Tης Φωτεινής Αραμπατζή,
Υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων
Ας φανταστούμε μια έκταση 5 δισεκατομμυρίων 930 εκατομμυρίων στρεμμάτων. Μια έκταση ίση, δηλαδή, με δυο φορές το μέγεθος της Ινδίας.
Αυτή είναι η έκταση, που απαιτείται να καλλιεργηθεί ως το 2050, επιπλέον αυτής, που καλλιεργείται σήμερα, προκειμένου να “θρέψει” τα 9 δις 800 εκατομμύρια ανθρώπων, στα οποία εκτιμάται ότι θα έχει αυξηθεί ο πληθυσμός της Γης ως το 2050.
Τα 3 δισεκατομμύρια εξ αυτών εκτιμάται ότι θα ανήκουν στη μεσαία τάξη, που παραδοσιακά καταναλώνει τρόφιμα και επομένως απαιτούν ευάριθμους πόρους για να παραχθούν.
Επιπρόσθετα, για να παραχθεί όλη αυτή η τροφή, οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη γεωργία εκτιμάται ότι θα φθάσουν τους 15 Γιγατόνους (Gt), την ώρα, που για να αποτραπεί η αύξηση της θερμοκρασίας της Γης πάνω από 1,5 βαθμό Κελσίου, η συμβολή της γεωργίας δεν θα πρέπει να ξεπερνά τους 4 Γιγατόνους, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να απελευθερωθούν καλλιεργήσιμες σήμερα εκτάσεις για αναδάσωση.
Όπως είναι αυταπόδεικτο η λύση είναι μία: να παραγάγουμε περισσότερα με λιγότερους πόρους. Να το θέσω διαφορετικά: Περισσότερη και μάλιστα υψηλότερης θερμιδικής αξίας τροφή με μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Σήμερα, ο δημόσιος διάλογος – ιδίως στις προηγμένες χώρες – εστιάζεται στο δεύτερο μέρος: η γεωργία και κυρίως η κτηνοτροφία τίθενται στο επίκεντρο της προσπάθειας για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις των αγροτών της Ολλανδίας δείχνουν ότι λύσεις υπάρχουν και σε κάθε περίπτωση μπορούν και θα βρεθούν αλλά όχι χωρίς κόστος – οικονομικό και κοινωνικό.
Υπάρχουν, όμως, και θετικά νέα. Η κλιματική αλλαγή και η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού, που επιλέγει και θα επιλέγει ολοένα και περισσότερο, τρόφιμα με όσο το δυνατόν μικρότερο οικολογικό αποτύπωμα, αναλαμβάνοντας το επιπλέον κόστος ανοίγουν ένα σημαντικό “παράθυρο ευκαιρίας” για τη χώρας μας. Και αναφέρομαι στον τομέα της αιγοπροβατοτροφίας, στον οποίο έχουμε σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως την απαράμιλλη ποιότητα και γεύση.
Από την αιγοπροβατοτροφία προέρχεται μόλις το 7.4% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που εκπέμπει συνολικά η κτηνοτροφία. Τα αντίστοιχα ποσοστά άλλων βασικών τομέων είναι: βοοτροφία 62.2%, χοιροτροφία 10.1%, ορνιθοτροφία 9.8%, βουβαλοτροφία 9,5%.
Άρα, η αιγοπροβατοροφία συμβάλλει θετικά στην κλιματική αλλαγή και μπορεί να συμβάλλει ακόμη περισσότερο με τα κατάλληλα κίνητρα. Η Ελλάδα διαθέτει τον μεγαλύτερο πληθυσμό αιγών στην Ευρώπη ενώ κατέχει και την τέταρτη θέση σε πληθυσμό προβάτων. Και αν σκεφτεί κανείς ότι το 84% των αιγοπροβάτων στην Ελλάδα εκτρέφεται με το ημιεντατικό σύστημα, στο οποίο σημαντικό ρόλο παίζει η βόσκηση σε φυσικούς βοσκοτόπους, το περιβαλλοντικό κέρδος πολλαπλασιάζεται. Και αυτό γιατί η φυσική βόσκηση συμβάλλει αφενός στην αποφυγή της διάβρωσης του εδάφους αφετέρου διασφαλίζει τον εμπλουτισμό της οργανικής ύλης του εδάφους και την αποκατάσταση του εδαφικού άνθρακα.
Επιπλέον, με δεδομένο ότι η μέση κατανάλωση αιγοπρόβειου κρέατος σε Ευρωπαϊκό επίπεδο κυμαίνεται από δύο έως τρία κιλά ετησίως, τα περιθώρια ανάπτυξης της αιγοπροβατοτροφίας με βάση τα περιβαλλοντικά της πλεονεκτήματα και τα κοινωνικά οφέλη είναι άξια στρατηγικής προσοχής.
Στρατηγικής προσοχής, που για εμάς, την πολιτική ηγεσία πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθιστά την ορεινή αιγοπροβατοτροφία σε δυνητική ατμομηχανή της αγροτικής οικονομίας.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» της Κυριακής (20.10.2019).
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!