Αφουγκραζόμενος κάποιος και αναλογιζόμενος κηρύγματα και σκέψεις που κάνουν λόγο για έναν Θεό που τιμωρεί τους ανυπάκουους ανθρώπους και γίνεται ο τρόμος και ο φόβος τους, διερωτάται αν όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα ορθόδοξο περιβάλλον ή σε ένα προτεσταντικό. Κι ενώ η απάντηση βρίσκεται στον δεύτερο περιβάλλοντα χώρο, εντούτοις αποτελεί τραυματική διαπίστωση πως όλα τα παραπάνω διαδραματίζονται στο χώρο της ορθόδοξης παράδοσης.
Ο φόβος είναι το χαρακτηριστικό εκείνων που θέλουν να ελέγχουν πιστούς, προσκομίζοντάς τους, κάποιες φορές, τις δικές τους αστοχίες και ανασφάλειες. Και γίνεται σαφές πως ο Θεός μετατρέπεται τόσο εύκολα και ανώδυνα από Θεό αγάπης σε Θεό δικαστή των ανθρώπων, έναν ακόμη τιμωρό. Είναι όμως αυτός ο Θεός του Ευαγγελίου; Ο Θεός των Πατέρων; Ο Θεός της περιόδου που διανύουμε; Αν είναι ένας τέτοιος Θεός, τότε καλύτερα να έμενε στον σταυρό και να μην τολμούσε με την ανάσταση Του να παίξει με τους ανθρώπους. Είναι όμως αυτός ο Θεός;
Εμείς οι κληρικοί κάποιες φορές στα κηρύγματα έχουμε τέτοια σκληροκαρδία που αφήνει ασυγκίνητο κάθε προσωπικό μας αισθητήριο ενώπιον μιας άφατης απεραντοσύνης ελέους και αγάπης που προέρχονται από τον Θεό Δημιουργό. Είναι κάποιες στιγμές που ποθούμε να αρέσουμε στην ειδωλική μας συνειδητότητα, μία υποκριτική εσωτερική ατομική τακτοποίηση, σε τέτοιο μάλιστα σημείο που να παρουσιάζουμε στους ανθρώπους έναν Θεό που αφανίζει από τη ζωή ανθρώπους που αντιλαμβάνονται με αλλοιωμένο τρόπο το Τριώδιο και αρέσκονται στην αποκριάτικη κοσμική ζωή. Αλήθεια, ποιος κληρικός έχει το πλεονέκτημα να ρίχνει στον Θεό ποινές που δεν Του ταιριάζουν;
Βέβαια, όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την φύση της θεολογίας της ορθόδοξης Ανατολής. Και φυσικά ο Γρηγόριος Νύσσης και ο Μάξιμος Ομολογητής θα διερρήγνυαν τα ιμάτια τους ακούγοντας τέτοιους λόγους από ανθρώπους που υπηρετούν τον Θεό. Σίγουρα, ο Μάξιμος θα ξεφύλλιζε τα Κεφάλαια περί αγάπης αγωνιώντας να ανακαλύψει μήπως δαπάνησε άσκοπο χρόνο στη συγγραφή ενός τέτοιου θαυμάσιου έργου. Τα κηρύγματα που κάνουν λόγο για ενοχή, ποινές, τιμωρία, καταδίκη, προέρχονται από ένα δικανικό πνεύμα, όπως αυτό επηρέασε τη δυτική θεολογική σκέψη. Δεν θα βρείτε στους Πατέρες τον τρόμο μιας αποτυχημένης αντίληψης περί της εικόνας του Θεού. Εκείνο που ζαλίζει είναι η άπειρη φιλανθρωπία του Θεού.
Εκείνες οι φωνές, εντός των τειχών της ορθοδοξίας από όπου κι αν προέρχονται, που ερωτοτροπούν με έναν σαδιστή Θεό ο οποίος κατακεραυνώνει τον αμαρτωλό άνθρωπο, έχουν υπόψιν τους τη διασάλευση της έννομης τάξης και την καταπάτηση του δικαιϊκού πνεύματος. Επειδή, δηλαδή, προσβάλλεται ο Θεός, πρέπει να τιμωρηθεί ο άνθρωπος που όταν αμαρτάνει απειλεί τη δικαιοσύνη του Θεού. Κι επειδή η προσβολή είναι τόσο μεγάλη, εκείνος που πρέπει να τιμωρηθεί είναι ο Θεάνθρωπος, ο Υιός του Θεού. Αυτό υπερασπίζεται ο Άνσλεμος Καντερβουρίας στα έργα του. Ε, λοιπόν τον Άνσελμο και τον Λούθηρο τους καλωσορίσαμε στη δική μας ορθόδοξη παράδοση, και εμποτίσαμε το πνεύμα της με όρους και έννοιες που αποσκοπούν στην αποκατάσταση της δικαιοσύνης του Θεού, παρά στην ευσπλαχνία Του. Αν διαβάσετε τον Λούθηρο θα απογοητευτείτε. Θα συνηθίσετε την κατάθλιψη. Ο άνθρωπος έχει καταστεί εικόνα διαβόλου και όλος ο άνθρωπος έχει διαφθαρεί. Αυτά λέει ο Λούθηρος. Και ήρθαν οι δικές μας οι οργανώσεις και έσπειραν τον φόβο και τον τρόμο στους ανθρώπους, δημιουργώντας καταθλιπτικά, ακόμη και νευρωτικά πρόσωπα γεμάτα στερήσεις και ενοχές. Πρόσωπα που το μεγαλύτερο δώρο του Θεού, η ελευθερία, έχει γίνει ο πιο απαγορευμένος καρπός, μαζί μ’ εκείνον του έρωτα, της αγάπης.
