Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΔΗΜ. ΒΑΒΙΤΣΑ
Σε προηγούμενο άρθρο μας επιχειρήσαμε μία προσέγγιση της έννοιας της «ετερότητας». Η ετερότητα, όμως, όπως αναφέραμε, υπάρχει πάντοτε σε σύγκριση με κάτι άλλο, το οποίο χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι το «έτερον», για να υπάρξει, χρειάζεται το «ταυτόν», το οποίο σημαίνει «το ίδιο». Επομένως, η έννοια της «ετερότητας» σχετίζεται άμεσα –αποτελώντας, επί της ουσίας, τη μία όψη του νομίσματος– με την έννοια της «ταυτότητας».
Η έννοια της «ταυτότητας» υποδηλώνει ένα σύνολο διαφοροποιητικών χαρακτηριστικών και γνωρισμάτων τα οποία καθορίζουν ποιος είναι κάποιος, τι είναι κάτι, και επιτρέπουν την αναγνώρισή του, με αποτέλεσμα η ταυτότητα να αποτελεί μοναδικότητα έναντι της πολλαπλότητας του πλουραλισμού των διαφορετικοτήτων, προσώπων και λαών. Δηλαδή, η ταυτότητα ενός προσώπου ή λαού σημαίνει ταύτιση με αξίες, ιδεώδη, πρότυπα και κανονιστικές αρχές, μέσω των οποίων καθίσταται δυνατή η αναγνώριση του ίδιου του εαυτού του προσώπου μέσα σε μια κοινότητα.
Υπό αυτήν την έννοια, η ταυτότητα παραμένει ακατανόητη αν δεν τοποθετηθεί σε κάποιο κόσμο, καθώς είναι φαινόμενο που αναδύεται μέσα από τη διαλεκτική σχέση ατόμου και κοινωνίας.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε το γεγονός ότι η ταυτότητα ταξινομείται και υπόκειται σε μία γενική διάκριση ανάμεσα σε προσωπική ταυτότητα και κοινωνική ταυτότητα. Με την έννοια της «προσωπικής ταυτότητας» υποδηλώνεται η μοναδικότητα του υποκειμένου, η οποία συνιστά αποτέλεσμα της πορείας και της προσωπικής ιστορίας του ατόμου μέσα στον χρόνο, στην αίσθηση ότι η ύπαρξή του είναι μοναδική και δεν επαναλαμβάνεται, καθώς και στη συνείδηση της αποκλειστικότητας της ατομικής του ύπαρξης, ενώ, αντίθετα, η έννοια της «κοινωνικής ταυτότητας» παραπέμπει σε συλλογικότητες και στο γεγονός ότι το υποκείμενο ανήκει σε κοινωνικές κατηγορίες, οι οποίες αποτελούν τα στοιχεία ενός πολύπλοκου συστήματος
ταξινόμησης των κοινωνικών ιδιοτήτων, που είναι ενεργό στην κοινωνία του.
Επιπλέον, μία ακόμη διάκριση της κοινωνικής ταυτότητας είναι σε δυνητική και πραγματική, όπου η «δυνητική κοινωνική ταυτότητα» αφορά τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά που υπό κανονικές συνθήκες αναμένονται από τον κάτοχο της εν λόγω ταυτότητας, ενώ η «πραγματική ταυτότητα» παραπέμπει στην εμπειρικά βιούμενη (από τη σκοπιά πάντοτε του παρατηρητή) εικόνα του «Άλλου», στις de facto ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά του.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι η ταυτότητα του κάθε υποκείμενου προκύπτει από τη διαλεκτική σχέση της προσωπικής – ατομικής του ταυτότητας με τις κοινωνικές – συλλογικές ταυτότητες, όπου αλληλεπιδρούν πολλοί και διαφορετικοί μεταξύ τους παράγοντες: κοινωνικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, ταξικοί, πολιτισμικοί κ.ά. Το αποτέλεσμα της παραπάνω διαλεκτικής σχέσης είναι η ταυτότητα του ατόμου, η οποία αναπτύσσεται και εξελίσσεται συνεχώς.
* Ο Θεόδωρος Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!