Ο σύγχρονος άνθρωπος, ολοένα και περισσότερο, αποκομμένος από την προοπτική της ύπαρξης του, βιώνει την τραγικότητα του σε έντονους ρυθμούς. Ζει μέσα στον χρόνο, όμως, στην προσπάθεια του να χωρέσει το θέλημα του σε κάθε χρονική στιγμή και να υποτάξει την ατίθαση ορμή του χρόνου, καταφέρνει να γίνεται καταθλιπτικός.
Η επανάληψη των στιγμών είναι που βαραίνει τη ζωή του, και βυθίζει την ύπαρξη του σε άδομες συγκρούσεις της των υπαρξιακών του συνισταμένων. Τιθασεύεται ο χρόνος; Υπακούει; Εγκολπώνεται στο θέλημα του καθενός; Δύσκολα πράγματα αυτά. Αν δεν τα συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος, θα γίνεται ολοένα και πιο ανήσυχος, ανικανοποίητος. Πώς να χωρέσεις τον χρόνο, τις στιγμές του στην προσωπική σου πορεία; Δεν γίνεται. Μοιάζει ο χρόνος να παρασέρνει εσένα και ό,τι είσαι, ό,τι εκφράζεις. Τελικά, τί θα γίνει; Θα ζεις τη ροή του ή θα του δώσεις ουσία;
Κάθε χρόνο, ο άνθρωπος βιώνει τις ίδιες καταστάσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει στο χρόνο και φαίνεται πως ο χρόνος υπάρχει σ’ εκείνον. Η καθημερινότητα και η επανάληψη της, δεν αφήνουν περιθώρια για πρωτοτυπίες. Παρασέρνεται ο άνθρωπος κι όπου βγει. Όπως έρθουν τα πράγματα, όπως τα φέρει ο χρόνος. Όχι, όμως, όπως ο άνθρωπος θέλει να είναι τα πράγματα μέσα στο χρόνο. Με τον τρόπο αυτό υποστασιοποιεί με οντολογικό τρόπο, ακόμη, και τον προσωπικό του εκμηδενισμό. Κι εκεί όπου ο εκμηδενισμός δεν έχει οντολογία, καθότι ως κατάσταση αποτελεί φθορά, αλλοίωση, της προσωπικής ολοκλήρωσης, καταφέρνει, εντούτοις, να έχει τη δική του ύπαρξη. Δεν ισχύει, βέβαια, κάτι τέτοιο. Δεν έχει ύπαρξη το σκοτάδι, που αποτελεί αλλοίωση του φωτός, αλλά το φως έχει ύπαρξη. Από την άλλη, γίνεται να υπάρξει ο χρόνος στον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος στο χρόνο; Ποιος υπηρετεί ποιον;
Η άχρονη αντίληψη των καιρικών στιγμών που συνθέτουν τη φύση του χρόνου ως κτιστή πραγματικότητα, άρα και αλήθεια, που παρόλα αυτά υφίστανται ως χρονικά σημεία, είναι ξένη προς την πραγματικότητα τούτου του κόσμου. Ενός κόσμου που με την περατότητα των δομών του αδυνατεί να ενσαρκώσει το άχρονο στο χρονικό, το αιώνιο στο παροντικό. Αυτά, λοιπόν, δείχνουν να είναι προϋποθέσεις μιας άλλης αντίληψης και συν – αντίληψης, καθώς αν δεν υπάρχει συν – αντίληψη, όλα είναι ουτοπία.
Η συν – αντίληψη, αυτό το δέσιμο, η κοινωνία λόγου και στιγμών του κόσμου τούτου με το αιώνιο στοιχείο, έχει την αλήθεια του. Και την έχει μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Εκεί όλα τα κτιστά αφθαρτοποιούνται με χαρισματικό τρόπο, μυσταγωγικής διαδικασίας, όχι, όμως, μυστικιστικής, μαγικής. Ο χρόνος έχει άλλη υφή, χάνει την περατότητα του στην Εκκλησία. Με τον τρόπο αυτό, αφενός μεν η σκιά και εικόνα (Μάξιμος Ομολογητής) των πραγμάτων, βρίσκει απήχηση στην αλήθεια τους, δηλαδή στη Βασιλεία του Θεού, αφετέρου δε ο άνθρωπος δραπετεύει από το άγχος του ατίθασου χρόνου, αφού ο τελευταίος τιθασεύεται μέσα στην Εκκλησία, και δη στα ιερά της μυστήρια, που ανακεφαλαιώνουν την όλη ύπαρξη των όντων.
