Του ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
«Τα δε πάντα οιακίζει κεραυνός»
(Ηράκλειτος)
Ο Εφέσιος φιλόσοφος, με έναν επιγραμματικό τρόπο διατύπωσε το βασικό στοιχείο που συνιστά την ουσία του σύμπαντος και εξασφαλίζει την αρμονία και τη λειτουργία του. «Όλα τα κυβερνά ο κεραυνός». Η γνωστή εικόνα του Δία με τον κεραυνό δεν πιστοποιεί μόνον την αναμφισβήτητη δύναμη – εξουσία του αλλά κατεξοχήν φανερώνει εκείνο το στοιχείο – το πυρ – που συνέχει τα πάντα.
Το πυρ – φωτιά σηματοδοτεί την απαρχή του κόσμου μέσα από τις διάφορες μεταλλαγές του. Δεν συνιστά, δηλαδή, μόνον ένα φυσικό στοιχείο αλλά πρωτίστως πηγή ενέργειας. Είναι αυτό το φυσικό στοιχείο που δημιουργεί τα πάντα αλλά και τα καταστρέφει. Αυτό που δίνει ζωή «αείζωον πυρ» σε όλα, αλλά ταυτόχρονα και αλλοιώνει τη μορφή των άλλων στοιχείων.
Στην αρχαία φιλοσοφία (Εμπεδοκλής) το πυρ ως στοιχείο κατέχει δεσπόζουσα θέση δίπλα στα άλλα τρία: Αέρας, γη, νερό. Ο υλοζωισμός ως θεωρία κυριάρχησε στους Προσωκρατικούς που αναζητούσαν το «πρώτο κινούν» του κόσμου και της δημιουργίας. Τα στοιχεία αυτά εκτός από το υλικό τους γνώρισμα εθεωρούντο και ως πηγή ζωής που εμπεριείχαν ενέργεια. Ήταν τα γνωστά «ριζώματα» που αποτελούσαν τις έσχατες πραγματικότητες του σύμπαντος.
Από την αρχαία εποχή μέχρι και σήμερα ο άνθρωπος στέκεται με δέος μπροστά στο αρχέγονο αυτό στοιχείο, το πυρ. Ο φόβος εναλλάσσεται με το θαυμασμό, την απορία και τη χαρά, αφού το πυρ-φωτιά ως μορφή ενέργειας συνοδεύει τον άνθρωπο από τις απαρχές της παρουσίας του στον πλανήτη. Εξάλλου η ανακάλυψή του συνέβαλε αποφασιστικά στην εξέλιξη του πολιτισμού.
«Πυρός τε ανταμοιβή τα πάντα και πυρ απάντων όκωσπερ χρυσού χρήματα και χρημάτων χρυσός» (Τα πάντα προέρχονται από την μετατροπή του πυρός (θερμικής ενέργειας) και αυτό προέρχεται από την μετατροπή εξ όλων των πραγμάτων, όπως από το χρυσό αποκτώνται πράγματα κι από τα πράγματα χρυσός) (Ηράκλειτος).
Αυτή, λοιπόν, η γενική παραδοχή του πυρός ως πρωταρχικού στοιχείου που δημιούργησε και συνέχει το σύμπαν αισθητοποιείται σε όλους τους αρχαιοελληνικούς – και όχι μόνο – μύθους. Η Εστία συνιστά τη θηλυκή θεϊκή εκδοχή του πυρός υπεύθυνη για τη διατήρησή του με τη βοήθεια των Εστιάδων. Ως ιερό της θεάς Εστίας ήταν το κέντρο του σπιτιού. Η ευθύνη και η αγωνία να μείνει η φωτιά αναμμένη ήταν τεράστια «Έσβυσε η άσβυστη φωτιά!» κι όλοι δρομούν /φορά τυφλοί μέσα στη νύχτα να προφτάσουν/… Το κρίμα τους εστάθηκε μια άβουλη αναμελιά / κι αραθυμιά σαν της δικής μας νιότης!» (Γρυπάρης).
