Στον κόσμο υπάρχει η αντίληψη πως πολλά συμπαρομαρτούντα της λειτουργικής εκδήλωσης στην εκκλησιαστική κοινότητα, αναδύουν μία ιδιαίτερη αισθητική. Αυτό προκύπτει από τον μυσταγωγικό χαρακτήρα των μυστηρίων της Εκκλησίας. Μυσταγωγικό, μυστικό, επουδενί μυστικιστικό.
Μέσα στο λειτουργικό χώρο και χρόνο τίποτε δεν γίνεται τυχαία. Όλα έχουν το νόημα τους, τη σημασία τους. Οι συμβολισμοί των σημαινομένων δεν αποτελούν τυχαία συμβάντα, ούτε αποσκοπούν στη διέγερση ενός συναισθηματικού παρορμητισμού του εκκλησιαστικού σώματος. Είναι συμβολισμοί που έχουν βάθος. Και πίσω από το βάθος αυτό κρύβεται μία αλήθεια. Είναι η αλήθεια του πατήματος του θανάτου και ο εγκαινιασμός της αιώνιας ζωής χωρίς την καταδίκη όλων εκείνων των χαοτικών φθοροποιών δυνάμεων που καθήλωναν τη ζωή στο θάνατο. Αυτή η ζωή κυριαρχεί στον θάνατο. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που ο Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο για αφύτευτο και άρριζο θάνατο.
Θεωρώ πως οι συμβολισμοί έχουν απωλέσει το νόημα τους, επομένως, και την επικρατούσα αισθητική τους. Αυτός είναι και ο προβληματισμός του Edward Farley, όταν σημειώνει πως ‘’πολλά από τα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας, οφείλονται εν μέρει στην απώλεια των ‘βαθέων συμβόλων’, εκείνων δηλαδή των αξιών με τις οποίες η κάθε κοινωνία αυτοπροσδιορίζεται και εκπληρώνει τις επιδιώξεις της’’. Οι συμβολισμοί των ιερών μυστηρίων της Εκκλησίας δεν είναι απλά ισχυροί, θελκτικοί. Εξάλλου αυτά συναντούνται και στη φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων. Οι συμβολισμοί των μυστηρίων έχουν την αρχή τους στη ζωή αυτή, την αναφορά τους στο θεανθρωποκεντρικό πρόσωπο και την πραγμάτωση τους στην αιωνιότητα. Είναι χαρακτηριστικό το τρίπτυχο ‘’σκιά-εικόνα-αλήθεια’’ πάνω στο οποίο κινείται ο Μάξιμος Ομολογητής, θέλοντας να δείξει πως η Θεία Ευχαριστία είναι η εικόνα της των μελλόντων κατάστασης.
Η Θεία Ευχαριστία, το κατεξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας δεν δύναται να ξεφύγει από την παραπάνω διαπίστωση της αλήθειας των πραγμάτων στα έσχατα και του εικονισμού όσων τελούνται μέσα σ’ αυτό ως πραγματικότητα που μεταθέτει την αναφορά της στην αιώνια παρουσία του Θεού. Η Θεία Ευχαριστία διατηρεί την αισθητική της ιδιαιτερότητα, όμοια της οποίας δεν συναντάται σε καμία θρησκευτική εκδήλωση, ιδεολογική τοποθέτηση. Κι αυτό διότι η αίσθηση αυτή περικλείει μέσα της τον Χριστό, το Σώμα και το Αίμα Του. Το ψωμί και το κρασί, προϊόντα του ανθρωπίνου μόχθου, ‘’τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα’’ (Ευχή Θ. Ευχαριστίας) μεταβάλλονται σε πραγματικό Σώμα και Αίμα Χριστού. Από τη στιγμή που επικαλείται το Άγιο Πνεύμα για να πραγματώσει αυτή τη μεταβολή, κάθε ιδεολογική αναφορά σε σχέση με το μυστήριο είναι περιττή. Και το γεγονός αυτό της πραγματικής μεταβολής το βεβαιώνει η βιωματική εμπειρία του σώματος της Εκκλησίας στο γεγονός της πίστης, αυτής της παράδοξης και ανερμήνευτης βεβαιότητος του θαύματος.
Η Εκκλησία είναι η Θεία Ευχαριστία, σημειώνει ο Νικόλαος Καβάσιλας. Η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογικός τόπος, φιλοσοφική θεώρηση. Και φυσικά δεν της ταιριάζει κανένας ψυχολογικός προσδιορισμός. Ο άνθρωπος πολλές φορές αμφισβητεί. Σκέπτεται και αμφισβητεί. Κι αυτό είναι φυσικό. Ακόμη και η έλλειψη πίστης αποτελεί φυσική διεργασία της επεξεργασίας του νου ορισμένων δεδομένων, αντιλήψεων κ.ο.κ.. Αμφισβητεί το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Δεν μπορεί η λογική να δεχτεί το υπέρλογο, το οποίο, εντούτοις, δεν είναι παράλογο. Αμέσως, ο άνθρωπος συγκαταλέγει τη Θεία Ευχαριστία, και συγκεκριμένα το Σώμα και το Αίμα σε στοιχεία μιας τρεπτής κτιστότητας, ικανής να παρασύρει τον Χριστό σε κτίσμα. Αυτό θυμίζει τον Άρειο. Είναι όμως έτσι; Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού παραμένουν ψωμί και κρασί; Η επιστήμη με τη λογική προσεγγίζει και ερμηνεύει το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, της μετάδοσης ιών μέσα απ’ αυτή. Η Εκκλησία αν πέσει για άλλη μία φορά στην παγίδα της απολογητικής, συνήθεια που αδικεί αυτό που είναι αλλά και αυτό που γίνεται η ίδια μέσα από τα μυστήρια της, ελλοχεύει ο κίνδυνος να εγκλωβιστεί στα δεδομένα της επιστήμης και της ερμηνείας των πραγμάτων. Η Θεία Ευχαριστία όμως δεν ερμηνεύεται. Προσφέρεται και δίνει αισθητική άλλης ζωής. Μοναδικής και ανεπανάληπτης.
Η αισθητική ων μυστηρίων συνάδει με γλώσσα αποφατική. Αυτή η αποφατική γλώσσα περιφρουρεί το θαύμα αλλά και τον τρόπο του θαύματος που συντελείται στην ευχαριστιακή σύναξη. ‘’Το θαύμα είναι ακριβώς ότι το υλικό, η υλική πραγματικότητα, το ψωμί και το κρασί αξιώνονται να λειτουργήσουν με τον τρόπο του ακτίστου’’, θα πει ο καθηγητής Γιανναράς. Η λογική, η απόδειξη και η ερμηνεία, όροι περιγραφική μιας νοητικής λειτουργίας, άρα και κτιστής, μπορούν να συλλάβουν κάθε τι μου σχετίζεται με τη φύση του ακτίστου, με το ίδιο το άκτιστο;
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος
(Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)