Είναι πιά ολοφάνερο ότι η ευθύνη των Κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για τη σκανδαλώδη διαχείριση του δημοσίου χρήματος – τα απίθανα ελλείμματα – τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό – την ιλιγγιώδη υπερχρέωση – δεν μπορεί να κρυφτεί. Επιχειρούν γι’ αυτό έναν προκλητικό αντιπερισπασμό.
«Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ με τους χειρισμούς που έκανε το 1ο 6μηνο του 2015, κόστισε στην οικονομία 100 – 200 δις ευρώ» ισχυρίζονται. Τα 100 δις προέρχονται από τους «υπολογισμούς» του Κλάους Ρέγκλινγκ και του Γιάννη Στουρνάρα. Τα 200 δις από τους «υπολογισμούς» του Τόμας Βίζερ. Οι υπολογισμοί τους ποτέ δεν υποστηρίχθηκαν με συγκεκριμένα οικονομικά δεδομένα. Αθροίζουν τις επιπτώσεις από τη μείωση των αναμενόμενων ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας όχι μόνον για τα έτη 2015 και 2016 αλλά για όσο διάστημα θα διαρκέσει η αποπληρωμή του χρέους, τη μείωση του χαρτοφυλακίου του ΤΧΣ και των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Δημόσιων Επιχειρήσεων, τις εκροές συναλλάγματος, το κάπιταλ κοντρόλ και τον νέο δανεισμό της χώρας με 86 δις ευρώ από τη 3η μνημονιακή Σύμβαση και καταλήγουν σε αυθαίρετο καταλογισμό ευθύνης είτε στον τότε Υπουργό Οικονομικών κ. Βαρουφάκη είτε σε όλη τη Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό.
Η λαθροχειρία δεν βρίσκεται κυρίως στους οικονομικούς συλλογισμούς, που και αυτοί «ξεχνάνε» ότι τα 54 από τα 86 δις του δανεισμού είχαν πολύ μικρότερο επιτόκιο και ότι από τα 25 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών χρησιμοποιήθηκαν μόνον τα 5,8 δις ( η Κομισιόν ανακοίνωσε πρόσφατα ότι τα υπόλοιπα μπορούν να αξιοποιηθούν με πολλούς τρόπους από τη Κυβέρνηση, ακόμη και για την απόσβεση του χρέους προς το ΔΝΤ ). Το «γελοίο» των ισχυρισμών τους είναι ο καταλογισμός της ευθύνης στη νέα Κυβέρνηση κι όχι στους εκβιασμούς των Δανειστών: ΔΝΤ – ΕΕ – ΕΚΤ.
«Όταν ο κ. Βαρουφάκης έγινε Υπουργός Οικονομικών της Ελλάδος, κληρονόμησε μια τεράστια κρίση για την οποία προφανώς δεν ευθυνόταν. Η ευθύνη βαραίνει απολύτως τις προηγούμενες Κυβερνήσεις» δήλωσε πρόσφατα ο κ. Νόρμαν Λαμόντ Υπουργός Οικονομικών της Μεγ. Βρετανίας στη Κυβέρνηση Μέϊτζορ και συνέχισε « Κατά την άποψή μου η προσέγγιση που υιοθετήθηκε από την ΕΕ στο πρόβλημα του ελληνικού χρέους ήταν ισοπεδωτική, μη ρεαλιστική και προκάλεσε μεγάλο πόνο. Για μια σοβαρή μακρόπνοη επίλυση δεν αρκούσε η απαραίτητη δημοσιονομική πειθαρχία. Χρειάζονταν και η αναδιάρθρωση του χρέους…».
Παράλληλα ο κ. Χάνς Βέρνερ Ζίν – Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μονάχου και Σύμβουλος της Κυβέρνησης Μέρκελ – έγραψε «Ο κ. Βαρουφάκης υπεραμύνθηκε των ελληνικών συμφερόντων. Χωρίς την απειλή του να εισαγάγει ένα παράλληλο σύστημα πληρωμών το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε νέο νόμισμα, οι εκπρόσωποι των δανειστών δεν ήταν διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε 3ο πακέτο διάσωσης. Ο ισχυρισμός ότι οι πολιτικές του κόστισαν χρήματα στο ελληνικό κράτος είναι μια παράλογη διαστρέβλωση της αλήθειας».
Στα συμπεράσματα αυτά καταλήγουν και άλλοι δύο κορυφαίοι Οικονομολόγοι: ο κ. Τζέφρι Σάκς του Πανεπιστημίου Κολούμπια και ο κ. Τζέϊμς Γκαλμπρέϊθ του Πανεπιστημίου του Τέξας. «Ο ισχυρισμός του Τόμας Βίζερ ότι ο κ. Βαρουφάκης και η Ελληνική Κυβέρνηση του 1ου 6μήνου του 2015 κόστισαν 200 δις ευρώ στην Ελλάδα είναι γελοίος» ανέφεραν σε κοινή τους δήλωση. «Όπως γνωρίζει ο κ. Βίζερ – καθώς ήταν από τους αρχιτέκτονες των επιλογών των δανειστών – η ελληνική οικονομία στραγγαλίστηκε. Οι δανειστές κατάφεραν σοβαρή ζημιά : από την πρώτη μέρα υπονόμευσαν τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, αρνήθηκαν την αναδιάρθρωση του χρέους, επέμειναν στη σκληρή λιτότητα και το πιο σημαντικό αρνήθηκαν κάθετα να διαπραγματευτούν καλή τη πίστη. Τα μέτρα των δανειστών ήταν καταστροφικά για την Ελλάδα…» συμπέραναν.
Κατόπιν τούτων, καθίστανται γελοίοι και οι ισχυρισμοί της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που αντί να καταλογίσουν την ευθύνη του στραγγαλισμού της ελληνικής οικονομίας και της εγκληματικής μείωσης του ΑΕΠ της χώρας κατά 25%, στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης της Ελλάδας που επέλεξαν οι δανειστές, καταλογίζουν την ευθύνη αυτή στο «ασθενοφόρο διάσωσης». Στη Κυβέρνηση ανάταξης των καταστροφικών συνεπειών και αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, στη Κυβέρνηση ολιστικής ανασυγκρότησης της χώρας με προωθητικές μεταρρυθμίσεις και δίκαιη ανάπτυξη.