Ημέρα της γυναίκας η Παρασκευή 8 Μαρτίου και από το πρωί προβληματιζόμουν για το κατά πόσον έχουν νόημα τα ευχολόγια σε μια κοινωνία και σε μια πατρίδα που τα χρόνια της κρίσης υποβαθμίζει, αντί να τιμά τον ρόλο της γυναίκας. Πόσο πραγματικά μπορούμε να τιμήσουμε την ημέρα της γυναίκας, εν μέσω δημοσιευμάτων όπως αυτό: «Πάνω από 2.000 φοιτήτριες στην Ελλάδα έβαλαν αγγελία σε ροζ site»;
Από τον προβληματισμό με έβγαλε μια πολύ καλή συνάδελφος στον χώρο της Παροχής Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας η οποία ανταποκρίνεται καθημερινά στον πολλαπλό ρόλο της μητέρας 3 παιδιών, της συζύγου, της λειτουργού υγείας και της σπουδάζουσας στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Μου ζήτησε να τη βοηθήσω λίγο στη Διπλωματική της, πάνω στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, σχολιάζοντας τα διαχρονικά μοτίβα του κινηματογραφικού μελοδράματος, μέσα από την κλασσική ταινία «Τα κόκκινα φανάρια». Γιατί όπως μου είπε «εσύ είσαι καλός σε αυτά»….(δεν μου διευκρίνησε αν εννούσε στα λόγια ή στα μελοδράματα….). Της είπα πως δεν θα μπορούσε να μου βρει καλύτερο τρόπο για να τιμήσω, τέτοια ημέρα, τους πολλαπλούς και αξιόλογους ρόλους στους οποίους καλείται να ανταποκριθεί η σύγχρονη γυναίκα. Κάθισα εκτός ωραρίου και έγραψα κάτι σχετικό και αυτό που βγήκε, θα μπορουσε να είναι το άρθρο μου για την εφετινή ημέρα της γυναίκας….
Η Ελένη από τη Ρουμανία, δεσπόζει στην πλοκή του μελοδράματος, με την Καρέζη να υποδύεται έναν ρόλο που αρχετυπικά δίνει τη φόρμα και για τη Λόλα την οποία θα υποδυθεί η ίδια ηθοποιός στην ομώνυμη, μελοδραματική, επίσης, ταινία έναν χρόνο αργότερα. Η Ελένη και η Λόλα αποτελούν τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος της κινηματογραφικής «femme de plaisir» όπως την αποτύπωσε στη μεγάλη οθόνη το υποκριτικό ταλέντο της Τζένης Καρέζη. Δύο ρόλοι ισοδύναμοι αλλά και κατοπτρικώς αντιδύναμοι, τουλάχιστον μέχρι τη μέση της πλοκής των δύο ταινιών στις οποίες δεσπόζουν.
Η Ελένη πέφτει αρχικώς θύμα του έρωτά της για τον ζωγράφο και, στην έκπτυξη της μελοδραματικής ιστορίας, αναγκάζεται να ξεκινήσει να εκδίδεται για να καλύψει τα χρέη του εραστή της, παραμένοντας όμως διαρκώς σε διχασμό με τον εαυτό της.
Η Λόλα ακολουθεί αντίστροφη πορεία. Ονειρευεται τη μεγάλη ζωή, αφήνει το σπίτι της, συγκρουσθείσα με τον πατέρα της, για να την κατακτήσει, εμπλέκεται στην προδοσία του αγαπημένου της, του Άρη (Νίκος Κούρκουλος), από τον ιδιοκτήτη του cabaret στο οποίο «εργάζεται» και στη μέση της πλοκής τη βρίσκουμε ως maîtresse intéressée του «Φαλακρού» (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος), να σταδιοδρομεί στην Τρούμπα ως consommatrice, με τον τελευταίο, όμως, σε αντίθεση με τον ζωγράφο, να τη θέλει μόνο για τον εαυτό του.
Καθώς βλέπουμε τα δύο μελοδράματα να εξελίσσονται αντιπαράλληλα, και παραβάλλοντάς τα με το μελόδραμα της σύγχρονης Ελλάδας, παρατηρούμε πως η Ελένη των «Κόκκινων Φαναριών», ως τυπική εξεικόνιση της εκ του έρωτος παραστρατημένης γυναικός, ουδεμία σχέση έχει με τις σημερινές εικόνες των εκδιδομένων γυναικών στην Ελλάδα της μνημονιακής κρίσης. Ίσως στα δημοσιεύματα περί αλλοδαπών ιεροδούλων από τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (όπως η Ρουμανία της Ελένης), ή οι εμπόλεμες χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, να μπορέσουμε να βρούμε, ανάμεσα τους και μια σύγχρονη Ελένη που αρχικώς έφυγε από τη χώρα της τόσο λόγω των ταραγμένων συνθηκών, όσο και λόγω της ευπιστίας της σε απατηλές υποσχέσεις καλλιτεχνικής σταδιοδρόμησης, για να καταλήξει εκδιδόμενη στην πάλαι ποτέ ευημερούσα Ελλάδα.