Αν όλα τα παραπάνω έχουν ισχύ μέσα στο χώρο της ορθόδοξης ζωής και πνευματικότητας, τότε συντελείται άλλη μία θεοκτονία. Ο Θεός σκοτώνεται από εκείνους που σχηματίζουν μία λανθασμένη αντίληψη περί Εκείνου. Ο Νίτσε μίλησε για τη θεοκτονία αυτή και το ιερατείο της εποχής του, τον χαρακτήρισε άθεο. Μπορεί όμως ο Θεός να είναι όλα αυτά; Αν είναι, τότε σταυρώθηκε για τον Εαυτό Του, όχι για να χαρίσει στον άνθρωπο, απροϋπόθετα, εντελώς απροϋπόθετα, την πραγμάτωση της σωτηρίας. Οι ευχές της Θείας Ευχαριστίας δεν συμφωνούν με τον δυνάστη Θεό που διακατέχεται από απωθημένα. Στην ευχή του τρισαγίου ύμνου διαβάζουμε: ‘’… καί μή παρορῶν ἁμαρτάνοντα, ἀλλά θέμενος ἐπί σωτηρίᾳ μετάνοιαν…’’.
Είναι ενδεικτικός ο λόγος του Μαξίμου Ομολογητού, ο οποίος στα κεφάλαια Περί αγάπης, αναφέρεται στον τρόπο αντιμετώπισης του ενάρετου και του φαύλου από τον Θεό. Γράφει, χαρακτηριστικά: ‘’Ὥσπερ ὁ Θεός φύσει ὤν ἀγαθός καί ἀπαθής, πάντας μέν, ἐξ ἴσου ἀγαπᾷ, ὡς ἔργα αὐτοῦ• ἀλλά τόν μέν ἐνάρετον δοξάζει, ὡς καί τῇ γνώμῃ οἰκειούμενον• τόν δέ φαῦλον, δι᾿ ἀγαθότητα ἐλεεῖ, καί ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ παιδεύων ἐπιστρέφει• οὕτω καί ὁ τῇ γνώμῃ ἀγαθός καί ἀπαθής, πάντας ἀνθρώπους ἐξ ἴσου ἀγαπᾶ• τόν μέν ἐνάρετον, διά τε τήν φύσιν καί τήν ἀγαθήν προαίρεσιν• τόν δέ φαῦλον, διά τε τήν φύσιν, καί τήν συμπάθειαν ἐλεῶν ὡς ἄφρονα καί ἐν σκότει διαπορευόμενον’’. Για όλους εργάζεται ο Θεός και ενεργεί. Είναι αυτό που θα πει ο Μάξιμος σε άλλο σημείο, πως ο Θεός εργάζεται ‘’σωστικάς ἐπινοίας’’ για όσους μένουν ακόμη και στην άγνοια.
Είναι αταίριαστος ο Θεός της αγάπης με τον Θεό της τιμωρίας. Παιδαγωγεί ο Θεός, δεν τιμωρεί. Είναι άλλο η παιδαγωγία ως αγαθή έκφραση του Θεού να εμφυσήσει στον άνθρωπο τη χαρά του νόστου στην κοινωνία μαζί Του και άλλο η τιμωρία που εμφορείται ενός ισχυρού αρνητισμού, καταλήγοντας στην ανταπόδοση του λάθους, του κακού. Όσο εμείς οι κληρικοί, και όσοι άλλοι, επιμένουμε σ’ έναν δικαστή και τιμωρό Θεό, τόσο οι μεταφυσικές μας ευαισθησίες θα παραμένουν άλυτες, αλλά κι εκείνες των ανθρώπων θα βαραίνουν περισσότερο. Ειδάλλως, θα καταντήσουμε να γινόμαστε μοναχικοί και μοναδικοί ακροατές της ανυπέρβλητα αβάσταχτης βαττολογίας μας.
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)