Κάθε γιορτή στη ζωή του ανθρώπου έχει ένα ιδιαίτερο νόημα, αλλά κι ένα ιδιαίτερο σκοπό. Σημαίνει κάτι. Έχει τον τρόπο της να μεταδίδει κάτι, να κοινωνεί γεγονότα, πρόσωπα, αλήθειες. Όλα αυτά, καθορίζοντας την πορεία του ανθρώπου, σημαίνουν ένα ακόμη ισχυρό βήμα προς την πρόοδο και ολοκλήρωση του.
Θεωρώ πως δεν είναι η επανάληψη των εορταστικών γεγονότων που κουράζει τον άνθρωπο και του δημιουργεί την αίσθηση του ανεκπλήρωτου, μιας και ο ίδιος πληρώνεται όταν συμπληρώνεται. Εξάλλου, πολλά επαναλαμβάνονται ακόμη και στη διάρκεια της μιας ημέρας. Δεν αποφεύγει την επανάληψη ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος έχει συνηθίσει, έχει μάθει στην επανάληψη. Η επανάληψη, γιατί να πρέπει να είναι κουραστική και απαιτητική; Σημασία έχουν τα πρόσωπα, ο τρόπος, η μετάδοση. Αλλά και κάτι περισσότερο∙ η σημασία όλων αυτών στην προσωπική, εξατομικευμένη ζωή των ανθρώπων.
Το πρόσωπο αυτό δεν είναι τυχαίο. Ο Υιός του Θεού δεν είναι ένα πρόσωπο της ιστορίας, ένας ιστορικός και μόνο Ιησούς, όπως τον χαρακτηρίζουν όσοι επιμένουν να μην αντιλαμβάνονται στη ζωή τους τη θεότητα Του. Και δεν είναι κτίσμα, θέση που φέρνει ξανά τον Άρειο στην εποχή μας. Είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, με ενωμένη στο πρόσωπο Του τη θεότητα και ανθρωπινότητα. Πρόσωπο μέσα από το Οποίο δοξάζεται και υμνείται στους αιώνες ο άπειρος, ακατάληπτος, Θεός.
Πώς, λοιπόν, μία γιορτή με πρωταγωνιστή τον Χριστό, για τον Οποίο πρωταγωνιστής γίνεται ο άνθρωπος, μπορεί να υπάρξει ως συνήθεια; Γίνεται κι αυτό. Αλλά γίνεται εκ μέρους του ανθρώπου. Η πρωτοβουλία της αντίληψης ανήκει στον άνθρωπο, όχι στον Χριστό. Το ζήτημα είναι καίριο. Και επίμονα καθίσταται φορέας αδιαφορίας και της νενομισμένης εκείνης φολκλορικής αντίληψης που φέρνει το συναίσθημα στη θέση του βιώματος, κάτι που αποξενώνει την οντολογία των πραγμάτων από την αγιοπνευματική παράσταση των σημαινομένων εντός της χρονικά άχρονης παροντικής λειτουργικότητας.
Συνηθίσαμε να εκκλησιαζόμαστε Χριστούγεννα, Πάσχα, ίσως και την Πρωτοχρονιά. Και μάλιστα τις ημέρες της κορύφωσης των θείων γεγονότων. Σαν να μην συντελείται αυτή η κορύφωση μέσα από την ολοκλήρωση μιας συνέχειας των όσων σημαίνονται. Σαν να έρχεται ξαφνικά η γέννηση, η σταύρωση, η ανάσταση. Σαν να υπάρχουν από μόνα τους όλα αυτά. Υπάρχει σχέδιο. Είναι το σχέδιο της θείας οικονομίας, το πώς δηλαδή ο Θεός οικονομεί ξανά τη σωτηρία του ανθρώπου. Πως βάζει ξανά στο παιχνίδι τον άνθρωπο, παίζοντας ο Ίδιος μπάλα στο γήπεδο του ανθρώπου. Αυτά δεν συγκινούν; Δεν συγκινεί το γεγονός ότι αποκαλύφθηκε στον άνθρωπο, την ίδια στιγμή που στις θρησκείες του κόσμου ο άνθρωπος κινείται προς τον Θεό; Περισσότερο, δεν συγκινεί η άπειρη φιλανθρωπία του Θεού προς τον άνθρωπο, τον οποίο δεν άφησε στο σκοτάδι, στην ανυπαρξία, στην μοναξιά, αλλά κοινώνησε μαζί του, απομυθοποιώντας το πλατωνικό ‘’θεός δέ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται’’.
Τα Χριστούγεννα ξεφεύγουν από έναν συναισθηματισμό, ο οποίος έχει την ιδιότητα ενός ιδεαλισμού, μιας πραγμάτωσης άνευ ουσίας, περιεχομένου. Οι άγιες αυτές ημέρες, θέτουν τον άνθρωπο στο κέντρο, παρά τον Χριστό, καθώς ο Χριστός έθεσε ως βασική Του προτεραιότητα τον άνθρωπο, την προοπτική του, τη σωτηρία του. Ο Θεός δεν ενανθρώπισε από προσωπικό απωθημένο ή αδιέξοδο, αλλά για τον άνθρωπο. Επομένως, υπάρχει λόγος για να τιμήσει ο άνθρωπος τον Θεό για την τιμή που του προσέδωσε. Ο λόγος αυτός είναι ο Λόγος του Θεού. Και αποτελεί λόγο υψίστης αξίας το γεγονός ότι από τον Θεό Δημιουργό προέρχονται όλα, αλλά και ο άνθρωπος, αφού “ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν” (Πραξ. Απ. 17, 28).
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)