Δεν είναι πρωτόγνωρο το γεγονός πως κάποιες φορές το κήρυγμα και όλα τα συμπαρομαρτούντα εκπίπτουν σκοπού, ύφους και περιεχομένου. Αυτό οδηγεί σε απομάκρυνση, όχι απλά και μόνο ενός τρόπου, τρόπου οικείωσης, αλλά βαθαίνει ακόμη περισσότερο το ρήγμα που υπέστη ανθρωπολογικά το πρόσωπο μετά την πτώση.
Το κήρυγμα, ο προφορικός λόγος είναι δύσκολη υπόθεση. Δεν είναι παίξε γέλασε. Είναι δύσκολη όταν εκλαμβάνεται ως σοβαρή και υπεύθυνη διακονία του λόγου προς τους ακροατές που μετέχουν του λόγου και του βιώματος που καλλιεργείται. Είναι υπολογίσιμα και σπουδαία πράγματα αυτά για τον πιστό, αφού το κήρυγμα μέσα στη λατρεία έρχεται και δίνει ώθηση στις μεταφυσικές τοποθετήσεις του ανθρώπου απέναντι στον Θεό, τον διπλανό, την κτίση, την ιστορία. Το κήρυγμα είναι γνωστό, εξάλλου, πως αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της θείας λατρείας. Και συγκεκριμένα, αυτό αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα όταν το πρώτο εντάσσεται στο γεγονός της ευχαριστιακής σύναξης.
Δεν είναι όμως, πάντοτε, έτσι τα πράγματα. Υπάρχουν απομακρύνσεις από το λόγο και τον ρόλο που επιτελεί η εκφορά λόγου, η διάρθρωση ρημάτων συνδυασμένων με το λειτουργικό βίωμα που υπενθυμίζει στον άνθρωπο πως ναι μεν δεν είναι άκτιστος αλλά μετέχει του ακτίστου, χαρισματικά. Αυτά είναι και πάλι σπουδαία πράγματα. Και δεν είναι πάντοτε ο τρόπος που καθορίζει τα πράγματα, για παράδειγμα ο τρόπος εκφοράς του λόγου, αλλά και το ίδιο το περιεχόμενο του λόγου.
Κάποιες φορές το κήρυγμα ξεφεύγει από όλα αυτά. Δεν λειτουργεί τίποτε στον άνθρωπο. Δεν εμπνέει, δεν μυσταγωγεί, δεν λειτουργεί ήθος. Απέχει μακράν από όλα αυτά και τίποτε από όλα αυτά δεν είναι. Απουσιάζει το κήρυγμα, που αποτελεί κύριο μέλημα του Επισκόπου, και κάποιες στιγμές τη θέση του παίρνει μία ακώλυτη έκθεση ιδεών, ένα κήρυγμα στείρων και ανούσιων ανακοινώσεων. Ε, αυτό τότε δεν είναι κήρυγμα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το κήρυγμα ως άκρως αθεολόγητο και μη μυσταγωγούμενο εκφυλίζεται και τραυματίζεται από ανέραστα πρόσωπα. Εκείνο δε που τραυματίζεται περισσότερο; Η υπενθύμιση της σωτηρίας. Παρεμπιπτόντως, ο πιστός σ’ αυτό δεν μυσταγωγείται και στη θεία λατρεία;
Ένα τέτοιο κήρυγμα που ζητά επίμονα την αναγνώριση του εκφωνητή ‘’ειδήσεων’’, δεν συνάδει με το ύφος και ήθος του λόγου που βεβαιώνει την πίστη. Άκρατα ιδεολογήματα, φθηνές εκφράσεις, απαρχαιωμένοι όροι που αφήνουν ασυγκίνητους τους πιστούς, εκφράσεις εντυπωσιασμού που ανασύρονται από παρελθοντικές δόξες, μονοπωλούν το ενδιαφέρον. Μοιάζουν με στιγμές όπου το πρόσωπο ενδιαφέρεται να υπενθυμίσει στους πιστούς την εξουσία του και όχι τη διακονία του. Ανακοινώσεις, ανακοινώσεις, ανακοινώσεις. Ό,τι πιο εξαθλιωμένο και φθηνό μπορεί να προσφερθεί από τον κήρυκα στους πιστούς. Κι όλα αυτά για τη δημιουργία εντυπώσεων, σφυρίζοντας την ίδια στιγμή αδιάφορα για όσα έχουν τη δυναμική και δυνατότητα να μεταποιήσουν την ανθρώπινη ύπαρξη και να θέσουν τις βάσεις για μία οντολογία του προσώπου βασισμένη κι εμποτισμένη στον έρωτα και τον θάνατο.
Το πρόσωπο του Χριστού έχει αντικατασταθεί από το ‘’εγώ’’, τις ανακοινώσεις, τις επαναλήψεις, τα αθεολόγητα ρήματα. Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει βαθύτερες αγωνίες και ακούγοντας φθηνά διηγήματα θάβει ακόμη περισσότερο τις υπαρξιακές του τοποθετήσεις. Ανακοινώσεις, ανακοινώσεις, ανακοινώσεις. Αλλά είναι όλο το επίπεδο μας τέτοιο. ‘’Αντιλαμβάνονται την «πατρότητα» που ευαγγελίζεται η Εκκλησία, σαν στοργικό «ύφος», στην κηρυγματική τους φλυαρία, την αφ’ υψηλού παροχή συμβουλών συμπεριφοράς’’, όπως σημειώνει σε επιφυλλίδα ο Χ. Γιανναράς.
Το κήρυγμα βρίσκεται στους αντίποδες κάθε είδους βεβιασμένου παρορμητισμού. Δεν υπάρχει για να το αντικαταστήσει καμία μωροφιλοδοξία και προσωπική προβολή κι επιβολή. Υπάρχει ως μαρτυρία ενός νέου χαρμόσυνου αναστάσιμου μηνύματος και ως διακονία του ευχαριστιακού γεγονότος μέσα σε κάθε τι που πληρώνεται από το άκτιστο και απλησίαστο. Δεν υπάρχει για να μετατρέπεται σε πίνακα ανακοινώσεων κάθε θρησκευτικής έξαρσης. Αυτό γίναμε. Προπαγανδιστές μιας θρησκευτικότητας, επομένως μιας ατομικής θρησκειοποίησης της πίστης ως μετοχής στο μυστήριο. Όπως θα σχολιάσει εύστοχα και πάλι ο Γιανναράς: ‘’Δυστυχισμένοι άνθρωποι, χωρίς έστω και τη μικροαστική σοβαρότητα. Ποιος κορωνοϊός θα μπορέσει ποτέ να συγκλονίσει την «ηγετική» τους υπεροψία και να τους υποψιάσει για το χάρισμα της πατρότητας;’’.
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)