Δεν έγινε τυχαία η σάρκωση του Θεού Λόγου. Δεν κατέβηκε από απωθημένο στη γη ο Θεός. Και δεν φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα από αδυναμία να σώσει με άλλο τρόπο. Όλες οι ενέργειες του Θεού που απευθύνονται στον άνθρωπο, την κτίση, την ιστορία, είναι γεμάτες από αγάπη και φιλανθρωπία. Στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Λουκ. 7, 11-16) ο Χριστός παρηγορεί. Παρηγορεί μία μάνα χήρα που έχασε τον μοναχογιό της. Φοβερό πράγμα. Ποια άλλη τραγικότητα να βιώσει αυτή η μητέρα; Υπήρχε περισσότερη οδύνη, κι άλλη οδύνη απ’ αυτό; Πενθεί. Το πένθος έρχεται και αντικαθιστά όσες χαρές είχε ζήσει με το γιο της. Και τώρα, καλείται να τον κηδεύσει. Ακολουθεί το δράμα της.
Ο Χριστός βλέπει τη χήρα. Κι ενώ θα μπορούσε να παρακαλέσει τον Πατέρα Του να υποδεχτεί το νεκρό παιδί στον παράδεισο, δεν το κάνει. Δεν επαναπαύεται στο αιώνιο, στο χαρμόσυνο του παραδείσου. Δεν του ταιριάζει, φαίνεται, του Χριστού η άλλη ζωή. Δεν συμβιβάζεται με την αιωνιότητα. Την θέση του επέκεινα παίρνει τώρα το παρόν. Η χρονική στιγμή στην οποίο βρίσκεται. Δεν μεταθέτει τη σωτηρία, την προοπτική της λύτρωσης από τα βάσανα του κόσμου σε έναν άλλο κόσμο. Μόλις την είδε, την σπλαχνίζεται. Όμως, και πάλι εκπλήσσει. «Μην κλαις». Αυτό της λέει. Τη βεβαιώνει πως δεν έχει θέσει ο πόνος, το κακό, τα οποία σύμφωνα με τους Πατέρες αποτελούν «παρυπόσταση». Δεν έχουν οντολογία, αλλοιώνουν την αληθινή ύπαρξη, που είναι το καλό. Έχουν τέλος, και ο πόνος και τα δάκρυα και το πένθος.
«Μην κλαις». Παύει το πένθος της. Αλλά δεν σταματάει εκεί. Ανασταίνει το γιο της. Της δείχνει πως το τέλος των πραγμάτων δεν είναι η φθορά, η αλλοίωση, αλλά η επαναφορά στην όντως καλή φύση, στην αρχική ομορφιά των πραγμάτων. Ο Χριστός στέκεται απέναντι στον ανθρώπινο πόνο με τρόπο παρηγορητικό. Βλέπει πως είναι να πονάς, κατανοεί πόσο απειλητικά έχει εισέλθει το κακό στον κόσμο, στον άνθρωπο, στην ιστορία. Δεν βολεύεται η αγάπη του Χριστού με την καταδίκη και την αφάνεια που επιτάσσει το κακό. Ο Θεός είναι αγάπη. Πώς να συμβιβαστεί με τον αφύσικο θάνατο και να κλείσει το μάτι στη χαοτική φθορά; Παρηγορεί. Δεν απειλεί. Δεν τρομοκρατεί και δεν φοβερίζει τους ανθρώπους. Όλα αυτά, λειτουργούν ως απωθημένα των ανθρώπων, εκείνων όλων των φωνών μιας παραδοσιαρχικής τάσης και ηθικιστικής ανάλωσης, που εντός των τειχών της Εκκλησίας φροντίζουν να υπενθυμίζουν στους ανθρώπους πως ο Θεός δεν αγαπάει όλους τους ανθρώπους. Είναι όλοι εκείνοι οι θιασώτες του Sartre, κι ας μην το γνωρίζουν, για τους οποίους ο άλλος είναι η κόλαση και όχι ο αδελφός.
Ε, λοιπόν, ο Χριστός διαψεύδει όσους αναζητούν τον φόβο και τις σκιές στα ανθρώπινα δράματα. Ο Χριστός αγαπάει, νιώθει τον πόνο των ανθρώπων, γιατί κι Εκείνος πόνεσε στον Σταυρό. Παρηγορεί. Ήρθε για να σώσει τον άνθρωπο. Όχι για να τον καταδικάσει. Να του δείξει πως η δύναμη του κακού βρίσκει εμπόδιο την αγάπη του Θεού, την ταπείνωση, την απλότητα, την καλοσύνη. Και πως υπάρχει ελπίδα, από τη στιγμή που υπάρχει Θεός.
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Αθ. Φίλιος
(Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)