Ο γράφων με μαθητές στην πλατεία βορειοανατολικά του αρχοντικού, 7/5/2019.
Πάνω σ’ ένα βράχο (39°42’35.1″N 21°37’33.6″E) διακόσια περίπου μέτρα δυτικά της εκκλησίας Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καλαμπάκας βρίσκονται σήμερα κάποια χαλάσματα ενός σπιτιού. Πρόκειται για το λεγόμενο Αρχοντικό του Καλαμπάκα, ένα από τα πιο εμβληματικά και επιβλητικά κτίσματα στην πόλη μας, μετά τον μητροπολιτικό της βυζαντινό ναό.
Σε πρώτο πλάνο το αρχοντικό, φωτογραφημένο πριν την καταστροφή του το 1943, από τη μικρή Αγιά. Στο βάθος ο λόφος του προφητη‑Ηλία, ο Πηνειός και ο Κόζιακας.
Η πιο πρόσφατη φάση τροποποίησης του κτίσματος, πριν από την καταστροφή του στις 18 Οκτωβρίου 1943, ήταν τον 18ο αιώνα.1 Τον αιώνα αυτό μετοίκησε αναγκαστικά στην Καλαμπάκα από τη Μοσχόπολη η οικογένεια Γιαννάκη (Γιαννακάδων) ή Σταθάκη2 και ο αρχηγός της (pater familias) Γιαννάκης,3 μετέπειτα Καλαμπάκας.
Η παρούσα εργασία θα διαρθρωθεί σε τρία μέρη: στο πρώτο θα αναφερθούμε στην άγνωστη αλλά σπουδαιότατη βλαχόπολη Μοσχόπολη, απ’ την οποία ήρθε ο Γιαννάκης Καλαμπάκας στην πόλη μας· στο δεύτερο θα εκτεθούν τα ‑άγνωστα εν πολλοίς‑ ιστορικά γεγονότα και οι συνθήκες ζωής των κατοίκων της πόλης μας και της ευρύτερης περιοχής μέχρι περίπου το τέλος του 18ου αιώνα, που ο Γιαννάκης έζησε στην Καλαμπάκα. Και στο τρίτο θα παρατεθούν όσα στοιχεία γνωρίζουμε για τον Γιαννάκη Καλαμπάκα και τους απογόνους του, ορισμένοι από τους οποίους διετέλεσαν δήμαρχοι ή βουλευτές, και για τα έργα τους στην πόλη μας και ευρύτερα.
Μέρος 1ο: Μοσχόπολη
Γενικά
Η Μοσχόπολη ήταν ένα μεγάλο εμπορικό και πολιτισμικό κέντρο του 18ου αιώνα στην Βαλκανική χερσόνησο. Βρισκόταν στην σημερινή νοτιοανατολική Αλβανία, δυτικά της Κορυτσάς. Αναπτύχθηκε σε ένα από τα κύρια αστικά κέντρα των Βαλκανίων και μάλιστα, λόγω της συμβολής της στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό αναφέρεται στην εποχή της ακμής της και ως «Νέα Αθήνα» ή «Νέος Μυστράς».4
Πληθυσμός
«Η Μοσχόπολις (1330-1767) ήταν χτισμένη σε ένα καταπράσινο οροπέδιο σε υψόμετρο 1200 μέτρων στις ανατολικές πλαγιές του Οπάρεως όρους. Περιτριγυρισμένη από τον ορεινό όγκο του Τομάρου και της Οστροβίτσας αποτελεί κλασική επιλογή χώρου για εγκατάσταση βλάχων.»5 Επρόκειτο για μία μεγάλη πόλη, τη δεύτερη μεγαλύτερη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά την Κωνσταντινούπολη, με σχετική αυτονομία, που κατοικούνταν από Έλληνες βλάχους, Αλβανούς αλλά και άλλες εθνικότητες. «Θετικό αποτέλεσμα αυτής της ποικιλομορφίας του πληθυσμού ήταν η πολυγλωσσία· πέντε γλώσσες μιλούσαν οι κάτοικοι της πόλης: Ελληνικά, Βουλγαρικά, Αλβανικά, Τουρκικά και Σλαβικά.»6 «Το 1760, όταν η πόλη βρισκόταν στο απόγειο της δόξας και του μεγαλείου της, είχε δώδεκα συνοικίες, η κάθε μία με το δικό της όνομα, δώδεκα χιλιάδες σπίτια και 65.000 κατοίκους.»7
Ήταν ένα από τα σημαντικότερα βλαχόφωνα κέντρα. «Παρόλο που ομιλούσαν τη βλάχικη διάλεκτο, είχαν ελληνική παιδεία, με αποτέλεσμα να διαμορφώσουν σταδιακά την κοινή ελληνική συνείδηση.»8 Συνδετικό στοιχείο του πληθυσμού ήταν και η θρησκευτική ομοιογένεια, καθώς οι περισσότεροι ασπάζονταν την Ορθόδοξη χριστιανική πίστη.
