Το θέμα είναι ότι η Εκκλησία τους αντέχει. Οι νοοτροπίες δεν τους αντέχουν. Τα πρόσωπα που δημιουργούν τις νοοτροπίες. Οι συνήθειες, αυτές οι έξεις που ως παραδιδόμενες αλήθειες σου δημιουργούν την αίσθηση ότι ο λόγος δεν έχει ισχύ και η πλήρης υποταγή και υπακοή είναι μονόδρομος. Όχι, δεν είναι έτσι. Ή μήπως είναι; Μα, ακόμη κι αν είναι, δεν έχει να κάνει με τη φύση του προσώπου αλλά με τη θέληση του.
Ο νους μου έρχεται στον Γρηγόριο Νύσσης, έναν αντισυμβατικό, τολμώ να πω, Πατέρα της Εκκλησίας, λόγω των ισχυρών φιλοσοφικών του θέσεων (βλ. Μακρίνεια), λόγω της θεωρίας της αποκατάστασης των πάντων (κατηγορήθηκε ότι επηρεάστηκε από τον Ωριγένη) κ.ο.κ.. Ένα πρόσωπο που θαρρώ πως περισσότερο θεωρείται ως φιλόσοφος, παρά ως θεολόγος. Κι όμως, αυτόν τον Πατέρα της Εκκλησίας, τον οποίο συχνά η αδερφή του Μακρίνα τον επιπλήττει στο «Περί Ψυχής και Αναστάσεως» (Μακρίνεια) για τις φιλοσοφικές του θέσεις, η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος (787) τον ονόμασε Πατέρα Πατέρων.
Είμαι σίγουρος πως διερωτάστε ακόμη. Όχι για το ποιος είναι ο Νύσσης, πρόσωπο που η πλειοψηφία των λειτουργών του Θεού αγνοούν, αλλά ποιοι δε αντέχονται. Ο Νίτσε που αν γνώριζε τους Πατέρες της Εκκλησίας, ίσως και να γινόταν ο πιο ένθερμος ορθόδοξος κληρικός, υπήρξε ανατρεπτικός. Είχε βάθος, είχε όμορφη σκέψη, πολλές δημιουργικές ανησυχίες. Ασυμβίβαστος, όμορφα αναρχικός στις σκέψεις του, λέγοντας πως αυτή η μουσική δεν είναι για όλα τα αυτιά. Αυτοί δεν αντέχονται, σήμερα. Κι έχω την αίσθηση πως δεν υπάρχει χώρος για τέτοιες φωνές εντός των τοίχων της Εκκλησίας. Βλέπετε, στην Εκκλησία το παραδοσιαρχικό, το συνηθισμένο, το κάθε πέρυσι και καλύτερα, έχει τη συνέχεια του. Οι άλλοι δεν αντέχονται.
Αυτός είναι ο φόβος της Εκκλησίας. Ο ασυμβίβαστος. Γιατί αποτελεί φόβο; Γιατί έχει άποψη. Και η άποψη ξεθάβει το αληθινό πολλές φορές. Φόβος για όσους δεν ακούνε την ίδια μουσική. Για όσους αρέσκονται σε ασυνήθιστες σκέψεις. Δεν έχουν θέση. Ας αφεθούν στην άκρη. Χαλάει η εικόνα μας. Ένας τέτοιος ήταν ο Νύσσης, πολύ ανατρεπτικός καθότι αντιμετώπιζε τα πράγματα με τρόπο φιλοσοφικό. Γι’ αυτό και δεν αναφέρεται ως ένας εκ των Τριών Ιεραρχών. Οι θέσεις του, έφεραν τον Ιωάννη Χρυσόστομο στη θέση του. Βέβαια, οι τρεις Καππαδόκες είχε επικρατήσει να αποτελούν τη χορεία των Τριών Ιεραρχών. Ο Μ. Βασίλειος, ο Γρηγόριος Θεολόγος και ο Γρηγόριος Νύσσης. Απλά ο Νύσσης ήταν τολμηρός στις σκέψεις του και σκανδάλιζε με τις φιλοσοφικές θεωρήσεις επί των θεολογικών πραγμάτων. Κι όμως, η ξένη βιβλιογραφία αναφέρει ως τρίτο Ιεράρχη τον Νύσσης μαζί με τους Μ. Βασίλειο και Γρηγόριο Θεολόγο.
Η Εκκλησία δεν άντεξε τέτοιους ανθρώπους. Τότε έβαλε στην άκρη τον Νύσσης. Τον αδίκησε κι ας αποκατέστησε την τιμή του η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος. Τί φοβόταν η Εκκλησία; Αισθανόταν πως απειλούταν από τη φιλοσοφική σκέψη. Δεν είδε πως η φιλοσοφία διακονούσε τις θεολογικές αλήθειες. Κι ας έλεγε ο Μ. Βασίλειος στις ομιλίες του προς τους νέους να χρησιμοποιούν κάθε τι που γεννάει την αρετή, χωρίς να απορρίπτουν τη θύραθεν παιδεία.
Πριν μερικούς μήνες, ένας φίλος μου με σπουδές στη Θεολογία, Φιλοσοφία, μεταπτυχιακά και δύο διδακτορικά στους τομείς αυτούς, με ρώτησε πριν γίνω κληρικός εάν είμαι σίγουρος γι’ αυτό που θέλω να ακολουθήσω, έχοντας στο νου του πως οι αντισυμβατικοί και τα ελεύθερα πνεύματα δεν έχουν θέση. Προβληματίστηκα από την ερώτηση του. Προσπάθησα να δω τον εαυτό μου στο επέκεινα των πραγμάτων. Αμέσως, όμως, βρέθηκα στην ουσία της ερώτησης του που έγινε προβληματισμός. Και η ουσία της είχε και εξακολουθεί να έχει μία αλήθεια. Δυστυχώς τραγική, δραματική, καθώς οι ανατρεπτικοί, αντισυμβατικοί και ασυμβίβαστοι δεν αντέχονται.
Δεν έχει σημασία τι του απάντησα. Σημασία έχει αυτό που γράφει ο Νίτσε. «Όποιος μαντεύει κάτι από τις συνέπειες που έχει κάθε βαθιά υποψία, κάτι από τις παγωνιές και τις αγωνίες της απομόνωσης, στις οποίες καταδικάζεται όποιος έχει μια απόλυτη διαφορά οπτικής, αυτός θα καταλάβει επίσης πόσο συχνά προσπάθησα να βρω καταφύγιο κάπου. Αυτός, επίσης, θα καταλάβει γιατί ήμουν υποχρεωμένος, όταν δεν έβρισκα αυτό που χρειαζόμουν, να το αποκτήσω με το ζόρι και με τέχνασμα, να το απομιμηθώ ή να το δημιουργήσω ποιητικά… Κι έτσι, εφηύρα μια μέρα που τα χρειαζόμουν, τα ελεύθερα πνεύματα, στα οποία είναι αφιερωμένο αυτό το δύσθυμο και θαρραλέο βιβλίο, που έχει τον τίτλο “Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο”. Δεν υπάρχουν τέτοια ελεύθερα πνεύματα. Δεν υπήρξαν ποτέ» (Νίτσε, Ανθρώπινο πολύ ανθρώπινο, 1878).
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Αθ. Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)