TOY ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
«Απ΄ τ΄ ανοιχτό παράθυρο, / η άνοιξη μου γνέφει και μου χαμογελά / και στέλνει στο περβάζι μου / με δυό μικρά πουλιά, / απόκοσμο κελάηδημα, ουράνια χαρά» (Από τη συλλογή ποιημάτων του Γ. Αλεξανδρή, ¨ Ανατολικά της – Ω¨)
«Άμα δε τω ήρι αρχομένω….». Να αναγνωριστεί ο τύπος «τω ήρι». Αυστηρή εντολή του φιλολόγου και απορημένα μάτια των μαθητών. Μα πώς συμβαίνει αυτό; Η άνοιξη είναι γένους θηλυκού και όχι ουδετέρου. Κάποιο λάθος θα έγινε.
Ο Όμηρος γράφει «έαρος πολυανθέος εν πετάλοισι» (στα πέταλα της πολυανθισμένης άνοιξης), ο Ιπποκράτης θεωρεί την άνοιξη ως την καλύτερη εποχή για την κυοφορία της γυναίκας «Ώρη δε εαρινή αρίστη κυήσιος». Σήμερα έχουμε το επίθετο εαρινός με τα συνοδευτικά ουσιαστικά, όπως: εαρινή ώρα, εαρινή ισημερία, εαρινό τμήμα ή εαρινή επίθεση.
Άνοιξη – Γέννηση – Ανάσταση
Όλα θηλυκού γένους. Δεν μπορεί να είναι όλα σύμπτωμα. Να! Και η αμυγδαλιά γένους θηλυκού είναι. Οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν την Άνοιξη μέσα από γυναικείες μορφές, όπως τη νύμφη Χλωρίδα, τη Θάλεια, την Θαλλώ (αυτή που φέρει την ανθοφορία), την χάριτα Ανξώ (ανάπτυξη φυτών) και βέβαια τη Δήμητρα (θεά της γεωργίας και της βλάστησης) όπως και της κόρης της Περσεφόνης.
Το έαρ, του έαρος, τω ήρι….. Δεν μπορεί η άνοιξη να είναι ουδετέρου γένους. Κάποιο λάθος θα έγινε στα σημαινόμενα. Ίσως ο τύπος τω ήρι να ήταν παλιότερα επίρρημα. Η άνοιξη δεν μπορεί να είναι μια ουδέτερη κατάσταση. Αλίμονο…
Άσκοπες γλωσσικές αναζητήσεις και μαθητικοί εφιάλτες ή καημοί. Μέχρι να βρουν το γένος, την πτώση και την κλίση του τύπου «τω ήρι» έφυγε η άνοιξη της ζωής τους, μαράζωσαν τα όνειρά τους. Ξοδεύτηκε η νιότη τους στις δοτικές και τους συνηρημένους τύπους.
Οι ειδικοί ορίζουν την Άνοιξη ως μια από τις τέσσερις εποχές του έτους. Οι ψυχολόγοι την τοποθετούν στους αμυντικούς μηχανισμούς του ανθρώπου ενάντια στη φθορά – ήττα του από το χρόνο. Τα φυτά την υποδέχονται ως το πανηγύρι της φύσης και τα λουλούδια ως νοσταλγία γονιμοποίησης. Οι κοινωνιολόγοι την ταυτίζουν με τα φαινόμενα της κοινωνικής έκρηξης. Οι ιστορικοί μας με τη μέθοδο των συνειρμών μάς παραπέμπουν με τη μέθοδο των συνειρμών στην εθνική επέτειο της εθνικής ανεξαρτησίας. Η αισθητική ως κλάδος της φιλοσοφίας έχει εντάξει την άνοιξη στο χώρο του «ωραίου». Οι ποιητές με το δικό τους τρόπο ορίζουν την ποίηση ως «εποχή των εποχών» και έκφραση της αγνότητας και αθωότητας.
● «Άνοιξη είναι η παιδική ηλικία του έτους» (Alfred Tennyson)
● «Η μέρα που ο Θεός δημιούργησε την ελπίδα ήταν πιθανότατα η ίδια μέρα που δημιούργησε την Άνοιξη» (Bernard Williams)
● «Κείνο που σου προσάπτουνε τα χελιδόνια είναι η άνοιξη που δεν έφερες» (Ελύτης)
● «Μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια, αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την Άνοιξη να ρθει» (Pablo Neruda).
Για κάποιους άλλους (άτομα, λαοί…) η άνοιξη ίσως να σημαίνει τον οργασμό της φύσης, το ειδύλλιο της μέλισσας με τα άνθη και τη γύρη. Ίσως, ακόμη, για άλλους η άνοιξη να παραπέμπει στο ζωγραφικό πίνακα του Μποτιτσέλι («Primavera») ή στη γνωστή μουσική σύνθεση του Vivaldi («Οι τέσσερις εποχές»).
