρία…, καθώς και για τον ρόλο της Ελλάδας ως Πυλώνα Σταθερότητας στην ευαίσθητη αυτή ζώνη. Το ζήτημα λοιπόν θα επηρεάσει από κάθε άποψη και τις Ευρωεκλογές και κυρίως τις Βουλευτικές Εκλογές. Ορισμένοι – όπως ο κ.Πατούλης – θέλουν να επηρεάσει και τις Αυτοδιοικητικές Εκλογές, γιαυτό και κάνουν προσκλητήρια συμμετοχής Δημάρχων και άλλων αυτοδιοικητικών στελεχών στο Συλλαλητήριο της Αθήνας.
Τί κάνουμε λοιπόν με το « μακεδονικό» ; Θέλουμε να υπάρξει πρόταση της Ελλάδας για « Σύμφωνο συνολικής λύσης» τώρα, όπως προτείνει ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, ή να « αναμείνουμε για μια άλλη χρονική περίοδο» όπως προτείνει ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης ; Να βάλουμε δηλαδή ξανά στο ψυγείο τη συνεννόηση με τη γειτονική χώρα για την ονομασία της – ergaomnes -, τους αλυτρωτισμούς της, τις ιστορικές παραχαράξεις της, τις συνταγματικές ρυθμίσεις της, και να πηγαίνουμε στις Διεθνείς συναντήσεις – στον ΟΗΕ – στην ΕΕ – στο ΝΑΤΟ – στα Παγκόσμια Συνέδρια… και να ακούμε ότι η γειτονική χώρα λέγεται « σκέτη Μακεδονία» και οι κάτοικοί της « σκέτοι Μακεδόνες», χωρίς κανένα άλλο γεωγραφικό ή εθνολογικό προσδιορισμό ; Ο κ. Μητσοτάκης, με τη πρόταση αυτή, « ξεχνά» όσα προηγήθηκαν επί 25 χρόνια, « ξεχνά» την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 και συγκαλύπτει τη βαθιά διαίρεση που υπάρχει στη ΝΔ για την ονομασία της γειτονικής χώρας, αν και γνωρίζει πολύ καλά και τις απόψεις που είχε ο πατέρας του – ως Πρωθυπουργός σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες – και η αδελφή του ως Υπουργός Εξωτερικών. Παρασύρεται όμως από τις σύγχρονες εκδοχές του σωβινισμού, από «τα ψηφαλάκια», απο τα Συλλαλητήρια του υπερ-πατριωτισμού ( κανείς δεν αγνοεί τη μαζικότητά τους – τα μηνύματά τους ) και από τις διεργασίες στην ευρύτερη ΔΕΞΙΑ και ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ, αγνοώντας όσους από τον χώρο του διατηρούν επαφή με την ειλικρίνεια – την υπευθυνότητα – τη σοβαρότητα και όσα όλοι μαζί κατήγγειλαν ως «εθνικολαϊκισμό», τον οποίο απέδιδαν στους ΑΝΕΛΛ.
Το μεγάλο πρόβλημα για τον κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ είναι ότι ενόψει Ευρωεκλογών και Βουλευτικών Εκλογών, θα χρειαστεί να πουν κάτι και γιατη σύνθετη ονομασία των γειτόνων μας, αν θέλουν να συνεννοηθούμε – να συμβιβαστούμε – και με τις δικές τους ανάγκες, καθώς γνωρίζουμε ότι δεν έχουν στέρεους εθνολογικούς δεσμούς μεταξύ τους – Σλαβομακεδόνες, Αλβανοί, Βούλγαροι, Σέρβοι, Έλληνες, Ρομά… – και ότι η Τουρκική διπλωματία επενδύει στην εθνολογική διαμάχη. Το πιο δύσκολο για τη ΝΔ είναι ότι θα ανταγωνίζεται τη ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ και τους άλλους εθνικολαϊκιστές, θα συναντά την ειρωνεία των συμμάχων της στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και θα απομυθοποιείται ακόμη και ως κεντροδεξιά μεταρρυθμιστική δύναμη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από το « μακεδονικό» ζήτημα, έχει ένα ακόμη θετικό στοιχείο για τις διεργασίες που αφορούν το εκλογικό του πρόγραμμα – τη πολιτική συμμαχιών και τη πολιτική ευρύτερων μετεκλογικών συνεργασιώνπου λαμβάνουν υπόψη και τις συνεργασίες με Απλή Αναλογική. Συμπληρώνει στα πατριωτικά του καθήκοντα, αυτό που είναι κύριο – δηλαδή να σταματήσει η Ελλάδα να είναι οικονομικό προτεκτοράτο των δανειστών της – και τη μετατροπή της χώρας σε Πυλώνα Σταθερότητας σε διακεκαυμένη περιοχή, σε Πρωταγωνιστική δύναμη πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής – σημαντικών πρωτοβουλιών στη Νότια Ευρώπη και τα Βαλκάνια – συμβολής στην ευρωπαϊκή εμβάθυνση με προστασία και των εθνικών συνόρων από κάθε απειλή. Με τις θέσεις αυτές, δημιουργεί – αντικειμενικά – πολιτική συμμαχιών – κι όχι φλέρτ ή τακτικισμών – με τον ευρύτερο σοσιαλδημοκρατικό κεντροαριστερό μεταρρυθμιστικό χώρο, αλλά και πεδίο περιορισμένης συμφωνίας με το ΚΚΕ, που έχει σταθερή γραμμή πατριωτικής και διεθνιστικής πλεύσης στο « μακεδονικό» και τα άλλα εθνικά θέματα.
Είναι λοιπόν πολύ σωστό το συμπέρασμα ότι « το μακεδονικόπυροδοτεί πολιτικές ανακατατάξεις, διεργασίες, εξελίξεις, για την επόμενη μέρα, ως καταλύτης μετεκλογικών κυβερνητικών συνεργασιών…».