Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας γάιδαρος.
“Κάτι πρέπει να κάνω κι εγώ για να με προσέξουν”, έλεγε και ξανάλεγε.
Μια μέρα, καθώς βρέθηκε μέσα στο δάσος, είδε χάμω ένα δέρμα λιονταριού.
Αυτό είναι, σκέφτηκε με χαρά ο γάιδαρος. Βρήκα επιτέλους την τύχη μου. Έξω πια η μελαγχολία.
“Τώρα και όμορφος θα γίνω και σημασία θα μου δώσουν όλοι και θα με λογαριάζουν για σπουδαίο”.
Φοράει λοιπόν αμέσως το δέρμα του λιονταριού, και νάτος τώρα μεταμορφωμένος, σ’ ένα ωραίο και μεγάλο λιοντάρι. Ποιός να το φανταστεί ότι μέσα από το τομάρι κρυβόταν ένας γάϊδαρος!
Τρέχει τώρα μέσα στο δάσος, κυνηγάει τα ζώα, τα φοβερίζει και αυτά το βάζουν στα πόδια, γιατί πιο μεγάλο και άγριο λιοντάρι δεν είχαν ξαναδεί ποτέ τους. Μόνο μια αλεπού τον αντίκρυσε και δεν κουνήθηκε απ’ την θέση της. Το ψευτολιοντάρι στάθηκε, την κοίταξε αγριεμένο, μούγκρισε γαϊδουρινά και της είπε:
-«Θα σε φάω! Εσύ δεν με φοβάσαι;»
-«Γιατί να σε φοβηθώ;» του λέει ήσυχα η αλεπού. «Νομίζεις πως δεν κατάλαβα από την φωνή σου ποιός είσαι; Δεν είσαι λιοντάρι, είσαι ένας γάϊδαρος. Και ένας γάϊδαρος, δεν μπορεί ποτέ να φάει μια αλεπού».
Έτσι και κάποιοι αμόρφωτοι, που περνιούνται για σπουδαίοι με τον κομπασμό που δείχνουν, αποκαλύπτονται από την ίδια τους τη φλυαρία.
«Έπεσε η λεοντή τους». Όταν χάνουν την αίγλη που είχαν και που την είχαν αποχτήσει με ανήθικα μέσα, χωρίς να έχουν αυτοί οι ίδιοι καμιά αξία.
Δες τι μας κάνει τώρα ο Αίσωπος.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΪΟΥ
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!