Ο μπαμπάς ήταν «νοικοκυραίος». Κοίταζε τη δουλίτσα του, σπίτι δουλειά – δουλειά – σπίτι, κάποια σουαρέ γιορτές και σ/κ , άντε και ολίγη εκκλησία. Η εφημερίδα του συντηρητικού χώρου, πάντοτε διπλωμένη για να μην προκαλεί. Διότι υπήρχαν και άλλες δεξιότερες (συγνώμη συντηρητικότερες εφημερίδες) , πού να μπλέκεις!
Φεύγοντας από την επαρχία το μόνιμο κατευόδιο «πρόσεχε μην μπλέξεις», «εσύ θα φτιάξεις τον κόσμο», «άσε τους άλλους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα», «προσπάθησε να τρουπώσεις» και άλλα ωραία τέτοια.
Στη σημερινή εποχή οι προτροπές θα μπορούσαν να είναι κάπως έτσι: «βλάκα δεν βλέπεις πως οι ξένοι τρώνε το ψωμί μας», «κοίτα μη μου φέρεις καμιά μαύρη άπλυτη, αυτές τις έχουμε για ένα βράδυ», «πάρε το πτυχίο σου και ο κολλητός στο κόμμα κάπου θα σε βολέψει, όπως βόλεψε και τον παππού σου εκεί στη Θεσσαλονίκη με το τρίκυκλο», «τρέχα μαζί με τον Χ, στα καφενεία προπαγανδίζοντας την αξιοκρατία, εσύ την απέκτησες πληρώνοντας στο Taft μαζί με τον σιωπηλό βούδα», «έκανες τα χαρτιά σου, δυο χιλιάρικα θα πάρουμε ως μόνον έλληνες, αν και από το σόϊ της μάνας σου είσαι λίγο βόρειος, βόρειο – ηπειρώτης, βόρειο – μακεδόνας, βόρειο – θρακιώτης κάπως έτσι δεν χρειάζεται και να το φωνάζουμε κιόλας» .
Αυτός ο ευγενής νέος ή νέα, μπορεί να ανήκει στην παρέα εκείνου του «φλώρου» της Μυκόνου που άλλαξε τα φώτα στην κοινωνία, μπορεί να είναι εξπέρ στην αντιγραφή, όχι όπως ο άλλος που τον έπιασε η καθηγήτρια (τόσο το χειρότερο γι’ αυτήν) ή θα μπορεί κάθε στιγμή να απειλεί το δάσκαλο στέλνοντας το ανώνυμο – χαφιέδικο mail της αξιολόγησης με το γνωστό μότο «τώρα θα σου δείξω εγώ». Μπορεί επίσης να παίζει, οδηγώντας τη λιμουζίνα του μπαμπά με βουλγαρικές πινακίδες, στα καζίνο γυφτοβόρειας χώρας, ακούγοντας γνωστούς «αηδούς – εκ του αηδία» και ποντάροντας μονίμως στο μαύρο, το φυσικό του χρώμα. Και βέβαια ξημεροβραδιάζεται (ειδικά η νέα) μπροστά στην TV, ονειρεύομενη λίγη γκλαμουριά τρέχοντας για ψώνια ή ακκιζόμενη μετά νεαρών μαντράχαλων σε υποτιθέμενες ιστορίας αγάπης.
Υπάρχουν όμως, ευτυχώς για την κοινωνία, γονείς, νέες και νέοι με άλλα προτάγματα και ιδανικά. Δυσανασχετούν με τη βία της εξουσίας, με τη βία των ΜΑΤ (βλέπε Σκουριές), με τη βία προς τους αδύναμους (βλ. Ζακ). Αδυνατούν να καταλάβουν πως λοιδορούνται από μια οικογένεια πολιτικών που δεν έχει εργαστεί ΠΟΤΕ στη ζωή της. Και έχει αμύθητη περιουσία. Φαίνεται αυτούς είχε στο μυαλό του ο Χριστός δίνοντας το «Μάνα εξ ουρανού»!
Ασχολούνται με τον πρόσφυγα, τον κατατρεγμένο, τον οροθετικό μέσα από κινήματα και οργανώσεις, προτάσσοντας τον εμείς ενάντια στο εγώ. Θέλουν έναν καλύτερο κόσμο για τους πολλούς , για όλους χωρίς να ανεβαίνουν σε τρακτέρ εξαργυρώνοντας γραμμάτια.
Κινδυνεύουν από τον χωρίς ίχνος ευαισθησίας εργοδότη, κινδυνεύουν από τους ανεξέλεγκτους μηχανισμούς της εξουσίας (το κράτος είσθε εσείς έλεγε πολιτικός του παρελθόντος), κινδυνεύουν από τους κουμπουροφόρους κατσαπλιάδες οι οποίοι τώρα στη δίκη του λυκόφωτος συμπεριφέρονται ως κότες (τα πραγματικά ζωάκια είναι χαριτωμένα)!
Είναι ονειροπόλοι παρ΄ όλες τις διαψεύσεις πολλές φορές των προσδοκιών τους. Συνεχίζουν το επίμονο ταξίδι με αλληλεγγύη, συντροφικότητα και νιάξιμο για έναν κόσμο καλύτερο με λιγότερες κοινωνικές ανισότητες, λιγότερη πείνα και πόνο.
Οι «νοικοκυραίοι» ζηλεύουν τα παιδιά των δεύτερων, αλλά επιμένουν στις επιλογές των πρώτων. Οι σκεπτόμενοι νοικοκυραίοι όμως θα πρέπει να σκεφθούν πολλαπλά από ποιους θα κινδυνεύουν τα παιδιά τους στις 8 Ιουλίου. Από διαψευσμένα οράματα που μπορούν να επαναπροσδιοριστούν ή από τσεκουράτους εραστές της εξουσίας που θεωρούν την αριστερή ψήφο ψυχιατρική παρέκκλιση.
Βασίλης Παππάς – εκπαιδευτικός
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!