Δεν θα βρούμε, όμως καμία «Ελένη» των «Κόκκινων Φαναριών» να λέει πως «όταν πέφτουν πάνω μου, εκείνη την ώρα, πυρωμένα σίδερα να διαπεράσουν το κορμί μου, τίποτα δεν θα καταλάβω», όσο και αν ψάξουμε ανάμεσα στο σύγχρονο μελόδραμα των 2.000 ροζ αγγελίών των εκδιδομένων φοιτητριών της Ελλάδος της κρίσης, στις οποίες αναφέρονται κατά κόρον, τις τελευταίες ημέρες τα ΜΜΕ. Όσο ασφυκτική και αν είναι η κατάσταση που διαμόρφωσε η οικονομική κρίση, δεν είναι η ανέχεια που ωθεί συγκεκριμένες γυναίκες στην ανέσπερη νυκτερινή κατανάλωση του εαυτού τους.
Είναι η επιθυμία για τη “dolce vita”, για μια “γλυκιά ζωή” που η ίδιες δεν τη ζήσανε, (όπως δεν την έζησε κανένας και καμία από όσους γιούς και θυγατέρες μεσαίων οικογενειών είχανε την ατυχία να ταυτίσουνε τα σχολικά τους χρόνια με τα χρόνια της κρίσης), αλλά που έχουνε ακούσει ότι κάποτε υπήρξε για όλους τους μικρομεσαίους και τους μικροαστούς αυτής της χώρας και άρα -υποθέτουν- πως μπορεί να υπάρξει και πάλι για κάποιες, έστω και δια αυτής της οδού. Αυτές οι 2.000 femmes de compagnie, γίνονται οι μικρές, αποδιοπομπαίες εξεικονίσεις μιας ολόκληρης κοινωνίας, που μεταφορικά δεν θα δίσταζε να εκδώσει (…ξανά σε πολιτικάντικες και λαϊκίστικες υποσχέσεις….) την αξιοπρέπειά της, προκειμένου να ανακτήσει την προ κρίσης ευζωία και ευμάρεια της.
Και κάπου εκεί, μελοδραματικά αρχετυπικοί, ο Πέτρος και ο Άρης, Ο Παπαμιχαήλ των «Κόκκινων φαναριών» και ο Κούρκουλος της «Λόλας», εμφανίζονται με τους στίχους του Νερούντα και οι δυο στα χείλη τους, για να πάρουν την Ελένη και τη Λόλα μακριά από τη νύχτα….«Έλα με έναν άνδρα στην πλάτη. Έλα με εκατό άνδρες στα μαλλιά σου». Κάτι που ίσως θα το λέγαμε όλοι μας, μέρα που είναι και γιορτάζουν, σήμερα, οι γυναίκες, και ας μην έχει καθιερωθεί και μία ημέρα για να γιορτάζει ο άνδρας… ο Άρης που μαζί με το «στην υγειά σου Λόλα» σήκωσε το ποτήρι του για να ευχηθεί και «στην υγειά της παρέας που κρυώνει απόψε» λες και ήξερε πως πολλά χρόνια αργότερα, πρώτα οι Έλληνες θα κρυώναμε μέσα μας, σε καιρούς ευμάρειας και αναζήτησης της φενακισμένης χλιδής και μετά θα κρυώναμε από την κρίση ανάβοντας, οι μεν φοιτητές μας, τα μαγκάλια της ασφυξίας και οι δε φοιτηπτριές μας τα ψηφιακά «κόκκινα φανάρια» στις ροζ πλατφόρμες γνωριμιών.
Λες και ήξερε αυτό που ο Θ. Ψύρρας έγραψε αργότερα στο «Μαράν Αθά», «Οι γυναίκες είναι πλάσματα σοφά. Ήξεύρουν, από την φύση τους, ότι η αγάπη είναι μπροστά απ’όλα…Η αγάπη όλα τα σχωρνά, αλλά η αγάπη δεν ποτίζεται με σχώρια!… Κι αν απ’ αγάπη σχωρεθείς, πάλιν κακούργος είσαι που την εχάλασες!…». Στην υγειά όλων των γυναικών που γιορτάζουν απόψε λοιπόν!
Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD
Ψυχίατρος, Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών