Η έξοδος από τα μνημόνια δεν είναι επικοινωνιακό εύρημα αλλά ιστορικό γεγονός για την πατρίδα μας. Ο πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ μοιράστηκε με τους πολίτες το όραμα της κυβέρνησης και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α για την επόμενη μέρα, περιγράφοντας το παραγωγικό μοντέλο που θα κάνει την Ελλάδα παράδειγμα δίκαιης ανάπτυξης και ευημερίας με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο επίκεντρο αυτού του σχεδίου βρίσκονται η ανάκτηση και η προστασία της εργασίας με αξιοπρεπείς συνθήκες δουλειάς και αμοιβής για όλους τους πολίτες και η ενίσχυση των επενδύσεων. Ακόμη προτεραιότητες αποτελούν η διαρκής μείωση της ανεργίας, η ενδυνάμωση του κοινωνικού κράτους, των δικαιωμάτων και η προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Η θετική πορεία της οικονομίας που καταγράφεται σε όλα τα στατιστικά μεγέθη δημιουργεί τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο για αναγκαίες κοστολογημένες ελαφρύνσεις που θα κάνουν τη διαφορά να φανεί στην καθημερινότητα του πολίτη. Συνεπώς, δεν πρόκειται για «παροχολογία», όπως ισχυρίζονται αυτοί που χρεοκόπησαν τη χώρα, αλλά για άρση μνημονιακών αδικιών.
Σε αυτό το πλαίσιο, εντός του 2018, νομοθετείται η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% μεσοσταθμικά σε δύο φάσεις η οποία θα φτάσει έως και 50% για 1,2 εκ. χαμηλές περιουσίες. Επίσης σχεδιάζεται αλλαγή της δομής του, σε φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας, ώστε να είναι πιο αναλογικός και δίκαιος για τους οικονομικά αδύναμους. Επιπλέον η Κυβέρνηση έχοντας κερδίσει το στοίχημα της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού, καθώς ο ΕΦΚΑ έχει για δεύτερη χρονιά πλεονασματική λειτουργία, προχωρά στην ελάφρυνση των ασφαλιστικών εισφορών που αφορούν κύρια, επικουρική σύνταξη και εφάπαξ, για εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες, γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς και αγρότες γεγονός που θα αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα τους. Αντίθετα το «μοντέλο Πινοσέτ» που προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση οδηγεί στη διάλυση, στην κερδοσκοπική ιδιωτική ασφάλιση και στον ακρωτηριασμό τον συντάξεων.
Παράλληλα η αποκατάσταση των μνημονιακών ρυθμίσεων στην αγορά εργασίας έχει ήδη αρχίσει με την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων σε μια σειρά επαγγελματικούς τομείς, την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού καθώς και την εκκίνηση της συζήτησης για την αύξηση του κατώτατου μισθού, στις αρχές του 2019. Μάλιστα, το αμέσως επόμενο διάστημα επιδοτούνται το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών για νέους μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα, έως 25 ετών σε ορίζοντα διετίας (50% από 1/1/19 και 100% από 1/1/20), ενισχύεται η υγιής επιχειρηματικότητα με μείωση του φόρου των επιχειρήσεων σταδιακά από το 29% στο 25% σε βάθος τετραετίας ενώ άμεσα καταργείται ο φόρος επιτηδεύματος για συνεταιρισμένους αγρότες, συνεταιρισμούς- ΚΝΣΕΠ καθώς και για ανενεργές επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα λαμβάνονται επιπλέον τα μέτρα κοινωνικής στήριξης για τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας. Έτσι ξεκινά πρόγραμμα επιδότησης ενοικίου, με ποσά από 70 έως 200 ευρώ το μήνα, με εισοδηματικά κριτήρια για τουλάχιστον 300.000 οικογένειες. Επίσης το πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι», που αφορά δεκάδες χιλιάδες ηλικιωμένους και Άτομα με Ειδικές Ανάγκες, ενισχύεται με 3.000 προσλήψεις μόνιμου εξειδικευμένου προσωπικού ενώ θα γίνουν και 4.500 άμεσες προσλήψεις για την ενίσχυση της Ειδικής Αγωγής στα Δημόσια σχολεία.
Όλα τα παραπάνω συγκροτούν το πλαίσιο πάνω στο οποίο πρέπει να γίνει η αντιπαράθεση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις πάνω σε ιδέες, προτάσεις με επίκεντρο την κοινωνική ατζέντα. Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού είναι δίκαιες, απαντούν στις ανάγκες των πολλών και δημιουργούν μια νέα ελπίδα και προοπτική για τη χώρα μας. Την ίδια στιγμή, η Ν.Δ, βλέποντας το επικοινωνιακό της αφήγημα να καταρρέει, φαίνεται πως δεν μπορεί να παράγει ουσιαστικό προγραμματικό λόγο. Το σχέδιο που παρουσίασε ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ έχει την ίδια λογική με τις προτάσεις του ΔΝΤ που απορρίφθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση. Η Ν.Δ επιλέγει τη συντριβή της εργασίας, αφού ισχυρίζεται ότι δεν χρειάζονται οι προστατευτικές ρυθμίσεις των εργαζομένων και επαφίεται στην καλή θέληση κάθε εργοδότη. Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι επιμένει στη συρρίκνωση του κράτους και ζητά την επιστροφή του κανόνα 1:5 (μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις) των σκληρών μνημονιακών χρόνων εκχωρώντας ταυτόχρονα τομείς του δημοσίου στους ιδιώτες. Η πρόταση της Ν.Δ υπόσχεται ελαφρύνεις, κυρίως στους έχοντες, χωρίς να εξηγεί που θα βρεθούν τα χρήματα ενώ υιοθετεί μια αντικοινωνική προσέγγιση για τους τομείς της Υγείας, της Εκπαίδευσης, της Κοινωνικής Ασφάλισης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης οδηγώντας σε διάλυση του κοινωνικού κράτους. Πρόκειται για μια σκληρή νεοφιλελεύθερη πρόταση που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των οικονομικών ελίτ και «ημετέρων», εις βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας.