Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ Δ. ΒΑΒΙΤΣΑ
Οι έννοιες «πολιτισμός» και «κουλτούρα» συμπύκνωναν και αποτύπωναν αμφότερες, κατά την προ-νεωτερική περίοδο, ισότιμα, ένα κοινό νόημα για την επιβίωση, συμβίωση και ποιότητα ζωής του ανθρώπου. Υπό αυτή τη θεώρηση, τα επιτεύγματα του ανθρώπου στη θετικιστική τους κατεύθυνση και η κουλτούρα, ως πνευματική αγωγή, είχαν ένα πεδίο αξιών που συλλειτουργούνταν σ’ έναν γεωγραφικό χώρο.
Ωστόσο, η αντιφατικότητα του πολιτισμού προέκυψε από τον 19ο αιώνα, όταν συνδέθηκε με το άθροισμα των επιτευγμάτων του ανθρώπου, με τον ιμπεριαλισμό, την εκβιομηχάνιση, τον ατομισμό, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, τη μόλυνση του περιβάλλοντος κ.λπ. Έτσι, προέκυψε η ανάγκη μιας εννοιολογικής κάθαρσης του όρου «πολιτισμός» με κριτήρια πνευματικής καλλιέργειας και ολοκλήρωσης της ανθρώπινης ύπαρξης και κοινωνίας.
Έχουμε, επομένως, τη διάκριση των εννοιών του «πολιτισμού» και της «κουλτούρας», με τον μεν πολιτισμό να λογίζεται προσδεδεμένος στο άρμα της παγκοσμιοποίησης με τα αρνητικά της πρόσημα, ενώ η κουλτούρα δανείστηκε τον συμβολισμό από τον φυσικό πλούτο της γης, για να στρέψει την προσοχή στην εσωτερική μόρφωση του ανθρώπου.
Η μόρφωση είναι το αιθέριο προϊόν της ακμής του ουμανισμού, της χρυσής εποχής του γερμανικού ιδεαλισμού, μεταξύ 1780 και 1830. Πρόκειται για την κλασική περίοδο των γραμμάτων και των τεχνών, όταν έζησαν και έδρασαν μεγάλοι φιλόσοφοι, ποιητές και μουσικοί, όπως οι: Kant, Hegel, Goethe, Mozart κ.λπ.
Η φιλοσοφική ανάλυση και το ιστορικό ξετύλιγμα της ιδέας της μόρφωσης παραπέμπει στον διπλό χαρακτήρα της κουλτούρας: από τη μία της πνευματικής καλλιέργειας, από την άλλη ενός τεχνικού πολιτισμού. Ο ουμανισμός υπονοούσε τόσο την υποκειμενική οικείωση της κουλτούρας, την κατ’ εξοχήν μόρφωση, όσο και την κυριαρχία πάνω στη φύση, δηλαδή την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, της επιστήμης και της τεχνικής. Αυτή η ένταση μεταξύ του υποκειμενικού και του αντικειμενικού διαλύθηκε, οι δύο πόλοι αυτονομήθηκαν, εφόσον η κοινωνική υλοποίηση του αστικού ιδανικού, η πολιτισμένη κοινωνία ίσων και αυτόνομων ανθρώπων, ναυάγησε.
Η πνευματική κουλτούρα, η οποία λογίζεται ως το νόημα και το περιεχόμενο της μόρφωσης, γίνεται πλέον προνόμιο των λίγων, ενώ για τους πολλούς παραμένει το άπιαστο πουλί του ελεύθερου χρόνου μετά την εξαντλητική εργασία. Γι’ αυτούς η μόρφωση σημαίνει προσαρμογή, αλλά δεν έχει τον χαρακτήρα ενός δεσμευτικού αιτήματος για εκλέπτυνση των τρόπων σε μια κοινωνία που οδεύει βιομηχανικά στον δαμασμό της εξωτερικής και ανθρώπινης φύσης.
Ως απόρροια όλων των παραπάνω, τα πνευματικά προϊόντα φετιχοποιούνται, η απόμακρη αίγλη του πνεύματος αφήνει άθικτο το πεδίο της υλικής παραγωγής, μετατρέποντας τα ιδανικά του φιλελευθερισμού σε απλή ιδεολογία, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα η ιδεολογία αυτή να μη θεωρείται πια ως ψευδής συνείδηση, μια παραπλανητική αυτοεικόνα της κοινωνίας για τη δικαιολόγηση της κυριαρχίας της άρχουσας τάξης, αλλά να παρουσιάζεται ως δημοκρατικό θαύμα, μια εκδημοκρατισμένη μορφή της ημιμόρφωσης, που τείνει να θάψει τη μόρφωση, μια που η πολιτιστική βιομηχανία χειραγωγεί το «πνεύμα» των πολυάσχολων και νωχελικών καταναλωτών της.
* Ο Θεόδωρος Δ. Βαβίτσας είναι Δάσκαλος, Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!