Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΔΗΜ. ΒΑΒΙΤΣΑ
Η Κριτική θεωρία αποτελεί ένα ιδιαίτερα αντισυμβατικό σώμα ιδεών, ιδιαίτερα γόνιμο και εσωτερικά διαφοροποιημένο, το οποίο εμφανίστηκε στη Γερμανία τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Στις πιο ιστορικές στιγμές της εμφάνισης και αρχικής θεμελίωσης της Κριτικής θεωρίας συγκαταλέγονται η ίδρυση του Ινστιτούτου Κοινωνικής Έρευνας το 1923 στη Φρανκφούρτη με αρχικό διευθυντή τον Max Horkheimer, η αναγκαστική μεταφορά του στη Νέα Υόρκη και η φιλοξενία του από το Πανεπιστήμιο Columbia, η εναρκτήρια ομιλία τού Horkheimer στο Ινστιτούτο με τίτλο: «Η παρούσα κατάσταση της κοινωνικής φιλοσοφίας και τα καθήκοντα που έχει μπροστά του το Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας» το 1931, το δοκίμιό του: «Παραδοσιακή και κριτική θεωρία» το 1937, η έκδοση και λειτουργία της «Επιθεώρησης Κοινωνικής Έρευνας», καθώς και η επανέναρξη των εργασιών του Ινστιτούτου στη Φρανκφούρτη τα μεταπολεμικά χρόνια, το 1951.
Ωστόσο, η αφετηριακή αρχή της Κριτικής θεωρίας βρίσκεται αρκετά πιο πίσω, στις σημαντικές μεταβολές που επέφερε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Οι διανοούμενοι της εποχής είχαν μετατοπίσει το κέντρο βάρους του σοσιαλισμού προς την ανατολή, καθώς η επιτυχία της επανάστασης των Μπολσεβίκων –σε συνδυασμό με τις αποτυχημένες επαναστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη– έθεσαν νέα διλήμματα στους εκφραστές και τους διανοούμενους του ευρωπαϊκού μαρξισμού.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, έκανε την εμφάνισή της και μία ακόμη κατεύθυνση, η οποία στόχευε στην ενδελεχή επανεξέταση των ίδιων των θεμελίων της μαρξιστικής θεωρίας, με τη διπλή προσδοκία της εξήγησης των σφαλμάτων του παρελθόντος και της προετοιμασίας για μελλοντική δράση. Έτσι, ξεκίνησε μία διαδικασία η οποία οδήγησε στο φιλοσοφικό παρελθόν του Μαρξ, σε προσπάθειες προσέγγισης της σχέσης της θεωρίας με την πράξη, καθώς και ο επαναπροσδιορισμός του σκοπού της επαναστατικής δραστηριότητας.
Είναι, λοιπόν, εμφανής η προσπάθεια της Κριτικής θεωρίας για επανεξέταση των θεωρητικών παραδοχών, των αντιλήψεων αλλά ακόμη και της πρακτικής του μαρξισμού. Η ανανέωση αυτή γίνεται αντιληπτή μέσα από την παραδοχή του ίδιου του Horkheimer, ο οποίος υποστήριξε ότι η φύση της εργασίας του Ινστιτούτου είναι διεπιστημονική, τονίζοντας τον καίριας σημασίας ρόλο της κοινωνικής ψυχολογίας στη γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, κάτι το οποίο διέφερε από την κοινωνιολογία που ασκούσαν οι μέχρι τότε παραδοσιακοί Γερμανοί ακαδημαϊκοί.
Το όνομά τους με την Κριτική θεωρία έχουν συνδέσει πολλά ονόματα της διανόησης, όπως οι Max Horkheimer, Theodor Adorno, Walter Benjamin, Erich Fromm, Herbert Marcuse κ.ά. Έργο «σταθμός», ωστόσο, για την καλύτερη «γνωριμία» με τις θέσεις της Κριτικής θεωρίας αποτελεί το πόνημα των Max Horkheimer και Theodor Adorno «Διαλεκτική του Διαφωτισμού», στο οποίο εξέφρασαν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τη θεωρητική κριτική τους, γι’ αυτό και θεωρούνται άλλωστε ως οι σημαντικότεροι θεμελιωτές της Κριτικής θεωρίας.
* Ο Θεόδωρος Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!