Την Κυριακή, η Εκκλησία τιμά τη μνήμη των 318 Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, που πραγματοποιήθηκε το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας. Ήταν, όμως, οι Πατέρες μία υπόθεση χθεσινή; Μία αντίληψη ξεπερασμένη; Ένα ενδιαφέρον καιρών παρελθοντικών; Και σήμερα;
Δείχνει τραγικό το τόλμημα της συνάντησης των Πατέρων της Εκκλησίας με την εποχή μας, τις προκλήσεις, τις προσκλήσεις, τις αντιλήψεις και τις νοοτροπίες της. Και είναι τραγικό, καθώς εύκολα διαπιστώνεται ένα χάσμα, μία απόσταση αυτών των δύο μεγεθών. Αυτό, βέβαια, επουδενί, δεν σημαίνει την αναχρονιστικότητα του πατερικού λόγου και το μοντέρνο, ίσως και ανακόλουθο, της σύγχρονης εποχής, οι δομές της οποίας αδυνατούν να κοινωνήσουν τον λόγο των πρώτων φωνών της θεολογικής παράδοσης. Αφού οι Πατέρες της Εκκλησίας κατάφεραν να κοινωνήσουν τον θεολογικό λόγο στην εποχή τους, με τις όποιες ατέλειες, ιδιομορφίες, συνθήκες, γιατί να φαντάζει αδύνατη μία συνάντηση της φωνής τους με την εποχή μας;
Στο βιβλίο του «Εκκλησία και Κοινωνία», ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσόστομος, παραθέτει ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο, όπου αναφέρεται στον λόγο των Πατέρων. Ο κ.κ. Χρυσόστομος στο κείμενο του αυτό, καταφέρνει να παρουσιάσει την επικαιρότητα των Πατέρων στην εποχή μας με καταπληκτικό, ικανοποιητικό τρόπο, διεισδύοντας στην αλήθεια των πραγμάτων, πέρα από αφορισμούς, εγκλωβισμούς, αδιέξοδα. Γράφει, λοιπόν, μεταξύ άλλων: «…οι Πατέρες ευρίσκοντο σε έναν διαρκή και σοβαρό διάλογο με την εποχή τους και τα προβλήματα της. Οι Πατέρες γνώριζαν όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα των χρόνων τους και κατόρθωναν με μία δημιουργικότητα να τα μεταμορφώσουν σε πολιτισμό. Οι Πατέρες κινήθηκαν στο επίπεδο των ιδεών και των πολιτιστικών ρευμάτων της εποχής τους, τόλμησαν και διαλέχθηκαν με αυτά και συνέβαλαν με τον τρόπο αυτό μεταμορφωτικά στην διαμόρφωση ενός άλλου πολιτισμού της ανθρωπότητας».
Το κλειδί βρίσκεται στη λέξη «διάλογος». Αυτό το «διαλέχθηκαν», που χρησιμοποιεί στο λόγο του ο Σεβασμιώτατος, αρκεί για να αποτελέσει την αφετηρία ενός ξεδιπλώματος που θα επιτρέψει την κατανόηση των όποιων τάσεων και στάσεων όλων των μερών. Πράγματι, μέσα από τα πατερικά κείμενα διαφαίνεται μία σύγχρονη και προοδευτική αντίληψη για τα πράγματα της κοινωνίας. Οι Πατέρες δεν υπήρξαν καθηλωμένοι σε μία ισχυρή, ίσως και μη ανατρέψιμη, παραδοσιαρχία ενός φολκλορικού συστήματος, ικανού να θέσει εκτός μάχης τον ριζοσπαστισμό του εκκλησιαστικού λόγου. Δεν υπήρχε για τους Πατέρες αυτό το «κάθε πέρυσι και καλύτερα». Ο λόγος του ερχόταν σε κάθε εποχή και συναντούσε αυτή την εποχή όπως έχει, με τις ατέλειες, τις αδυναμίες της αλλά και της δημιουργικές της προοπτικές. Ο δυναμισμός της πατερικής σκέψης εισερχόταν στις ανησυχίες και στα προβλήματα όλων των εποχών, επιβεβαιώνοντας το συνεχές και σωτηριώδες του ευαγγελικού κηρύγματος.