Ο χριστιανός δεν απογοητεύεται. Δεν τον φοβίζει ο χρόνος. Εξάλλου, ο χρόνος υπάρχει για να διακονεί τον άνθρωπο και το μυστήριο του Θεού. Δεν εξουσιάζει ο χρόνος τον άνθρωπο, τις αγωνίες του. Απλά, μέσα στην Εκκλησία λειτουργεί τον όλον άνθρωπο, την κτίση, την ιστορία, εν τέλει, την προοπτική όλων αυτών. Ο χριστιανός δεν εγκλωβίζεται στο χρόνο. Αν και βιώνει την εκφραστική του περατότητα, μέσα από τις επαναλαμβανόμενες στιγμές, εντούτοις, η μυσταγωγία των ιερών μυστηρίων, αυτή η εμπειρική έκφραση της εκκλησιαστικής ταυτότητας, του τρόπου ύπαρξης και κοινωνίας των πραγμάτων, μαρτυρεί βιωματικά την άχρονη του παρουσία, την αιωνιότητα του στο εδώ και τώρα των σημείων.
Ο χριστιανός μέσα στην Εκκλησία βιώνει όλες τις στιγμές παρουσίας του αγίου Πνεύματος. Την γέννηση, την ανάσταση, την επιφοίτηση. Όλα αυτά δεν είναι γεγονότα μιας στιγμής αλλά διαρκώς αποκαλύπτονται σ’ εκείνους που καθαρίζουν την ύπαρξη τους και έχουν μία αντι –ειδωλική αντίληψη περί Θεού. Ο χριστιανός επιζητά τα γεγονότα της θείας αποκάλυψης, φέτος, αύριο, την επόμενη χρονιά, πάντοτε. Δεν εχθρεύεται τον χρόνο, αλλά τον κάνει φίλο του! Ε, αυτό είναι σπουδαίο κατόρθωμα και ενσαρκώνεται εντός της Εκκλησίας. Πουθενά αλλού.
Ο xρόνος φέρνει γεγονότα, τα οποία ο άνθρωπος καλείται να εκτιμήσει, αξιολογήσει, ερμηνεύσει. Δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Όμως δεν είναι απαισιόδοξα. Ο χριστιανός δεν είναι απαισιόδοξος. Ο άνθρωπος αν γίνει χριστιανός, θα είναι αισιόδοξος, χαρούμενος και θα ελκύεται από το πρόσωπο του Χριστού, ακόμη και στα δύσκολα και αδιέξοδα. Ο χρόνος δεν παύει να υπενθυμίζει στον άνθρωπο κάθε βαθύ ερώτημα που αναζητά απάντηση. Ένα τέτοιο ερώτημα, υπενθυμίζεται κάθε χρόνο στον άνθρωπο. Και το ερώτημα αυτό το φέρνει ένας τοίχος.
Υπάρχουν τοίχοι με συνθήματα όμορφων αναζητήσεων, ευχάριστων προκλήσεων, ελπιδοφόρων μηνυμάτων. Υπάρχουν, όμως, και τοίχοι που μαρτυρούν προσωπικά αδιέξοδα, υπαρξιακές απομονώσεις, δολιότητες, εμπάθειες. Κι όμως, ένας «αναρχικός» τοίχος στα Εξάρχεια, ξεπερνάει σε πρωτοπορία και περιεχόμενο τα μηνύματα τοίχων που καταδικάζει ο χρόνος και ο άνθρωπος. Αυτός ο τοίχος είναι πιο αναρχικός σε βάθος, ουσία και νόημα από τα μηνύματα τοίχων που υπάρχουν επειδή πρέπει να μην υπάρξει ο άλλος και αντλούν την ύπαρξη τους μέσα από την μείωση της προσωπικότητας του άλλου. Εκείνος ο τοίχος στα Εξάρχεια έχει αληθινή αναρχία, όχι φθηνή μαγκιά. Η μαγκιά του έγκειται στο γεγονός ότι εκφράζει μεταφυσικές αγωνίες, τις οποίες ο χρόνος καταθέτει κάθε στιγμή ενώπιον του ανθρώπου. Αυτός ο τοίχος των Εξαρχείων, είναι ειλικρινής, αληθινός, γιατί πάνω του φιλοξενεί μία μεταφυσική αγωνία, τέτοια αγωνία που οι φθηνές μπογιές δεν αντέχουν. «Υπάρχει ζωή πριν από τον θάνατο;».