Ασχολίες
Οι κάτοικοί της ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο, την κτηνοτροφία, την κατεργασία μαλλιού, την ταπητουργία, τη βυρσοδεψία, τη σιδηρουργία, την αργυροχοΐα και την χαλκουργική. «Μάλιστα, πολλοί Μοσχοπολίτες μετά την καταστροφή της πόλης τους διακρίθηκαν ως έμποροι, τραπεζίτες και βιοτέχνες στην Ουγγαρία και την Αυστρία και συνέχισαν την παράδοση των προγόνων τους κάνοντας γενναίες δωρεές και χρηματοδοτώντας σπουδαία κοινωφελή ελληνικά ιδρύματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας οικογένειας, η οποία διακρίθηκε για τις δωρεές της και το ευρύτερα σημαντικό και προσοδοφόρο έργο της υπήρξε η οικογένεια Σίνα, με εξέχοντες εκπροσώπους τον Γεώργιο Σίνα (1783-1856), έμπορο και εθνικό ευεργέτη, και τον Σίμωνα Σίνα (1810-1876), επίσης έμπορο και εθνικό ευεργέτη, γιο του προαναφερόμενου.»9
Εκπαίδευση, Τυπογραφείο, Βιβλιοθήκη
Στις αρχές του 18ου αιώνα ιδρύθηκε στη Μοσχόπολη το περίφημο Ελληνικό Φροντιστήριο, που το 1744 αναδιοργανώθηκε, με την προσθήκη ενός ανωτέρου κύκλου σπουδών, και μετονομάστηκε σε Νέα Ακαδημία, ένα από τα περιφημότερα σχολεία του υπόδουλου ελληνισμού, που πρωταγωνίστησε στο κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.10 Στο πνευματικό αυτό καθίδρυμα δίδαξαν εξέχουσες προσωπικότητες, όπως οι Χρύσανθος Ηπειρώτης, Σεβαστός Λεοντιάδης και Γρηγόριος ο Μοσχοπολίτης.
Αυτός ο τελευταίος, ο ιερομόναχος Γρηγόριος Κωνσταντινίδης ή Μοσχοπολίτης, ίδρυσε στα 1731 το δεύτερο, μετά από αυτό της Κωνσταντινούπολης, τυπογραφείο στον χώρο του υπόδουλου ελληνισμού. Εκεί τυπώθηκε το πρώτο τετράγλωσσο λεξικό (Ελληνικής, Αλβανικής, Βλάχικης και Βουλγαρικής γλώσσας), γραμμένο από τον λόγιο Θεόδωρο Αναστασίου Καβαλιώτη, που ανατυπώθηκε την ίδια εκείνη χρονιά της έκδοσής του και στην Βενετία υπό τον τίτλο «Πρωτοπειρία». Τυπώθηκαν ακόμα πολυάριθμα βιβλία, κατά κύριο λόγο με κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου, και απεστάλησαν σε πόλεις όπου ζούσαν Έλληνες της διασποράς.