Οι Πατέρες διαλέχθηκαν με την εποχή τους. Δεν φοβήθηκαν τις δομές της και, φυσικά, δεν ανησύχησαν μήπως ο εκκλησιαστικός λόγος εκκοσμισκευθεί στην κοινωνία στην οποία απευθύνονταν και αφομοιωθεί από τις απαιτήσεις της. Ήρθαν, λοιπόν, σε διάλογο και συνάντηση με ξένα ρεύματα, φιλοσοφικά, κοινωνικά, πολιτικά και τα σεβάστηκαν. Δεν πάσχισαν να τα καταργήσουν ή να απομυθοποιήσουν την εποχή τους, αλλά να ενσωματώσουν την αιωνιότητα του ευαγγελικού λόγου στο παροντικό ύφος της κάθε εποχής, της κάθε κοινωνίας.
Συμβαίνει, βέβαια, κάποιες φορές, η παρουσία και ο λόγος των Πατέρων, να αποκτούν απόλυτο χαρακτήρα. Σαν να τελείωσε η παραγωγή θεολογικού λόγου και σκέψης με τους Πατέρες και να πήρε μαζί της εκείνη η εποχή όλα όσα θα μπορούσαν να αποτελέσουν ελπίδα και σωτηρία για το αύριο. Χρειάζεται να ξεφύγουμε από τις εμμονές που δημιουργεί η αναγωγή των Πατέρων σε αυθεντίες, όχι, όμως να ξεφύγουμε από τους Πατέρες. Αυτός ο «πατερικός φονταμενταλισμός» όπως τον αποκαλεί ο Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου κ.κ. Ιωάννης, πλήττει σοβαρά το σώμα της Εκκλησίας, δημιουργώντας τραύματα που ο φανατισμός μπορεί να γιατρέψει. Ο συμπολίτης μας καθηγητής Δρ. Θεολογίας και Φιλοσοφίας Ιωάννης Πλεξίδας, σε συνέντευξη του στην Πεμπτουσία, σημειώνει, σχετικά: «Η υπέρβαση της πατερικής σκέψης δεν σημαίνει την άρνηση ή την απόρριψή της, αλλά τη δυναμική αφομοίωσή της. Πρόκειται για ένα άνοιγμα στην προοπτική του σήμερα ή καλύτερα, στην προοπτική του αύριο. Όσο ιερό και αν είναι το παρελθόν, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται, δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανάγεται σε αντικείμενο απόλυτου θαυμασμού».
Να φέρουμε τους Πατέρες στην εποχή μας. Αν δεν τους φέρουμε και αν σταθούμε προσηλωμένοι στα δεδομένα της εποχής που οι ίδιοι έζησαν, τότε ανάγουμε το λόγο τους σε μουσειακό είδος και την παρουσία τους σε καθηλωμένη ανατρεπτικότητα. Οι εποχές αλλάζουν, οι κοινωνίες μεταπλάθονται. Είναι αίρεση να εμμένουμε σε μία στείρα αναπαραγωγή ενός θεολογικού λόγου που περισσότερο ικανοποιεί την αυτοτέλεια μας, παρά αναδεικνύει την αγιότητα τους και την προοπτική αγιότητας των ανθρώπων. Αφήνοντας τους Πατέρες στην εποχή τους, αποκομμένους από τις σύγχρονες απαιτήσεις και προκλήσεις της βιοηθικής, της κοινωνιολογίας, της επιστήμης, είναι σαν να αφαιρούμε από τον Χριστό το μυστήριο της σάρκωσης. Κι αν αυτό συμβεί, η μουσειακή προβολή των Πατέρων θα επιβεβαιώνει την παραδοσιαρχία που πλήττει το εκκλησιαστικό σώμα.
Εφημέριος Ι. Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
π. Ηρακλής Αθ. Φίλιος
(Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)