Η απόλυτη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου. Αγωνία που καμία εποχή, κανένα επίτευγμα δεν κατάφερε να δαμάσει στη χρονική βεβαιότητα του πεπερασμένου και του τετελεσμένου. Το πιο βέβαιο γεγονός που ακόμη και η πιο αισιόδοξη φιλοσοφική στάση δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει. Και φυσικά, να ξεπεράσει.
Ριζωμένο μέσα σε λίγες στιγμές ελευθερίας. Και είναι η πιο καταδικαστική ελευθερία, αυτή του πρώτου ανθρώπου. Ανελεύθερη δείχνει και ανελεύθερος καθίσταται. Μα πώς τελικά ο άνθρωπος πλάστηκε ελεύθερος, αφού μία στιγμή ανυπακοής καθόρισε το επέκεινα της υπαρξιακής του πορείας, θέτοντας αυστηρά κριτήρια στον τρόπο με τον οποίο μπορεί αν ελπίζει, στο χρόνο που μπορεί να ορίζει και στον χώρο που περιορίζεται κινητικά; Ποια αισιοδοξία να χωρέσει τη μοναδική στιγμή της πτωτικής αυτής ανατροπής που χώρεσε μέσα την και καθόρισε συνάμα την πορεία του ανθρωπίνου γένους; Κι εν τέλει ποια η αγάπη του Θεού όταν έναν ανώριμο πνευματικά άνθρωπο, αυτόν της δημιουργίας, τον καταδικάζει σε ακινησία, απομόνωση; Και κάτι ακόμη. Η ενανθρώπιση του Θεού Λόγου πόσο ικανή καθίσταται ώστε να ξεπεράσει ο άνθρωπος το εμπόδιο της ενοχής και της επαναφοράς;
Έρωτας και θάνατος. Οι δύο στιγμές της ζωής που καθορίζουν την ταυτότητα ενός οντολογικού διχασμού, αυτού της ενοποίησης τους σε ένα σώμα, μία ψυχή. Γιατί, τί παραπάνω από διχασμό προσφέρει ένας θάνατος; Αυτό είδε ο Σωκράτης και επιδίωξε τη λύτρωση ενώ του προσφέρθηκε η λύτρωση, η σωτηρία. Αυτό είδε ο Πλάτωνας και ο Πλωτίνος. Την μεταπήδηση επιδίωκαν. Χωρίς στιγμές απόλαυσης. Με στιγμές μιζέριας που προέκυπταν από τον εγκλωβισμό σε ένα ανίερο και φθαρτό σώμα, το οποίο υπήρχε για να υπενθυμίζει στον άνθρωπο πως δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά ένα ακόμη διχασμό, μία νέκρωση.
Αυτό το σώμα έπρεπε να καταπολεμηθεί. Και η σύγχρονη αθεΐα το γνωρίζει αυτό. Ο Michael Onfray δεν μπορεί να στηριχτεί στην αδυναμία του σωτήρα. Για εκείνον ένα σώμα εξευτελισμένο δεν μπορεί να αποτελεί πρότυπο. Δεν συνάδει αυτό με την ευρωστία, με το αίσθημα της ισχύος, εν τέλει με την εγωιστική διάθεση του ανθρωπολογικού ενδιαφέροντος. Πώς μπορεί να σώσει ένα τέτοιο σώμα; Είναι πρότυπο το σώμα του Χριστού; Κατά τον Onfray (η σύγχρονη αθεΐα χρησιμοποιεί πολύ σκληρή γλώσσα σε αντίθεση με την αθεΐα της ημέρας, την ‘’αισιόδοξη αθεΐα’’ σύμφωνα με τον λόγο του Μπερντιάεφ). Δείτε τι λέει ο Onfray στην ‘’Αναζήτηση των ηδονών’’: ‘’Πράγματι, πώς μπορεί να δημιουργηθεί ένα όραμα για τον κόσμο με βάση τη λατρεία ενός σταυρωμένου, ακρωτηριασμένου, πληγωμένου, ταπεινωμένου, κατακομματιασμένου πτώματος;’’. Η σύγχρονη αθεΐα βλέπει ένα εξευτελισμένο και αδύναμο σώμα. Τόσο αδύναμο που δεν μπορεί να δώσει καμία εγγύηση στις μεταφυσικές αγωνίες του σύγχρονου ανθρώπου.
Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα’ (Ματθ. 26, 63). Αυτός είναι ο τρόπος του Θεού. Η αναντίληπτη φανέρωση και αποκάλυψη του τρόπου Του στην ιστορία, στην κτίση, στον άνθρωπο. Μην προσπαθούμε με ευκολία να ερμηνεύσουμε τον Χριστό. Ο τρόπος του είναι η σιωπή. Αυτή δείχνει τα πράγματα. Ο Χριστός δεν είναι ο σούπερ ήρωας που θα επιθυμούσαμε όλοι, που θα κατατρόπωνε τους σταυρωτές και εχθρούς του με μία κίνηση. Αυτό δείχνει παραβίαση της ελευθερίας. Δεν πείθει για να πιστέψεις. Σου βάζει όμως όλες εκείνες τις αμφιβολίες που οδηγούν στην εμπιστοσύνη πως η βεβαιότητα δεν αποτελεί καρπό εγγυημένης προφητείας αλλά μύηση στον δρόμο και τρόπο της ζωής που θα χαθεί για να κερδηθεί (Μάρκ. 8,36).
Ο Θεάνθρωπος δεν επιδιώκει ένα νικηφόρο αποτέλεσμα. Επιδιώκει να γιατρέψει μία φύση που ασθενεί και το πραγματώνει με οποιοδήποτε κόστος. Ακόμη κι αν κατηγορηθεί για τον τρόπο αυτό. Κι ας μην εγγυάται αυτός ο τρόπος ένα ισχυρό και ανίκητο πρόσωπο. Έστω και με σώμα ταπεινωμένο που δεν θυμίζει τον υπεράνθρωπο του Νίτσε και τα πρότυπα του Onfray. Εδώ προκύπτει μία ανατροπή. Το αδύναμο σώμα του Χριστού είναι σώμα ενός τέλειου Θεού και τέλειου ανθρώπου. Ο Χριστός δεν επιδιώκει τον θάνατο. Δεν συμβαίνει αυτό που λέει ο Άνσελμος περί ικανοποίησης της θείας δικαιοσύνης. Ο θάνατος του Χριστού σηματοδοτεί ένα νέο Πάσχα, ένα νέο πέρασμα από την καταδίκη και την αφάνεια στην αιωνιότητα της θεϊκής παρουσίας, όπου η εικόνα μπορεί να αναφέρεται στο πρωτότυπο της και να μετέχει χαρισματικά στη θεότητα αυτή (όχι ως ουσία αλλά ως κατάσταση).
Ο άνθρωπος αναγεννιέται, ανακαινίζεται. Ο θάνατος του Χριστού εξαφανίζει την κυριαρχία του θανάτου, την ισχύ του διαβόλου. Πλέον, τον πρώτο λόγο τον έχει η Ανάσταση και όχι ο Άδης. Όλα αυτά όμως απέχουν κατά πολύ από την αντίληψη της ιδέας, του στοχασμού. Όλα αυτά γίνονται εμπειρία. Εμπειρία σ’ αυτό που είναι η Εκκλησία και σ’ αυτό που γίνεται. Σώμα και Αίμα Χριστού. Κι ο άνθρωπος μετέχει στη μετάδοση της θείας χάριτος, μετέχει στο Σώμα και στο Αίμα. Αυτό προσφέρει η μυστηριακή ζωή και συγκεκριμένα η Θεία Ευχαριστία ως βεβαίωση, καθώς έτσι διακηρύσσεται ο θάνατος του Κυρίου (Α’ Κορ. 11, 26).
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)