Περίφημη ήταν και η αξιόλογη Βιβλιοθήκη της Μοσχόπολης, που «περιείχε σπάνια χειρόγραφα εκκλησιαστικών κειμένων, εκδόσεις Ελλήνων συγγραφέων, πολύτιμους κώδικες και έγγραφα, όπου διαφαίνονται οι στενοί δεσμοί της Μοσχόπολης με την Τεργέστη, τη Βενετία, τη Βιέννη, τη Βούδα και την Πέστη. Κατά την πρώτη καταστροφή της Μοσχόπολης, το 1769, όσα βιβλία ή χειρόγραφα διασώθηκαν συγκεντρώθηκαν σε κελιά του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη συνοικία της Σάρτζας. Άλλα βρέθηκαν αργότερα στη βιβλιοθήκη του Ελληνικού Γυμνασίου της Κορυτσάς. Τα τελευταία λείψανα της βιβλιοθήκης που υπολογίζονταν σε 1.700 τόμους καταστράφηκαν οριστικά στη δεύτερη καταστροφή του 1916 στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου.»11
Καταστροφή πόλης στα 1769, αποδημία κατοίκων
Στα 1770 ξέσπασε ένα κίνημα ανεξαρτησίας που υποκινήθηκε από τους Ρώσους εναντίον των Οθωμανών κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-74), τα λεγόμενα Ορλωφικά. Στα πλαίσια προετοιμασίας του κινήματατος αυτού ξεσηκώθηκαν στα 1769 όλοι οι κάτοικοι της Μοσχόπολης,12 μαζί με τους υπόλοιπους Ηπειρώτες. «Εντούτοις, η έκβαση του αγώνα υπήρξε τραγική για τους Μοσχοπολίτες παρόλη τη γενναιότητα, την αυτοθυσία και αυταπάρνησή τους στη μάχη. Η ήττα τους προκάλεσε πάμπολλες υλικές καταστροφές, πυρκαγιές και λεηλασίες από Τούρκους και Αλβανούς.»13
«Ὁ πλοῦτος, ἡ εὐμάρεια, αἱ μεγαλοπρεπεῖς καὶ πολυτελεῖς οἰκίαι, ἡ διακόσμησις τῶν πολυαρίθμων καὶ μεγαλοπρεπῶν Ναῶν, εἶχον ἐπισύρει τὴν βουλιμίαν τῶν περιοίκων Τουρκαλβανῶν, τῶν αἰτίαν ἐπιζητούντων ἵνα ἐπιπέσωσι καὶ λεηλατήσωσι τὴν πόλιν. Καὶ ἡ εὐκαιρία ἐδόθη.»14
«11 Σεπτεμβρίου 1796 έφτασα στη Μοσχόπολη, το όνομα της οποίας δίδεται σήμερα σε δύο μικρά ταλαίπωρα χωριουδάκια που χωρίζονται μεταξύ τους από ένα ρυάκι, κείμενα στις πλαγιές του Τομάρου. Είναι τα θλιβερά απομεινάρια, λείψανα μιας παλιάς και ωραίας άλλοτε εδώ βλαχόφωνης πολιτείας, η οποία από αιώνες, όπως φαίνεται, ευδαιμονούσα, κατείχε, πριν ακόμη την τουρκική κατάκτηση, την περικείμενη περιοχή. Αναμφισβήτητα, κατοικήθηκε αιώνες πριν, από Βλαχόφωνους, όπως δείχνει και η τοποθεσία· δενδρώδης, προσήλια, υδατόρρυτη, ιδανικό περιβάλλον για κατασκήνωση νομαδικών ποιμνιοστασίων. Έξωθεν όμως παρεμβάσεις και εκβιασμοί των πέριξ αλλαξοπιστούντων οδήγησαν τους τέως εκεί ευδαίμονες να πράξουν ό,τι και στα άλλα χωριά. Εγκατέλειψαν τα πάντα και αλλόφρονες, διευθυνόμενοι προς το άγνωστο, μετακινήθηκαν εκεί όπου δεν υπήρχε επέμβαση και εκβιασμός προς αλλαξοπιστία.»15
