Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΚΕΡΕΚΟΥ
Πάντα υπήρχε και ακόμη υπάρχει στο ευρύ κοινό η αντίληψη ότι ένας άνθρωπος, για να θεωρείται σοβαρός, πρέπει να είναι μόνιμα αγέλαστος, συνοφρυωμένος, απόμακρος και να μην κάνει τo λάθος να διηγείται σε μια φιλική συγκέντρωση εύθυμες ιστορίες ή κάποιο χαριτωμένο ανέκδοτο.
Η γνώμη μας είναι ότι η αντίληψη αυτή είναι πέρα για πέρα λανθασμένη. Το χαμόγελο, η καλή διάθεση, μια εύθυμη παρένθεση με τη διήγηση μιας χαριτωμένης ιστοριούλας, μέσα στα όρια του μέτρου και της ευπρέπειας, δίνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στη παρουσίαση ενός θέματος. Ανοίγουν διαύλους επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους καλύτερα από τις τυπικές συζητήσεις που γίνονται μέσα σε ένα παγερό κλίμα από αγέλαστους ομιλητές με ανέκφραστα πρόσωπα.
Δεν νομίζουμε ότι έχασαν τη σοβαρότητά τους και την εκτίμηση του κόσμου μεγάλοι άντρες, που αναδείχτηκαν σε υψηλά αξιώματα, επειδή είχαν αίσθηση του χιούμορ, όση επέτρεπε το θέμα που συζητούσαν και η συγκυρία. Αντίθετα, μαζί με την αναγνώριση της αξίας τους, έγιναν αγαπητοί και αποδεκτοί, ακόμη και από ανθρώπους που είχαν αντίθετες ιδέες ή ανήκαν σε αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις.
Ο Τσόρτσιλ υπήρξε ένας από τους πιο ευχάριστους αφηγητές εύθυμων ιστοριών και ανεκδότων, τα περισσότερα των οποίων ήταν δικής του εμπνεύσεως. Το ίδιο και ο Μπέρναρ Σω.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο παππούς, σαγήνευε τους ακροατές του που κρέμονταν από τα χείλη του με τον γλαφυρό και γεμάτο εύθυμες ‘‘πινελιές’’ τρόπο ομιλίας του. Απόδειξη, πως όταν επρόκειτο να μιλήσει στη Βουλή τα έδρανα και τα θεωρεία ήταν κατάμεστα από νέους, κατά κανόνα φοιτητές των Α.Ε.Ι.
Δείγμα αυτής του της ικανότητας και τακτικής αποτελεί η περιγραφή του περιστατικού που ακολουθεί. Σε προεκλογική ομιλία του τρεις ημέρες προ των εκλογών στην πλατεία Συντάγματος ο τότε αντίπαλος του και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παναγιώτης Κανελλόπουλος επαναλάμβανε στο τέλος κάθε του φράσης την επωδό “γι’ αυτό πρέπει να πέσει η Κυβέρνηση, γι’ αυτό πρέπει να πέσει ο Παπανδρέου.”
Την επόμενη ημέρα ήταν σειρά του Παπανδρέου να κλείσει, όπως είθισται, τις προεκλογικές ομιλίες και προσήλθε στον ίδιο χώρο και να απαντήσει από την ίδια εξέδρα στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ακολουθούμενος κατά πόδας από τον στενό του συνεργάτη, τον Ανδρέα Μοθωνιό, ο οποίος μετέφερε πάντα υπό μάλης έναν βαρύ χαρτοφύλακα με στοιχεία που θα χρειαζόταν κατά την ομιλία του ο πρωθυπουργός.
Κι ενώ ο Παπανδρέου προχωρούσε προς το μικρόφωνο χαιρετώντας τα πλήθη, βαρύς γδούπος που ακούστηκε πίσω του τον έκανε να γυρίσει και ν΄ αντικρύσει τον Μοθωνιό, που είχε παραπατήσει στα σκαλοπάτια της εξέδρας, να είναι πεσμένος στο έδαφος. Ανήσυχος έσπευσε να δει τι συνέπειες είχε αυτή η πτώση και, όταν βεβαιώθηκε ότι δεν υπήρξε τραυματισμός του συνεργάτη του, γύρισε και είπε δυνατά από μικροφώνου: “Ανδρέα, παιδί μου, ο Κανελλόπουλος είπε να πέσω εγώ, δεν είπε να πέσεις εσύ!”, για να εισπράξει τα χειροκροτήματα και τις ζητωκραυγές του πλήθους.
Πού τέτοιες αβρότητες στις ομιλίες των πολιτικών του τώρα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν επιλέξει την τακτική της οργισμένης και επιθετικής συνήθως ομιλίας με τις σκληρές αντιπαραθέσεις, τις αλληλοκατηγορίες και τους “σκυλοκαβγάδες” που ξεπερνούν πολλές φορές τα όρια, με τη σκέψη ίσως ότι έτσι γίνονται πιο πειστικοί και πιο συμπαθείς στους οπαδούς των κομμάτων τους, κάτι που σίγουρα είναι λάθος.
Πρέπει οι πολιτικοί μας να καταλάβουν κάποτε ότι με αυτήν τους την τακτική γίνονται παράδειγμα προς αποφυγήν αντί παράδειγμα προς μίμηση, όπως θα έπρεπε να είναι, όταν ανταλλάσσουν “κοσμητικά επίθετα” όπως κλέφτες, ψεύτες, απατεώνες, ξεφτίλες, ακόμη και τσόκαρο(!) ακούστηκε ν΄ αποκαλεί πρόσφατα βουλευτής συνάδελφό του κυρία σε συνεδρίαση της Βουλής και όσα άλλα άπρεπα εκστομίζουν στον “Ναό της Δημοκρατίας”, προσβάλλοντας εαυτούς και αλλήλους…
Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος επικρίθηκε κάποτε από κάποιους, σοβαρούς υποτίθεται της εποχής του, επειδή, απευθυνόμενος ειδικά προς τη νεολαία, συνήθιζε να διανθίζει την ομιλία του με χαριτωμένα ανεκδοτάκια. Και όμως, ένας από τους λόγους που βρήκε ανταπόκριση σ΄ αυτή στη νεολαία που τον αγάπησε και την έφερε όχι μόνον κοντά του αλλά πιο κοντά και στην Εκκλησία, ήταν ακριβώς αυτός ο τρόπος επικοινωνίας που είχε επιλέξει. Και τούτο διότι δημιούργησε μια φιλική προσέγγιση μαζί τους και απομάκρυνε τη νοοτροπία ότι ως Αρχιεπίσκοπος στέκεται πολύ ψηλά και επομένως πρέπει να είναι σοβαρός, αγέλαστος και απόμακρος από τον λαό και τους νέους.
Αντίθετα, ο ευφυέστατος, πέραν των άλλων χαρισμάτων του, μακαριστός Ιεράρχης, εφάρμοζε στην πράξη την σοφή ρήση “αν θες να υψωθείς, γονάτισε!”. Και όταν λέμε “γονάτισε” δεν εννοούμε ταπείνωση αλλά απλότητα, σεμνότητα και φιλικό πλησίασμα προς τον συνάνθρωπο για να μην νοιώθει ότι τον χωρίζει αγεφύρωτο χάσμα από τους άλλους και αποτελεί ξένο σώμα δίπλα τους.
Αξέχαστος, που έχαιρε εκτίμησης και αγάπης από όλες τις πτέρυγες της Βουλής για το πηγαίο χιούμορ του, έχει μείνει στη μνήμη όσων τον γνώρισαν και ο τέως υπουργός Θανάσης Κανελλόπουλος. Ήταν εκείνος ο οποίος, κατά γενική ομολογία, έπαιζε τον ρόλο του “πυροσβέστη”, όταν κάποιος ομιλητής ξέφευγε στη βουλή από τα όρια, “άναβαν τα αίματα” και ανάγκαζαν τον προεδρεύοντα να χτυπάει συνεχώς το κουδούνι για να επαναφέρει τους εκτρεπόμενους στην τάξη.
Σε μια τέτοια περίπτωση, όταν έντονος καυγάς είχε ξεσπάσει ανάμεσα σε εκπροσώπους αντίθετων κομμάτων και ο Πρόεδρος της Βουλής για να κατευνάσει τα πνεύματα διέκοψε τη συνεδρίαση για μία ώρα στην επανέναρξη, ζήτησε τον λόγο ο Κανελλόπουλος.
Ανέβηκε στο βήμα και απευθυνόμενος προς τον βουλευτή Κατσιγιάννη, που μιλούσε πάντα πολύ γρήγορα, του είπε:
«Κύριε συνάδελφε, όταν σας ακούω να μιλάτε με τόση ταχύτητα, αισθάνομαι ότι κρατάω στα χέρια μου το περιοδικό “PLAY- BOY’’ με τα πανέμορφα και ημίγυμνα κορίτσια του και μου γυρίζει τα φύλλα του η γυναίκα μου.
Κι εσείς, κύριε υπουργέ επί των οικονομικών, μην προσπαθείτε να μας πείσετε ότι τρώμε με χρυσά κουτάλια και δεν το ξέρουμε. Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι ότι οι εργαζόμενοι και ειδικά οι συνταξιούχοι, αισθάνονται σαν επιβάτες της Ολυμπιακής που ακούνε συνεχώς ‘‘σφίξτε τη ζώνη σας…”»
Και με την παρέμβασή του αυτή, που έγινε δεκτή από τους παρόντες με παρατεταμένα χειροκροτήματα, η Βουλή συνέχισε την συνεδρίασή της σε ήρεμα νερά και με χαμογελαστά πρόσωπα.
Αυτά για σήμερα, φίλοι αναγνώστες, και ας μην ξεχνάμε ότι το χαμόγελο σπάει τον πάγο και φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά, τον ένα με τον άλλο, κάτι που χρειαζόμαστε στις δύσκολες ώρες που περνάει ο τόπος μας. Ηρεμήστε λοιπόν κι εσείς, κυρίες και κύριοι εκπρόσωποι του λαού, στον Ναό της Δημοκρατίας. Πείτε μια καλή κουβέντα και χαμογελάστε! Κάνει καλό!
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!
Στη Ελλάδα χρησιμοποιείται για γλύψιμο. Προσόν που μόνο με αυτό πας μπροστά.