Ωστόσο εκείνος που ταυτίστηκε – ως θεότητα – απόλυτα με το πυρ – φωτιά ήταν ο θεός Ήφαιστος. Γιος – παιδί (αποπαίδι) του Δία πετάχτηκε από την οργή του πατέρα του στη Λήμνο, όπου και λατρευόταν. Κουτσός κι άσχημος αλλά τόσο χρήσιμος για τους θεούς και τους ανθρώπους. Θεωρούνταν θεός των μεταλλουργών και των σιδηρουργών. Τα Καβείρια μυστήρια σχετίζονταν άμεσα με τον Ήφαιστο. Η μυθολογία παραδίδει πως η γέννηση της Αθηνάς πραγματώθηκε με τη βοήθεια του Ηφαίστου που χτύπησε με ένα μεγάλο σφυρί τον Δία από όπου πετάχτηκε η Αθηνά πάνοπλη.
Η παρουσία –ως θεότητας– και η δράση του Ηφαίστου ήταν άμεσα συνδεδεμένη με μια άλλη μυθική μορφή τον Προμηθέα. Συνδετικό στοιχείο και των δύο το πυρ.
Ο Προμηθέας θέλοντας να βοηθήσει το ανθρώπινο γένος και να διορθώσει το λάθος του αδελφού του Επιμηθέα πήγε στο εργαστήρι του Ήφαιστου και αφού τοποθέτησε τη φωτιά κρυφά σε ένα κούφιο καλάμι την έδωσε κρυφά στους ανθρώπους. Ο Δίας για την πράξη του αυτή τιμώρησε σκληρά τον Προμηθέα, αφού τον έδεσε πάνω σε ένα βράχο και ένας αετός έτρωγε το συκώτι του, που συνέχεια ανανεωνόταν. Στο τέλος τον απελευθέρωσε ο Ηρακλής.
Έτσι ο Προμηθέας με το δώρο της φωτιάς προς το ανθρώπινο γένος σηματοδοτεί την απαρχή του πολιτισμού αλλά και την τραγικότητα του έλλογου και πολιτικού ανθρώπου. Ενός ανθρώπου που με τη γνώση και τη θέλησή του εναντιώνεται στη θεϊκή εξουσία και διεκδικεί την αυτονομία και ελευθερία του.
«σε τον σοφιστήν, τον πικρώς υπέρπικρον,/ τον εξαμαρτόντα εις θεούς εφημέροις/ πορόντα τιμάς, τον πυρός κλέπτην λέγω» (Προμηθέας Δεσμώτης, «Σε σένα μιλώ, το σοφό, τον γεμάτο πίκρα, που αμάρτησες στους θεούς δίνοντας τιμές στους πρόσκαιρους (ανθρώπους), τον κλέφτη της φωτιάς»).
Έτσι, λοιπόν, ο Προμηθέας – σύμβολο της εξέγερσης και της αντίστασης – συναντιέται με τον Ήφαιστο, αφού από αυτόν έκλεψε τη φωτιά αλλά κι από αυτόν δέθηκε (με τις δικές του αλυσίδες) στον Καύκασο. Ωστόσο και οι δυο για την προσφορά τους «δια την λίαν φιλότητα βροτών» τιμωρήθηκαν από το Δία.
Εκείνος, όμως, που ανέδειξε το πυρ-φωτιά ως το πρωτογενές υλικό του σύμπαντος και τη μέγιστη ενοποιητική αρχή ήταν ο Ηράκλειτος.
«Κόσμον τόνδε τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών, ούτε τις ανθρώπων εποίησε, αλλά ην αεί και εστίν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα».
Κατά τον Εφέσιο –σκοτεινό φιλόσοφο πηγή όλων των πραγμάτων είναι το πυρ – όχι τόσο ως υλικό στοιχείο αλλά ως ενέργεια (αείζωον πυρ). Η θέση αυτή συνιστά το πρώτο μεγάλο άλμα από τη θεϊκή –μυθολογική ερμηνεία στη λογική– επιστημονική. (Αυτόν τον κόσμο τον ίδιο δεν τον έφτιαξε κανείς, ούτε από τους Θεούς, ούτε από τους ανθρώπους, αλλά ήταν πάντοτε και είναι και θα είναι πάντοτε, ζωντανό πυρ (ενέργεια), που θα ανάβει με μέτρο και θα σβήνει με μέτρο).
Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν (E = mc²) αλλά και ο εισηγητής της Κβαντομηχανικής Χάιζενμπεργκ επιβεβαίωσαν πλήρως τις επισημάνσεις του Ηράκλειτου για τη δημιουργία του κόσμου. Αυτή η ενέργεια που εμπεριέχει το πυρ υφίσταται και στις τρεις διαστάσεις του χρόνου, άσχετα με τη μορφή που λαμβάνει κάθε φορά «ην αεί και εστίν και έσται πυρ αείζωον».
Το πυρ, λοιπόν, για τον Ηράκλειτο συμβολίζει την αυστηρή νομοτέλεια που διατρέχει το σύμπαν. Μια νομοτέλεια, όμως, που υπακούει στους νόμους του μέτρου και της ισορροπίας. Αποτελεί, δηλαδή, τον υπέρτατο «Λόγο» που ρυθμίζει την κίνηση, την αλλαγή μέσα από τη σύνθεση των αντιθέτων «παλίντονος αρμονία».
Έτσι, ο Ηράκλειτος, μέσα από το «αείζωον πυρ» πρόβαλε την αφανή «ενότητα» των πάντων και το αέναο «γίγνεσθαι» των πάντων. Ωστόσο και τα δυο, «ενότητα – πολλαπλότητα» και συνεχείς διεργασίες, υπόκεινται σε μια διαλεκτική σχέση («λόγον») αρμονίας. Τόσο ο D. Bohm «αδιαίρετη ολότητα σε ρέουσα κίνηση», όσο και ο Χάιζενμπεργκ «η σύγχρονη φυσική κατά κάποια έννοια, πλησιάζει πάρα πολύ τη διδασκαλία του Ηράκλειτου» δικαίωσαν πανηγυρικά όσα διείδε ο φιλόσοφος στο πυρ.
Ο Δημόκριτος μιλούσε για το «πυρώδες σύγκριμα» και την «πυρίνην δύναμιν» και οι Πυθαγόρειοι θεωρούσαν το πυρ ως αρχή της γένεσης του Σύμπαντος «Άρξασθαι δε την γένεσιν του κόσμου από πυρός….».
Η κυριαρχία του Πυρός είναι έντονη και στον καθημερινό μας λόγο, με τη μεταφορική και την κυριολεκτική σημασία, όπως: βάπτισμα του πυρός, δια πυρός και σιδήρου, υγρόν πυρ, πυρ και μανία, πυρ το εξώτερον, πυρ κατά βούληση, παρανάλωμα του πυρός, διασταυρούμενα πυρά, όπως και οι παράγωγες λέξεις: πυρετός, πύρινος, πυρίτιδα, πυρσός, πυρώνω, πυρκαϊά, πυρίμαχος, πυρρίχιος, πυροβόλο, πυροσβεστήρας, πυροτέχνημα…..
Έντονη, όμως, είναι η παρουσία του Πυρός και στην Ποίηση:
α. Φωτιά ωραία φωτιά μη λυπηθείς τα/κούτσουρα/…. Φωτιά ωραία φωτιά καίγε μας/ λέγε μας τη ζωή» (Ελύτης)
β. «Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες / εποχές/ άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι/ χειροκροτούνε» (Σινόπουλος)
γ. «Αν δεν καώ εγώ/ Αν δεν καείς εσύ/ Αν δεν καούμε εμείς/ Πως θα γενούν τα σκοτάδια λάμψη» (Ναζίμ Χεκμέτ)
Αλλά και η φωτιά ως απειλή στους «κουρασμένους»: «Στη φωτιά – στη φωτιά να ριχτεί αυτός που/ κουράστηκε/ και θέλει μόνο την ακίνητη μάσκα/ αυτός που δεν αλλάζει το βήμα,/ το γέλιο, το ρυθμό, / τη σιωπή στη νέα του πόλη» (Μ. Κατσαρός).