Η Άνοιξη για τους Έλληνες
Για τους Έλληνες η άνοιξη δεν συνιστά μόνο την αέναη κυκλική κίνηση του χρόνου αλλά συνδέθηκε με την προσδοκία και την ελπίδα ως εθνικό ζητούμενο. «Ακόμη τούτη η άνοιξη ραγιάδες ραγιάδες…» Η κρυφή προσμονή, η αθεράπευτη αισιοδοξία αλλά και η σταθερή απόφαση των υπόδουλων Ελλήνων για προσωπική ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία.
Η άνοιξη όσο καμιά άλλη εποχή βάδισε παράλληλα με τους πόθους και τις αγωνίες των Ελλήνων, αναθέρμανε τις ελπίδες τους και τους γαλούχησε στην ιδέα πως το «ωραίο» συνάδει με την ελευθερία και την αξιοπρέπεια. Αντίθετα υπήρχαν και περιπτώσεις που η ωραιότητα της ανοιξιάτικης φύσης λειτούργησε ανασταλτικά – σύμφωνα με τον ποιητή – στην απόφαση των αγωνιστών του Μεσολογγίου για αντίσταση και «ηρωικό» θάνατο «Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρι.»
Γι΄ αυτό η αισθητική αντίληψη του νεοέλληνα και η ταύτιση της Άνοιξης με την ομορφιά και τη νιότη άφησε ένα παράπονο στον Αθανάσιο Διάκο λίγο πριν τον ηρωϊκό και αποθεωτικό θάνατό του. «Για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει, τώρα π΄ ανθίζουν τα κλαδιά…» Πρόκειται για μία αδιαπραγμάτευτη αισθητική απαίτηση και ταυτόχρονα ανθρώπινη επιθυμία αλλά και βιοθεωρία (στάση ζωής) να μην μολυνθεί η ομορφιά και η ζωή από την ασχήμια – μαύρο του θανάτου και τη βαρβαρότητα του ανθρώπου όταν επιστρέφει στον πρωτογονισμό. «Γλυκειά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα».
Άνοιξη και Εξέγερση
Στα σημαινόμενα της άνοιξης χρεώνεται μεταφορικά και η κοινωνική και πολιτική των ανθρώπων σε ό,τι περιθωριοποιεί και εξοστρακίζει την προσωπική και εθνική αξιοπρέπεια και ελευθερία. Στην άνοιξη, δηλαδή, είναι ενσωματωμένη μια επαναστατική δύναμη, από την οποία ούτε οι ποιητές μπόρεσαν να απαλλαγούν από τη δεσποτεία των φυτών και λουλουδιών της άνοιξης. Ο Ελύτης στην πανδαισία των χρωμάτων της ανοιξιάτικης φύσης ανιχνεύει την πιο αυθεντική και διαχρονική επαναστατική πράξη «Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών».
Ποτέ άλλοτε, επίσης, μία παροιμία κι ένα δίστιχο δεν συμφώνησαν σε τέτοια έκταση, αυτό που ο λαός γνωρίζει εμπειρικά και το ερμηνεύει. Ο αγώνας, δηλαδή, που χρειάζεται για να απαλλαγεί η άνοιξη από το βαρύ φορτίο του χειμώνα. Ένας αγώνας επίπονος και συλλογικός «Ένα χελιδόνι δε φέρνει την άνοιξη». Ανάλογη ήταν και η επισήμανση των αρχαίων «μία χελιδών έαρ ου ποιεί» ή του Αριστοτέλη «Το γαρ έαρ ούτε μία χελιδών ποιεί ούτε μία ημέρα».
Έτσι ένα δίστιχο «Ένα το χελιδόνι κι η Άνοιξη ακριβή / για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή» (Ελύτης) και μια παροιμία μπόρεσαν να ορίσουν τα κοινωνικά και πολιτικά σημαινόμενα της άνοιξης.
Εν τω μεταξύ πέρα από τις ποικίλες ιστορικές ταυτίσεις και κοινωνικές ή πολιτικές αναφορές της άνοιξης, τα φυτά και τα λουλούδια μας θυμίζουν τον παράδεισο της ανθοφορίας των δέντρων. Τα αποδημητικά πουλιά επιστρέφουν στις παλιές φωλιές τους επικυρώνοντας πανηγυρικά τον ερχομό της άνοιξης.
Οι κανονιοφόροι του Έρωτα και το «Ερέχθειο» των πουλιών γονιμοποιούν με θετικά συναισθήματα και σκέψεις τους ανθρώπους που εναγωνίως και επίμονα προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν την αλληλουχία των κρυφών μηνυμάτων και νοημάτων της άνοιξης. Σε λίγο την ατμόσφαιρα θα την πλημμυρίζουν οι νότες του εμβληματικού όσο και σπαρακτικού.
« Ω γλυκύ μου έαρ…»