Μετά την καταστροφή της πόλης και των πολύτιμων πολιτισμικών θησαυρών της, οι κάτοικοι της Μοσχόπολης κατέφυγαν σε περιοχές της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, της Θράκης και αλλού. «Μετά την καταστροφή του 1769 οι βλαχόφωνοι απόδημοι της Μοσχόπολης και των όμορων οικισμών της, ολόκληρες οικογένειες ακόμη και ολόκληρα χωριά, αναζήτησαν ένα καλύτερο μέλλον τόσο σε κοντινά κέντρα της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Αλβανίας, όσο και σε μακρινότερους προορισμούς της βαλκανικής ενδοχώρας και της αψβουργικής επικράτειας.»16
Μάλιστα, οι οικονομικά ασθενέστεροι κατέφυγαν σε κοντινότερους τόπους, «με τα βλαχοχώρια να αποτελούν τους πλέον προσφιλείς προορισμούς, ενώ οι πιο εύρωστοι οικονομικά κατέληξαν στα ανερχόμενα αστικά κέντρα. Για τον λόγο αυτό πολλοί από τους απόδημους που παρέμειναν Οθωμανοί υπήκοοι επέλεξαν, εκτός από τους βλαχικούς οικισμούς, περιοχές με ισχυρή κεντρική εξουσία και ανεπτυγμένη οικονομική δραστηριότητα.»17
Συνεχίζεται…
Υποσημειώσεις
1 «Βρισκόταν επάνω στον βράχο, είχε κτισθεί τον 18ο αιώνα (1770-1776) και έχει συνδεθεί με την ιστορία της Καλαμπάκας που έφθασε, ως απόηχος, στους μεταγενέστερους.» Καλαμπάκα: Διαδρομή στο χρόνο, σελ. 46.
2 Νημάς Θεόδωρος, Τα μνημεία της Καλαμπάκας: από το αρχαίο Αιγίνιον και τους βυζαντινούς Σταγούς στη σύγχρονη Καλαμπάκα, 1° Γυμνάσιο Καλαμπάκας, εκδ. Έκτυπος, Καλαμπάκα 2002, σελ. 57
3 Για τον υποκοριστικό τύπο Γιαννάκης θα μιλήσουμε παρακάτω.
4 Νιχωρίτης Κωνσταντίνος, Η Μοσχόπολη και το τυπογραφείο, Διπλωματική εργασία, Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 17.
5 Κιλιπίρης Φώτης, Μοσχόπολις: Πολιτισμικό κέντρο της Βαλκανικής, κιβωτός της Ρωμιοσύνης, 1996.
6 Νιχωρίτης Κωνσταντίνος, σελ. 19.
7 Κιλιπίρης Φώτης, ό.π.
8 Νιχωρίτης Κωνσταντίνος, σελ. 19.
9 Ό.π., σελ. 22.
10 Ό.π., σελ. 28.
11 Ό.π., σελ. 37-38.
12 Κουκούδης Αστέριος, Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων, εκδ. Ζήτρος, 2000, σελ. 143-144.
13 Νιχωρίτης Κωνσταντίνος, Μοσχόπολη, σελ. 21. Σημαντικές καταστροφές στη Μοσχόπολη έγιναν και από τα στρατεύματα του Αλή Πασά αργότερα, το 1788.
14 Σκενδέρης Κωνσταντίνος, Ιστορία της αρχαίας και συγχρόνου Μοσχοπόλεως, Αθήνα 1928, σελ. 34.
15 Γουλιέλμος Μαρτίνος Ληκ, Travels in northern Greece, Λονδίνο 1835.
16 Καρακώστα Κωνσταντίνα, Μοσχοπολιτών τύχαι, σελ. 11. «τα κυριότερα κέντρα που φιλοξένησαν τους βλαχόφωνους απόδημους της ευρύτερης περιοχής της Μοσχόπολης ήταν το Νυμφαίο, η Βλάστη, η Σιάτιστα, το Άργος Ορεστικό, η Κλεισούρα, η Νάουσα, η Βέροια, η Θεσσαλονίκη, η Έδεσσα, οι Σέρρες και τα Άνω Πορόια, η Σαμαρίνα, τα Ιωάννινα, τα Ζαγοροχώρια, το Μέτσοβο και τα χωριά της Πίνδου, τα χωριά του Πηλίου, οι Μηλιές και η Ζαγορά»· ό.π., σελ. 100-101.
17 Ό.π., σελ. 100.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!