Ο συμβιβασμός κάθε συμπαρομαρτούντος, όπως αυτό εκφέρεται με λόγο θεανθρωποκεντρικό, με τις δομές και τις τάσεις μιας κοινωνίας που απώλεσε το ενδιαφέρον της να αναφέρεται στον κόσμο του Θεού, σαφώς και αποτελεί απαξίωση της εκκλησιαστικής φύσης και της ορθόδοξης ζωής και πνευματικότητας.
Αν κάποιος επιθυμεί να αναζητήσει τη φύση της Εκκλησίας, τον λόγο της, τον λόγο του ευαγγελίου και των Πατέρων, το ύφος της ορθόδοξης παράδοσης και τα ξεχωριστά ιδιώματα του ορθόδοξου βίου, οφείλει να στρέψει την προσοχή του στον Μάξιμο Ομολογητή, Διονύσιο Αρεοπαγίτη, στον Νικόλαο Καβάσιλα και σε άλλους φυσικά Πατέρες και διδασκάλους. Τα κείμενα των σεβασμίων αγίων καταθέτουν μαρτυρία που δεν θυμίζει τις δομές του κόσμου, χωρίς όμως να αγνοεί τον κόσμο τούτο. Η Εκκλησία, ο άνθρωπος, τα μυστήρια, η κτίση, όλα αυτά περιπλέκονται υπό το φως ποικίλων, εντούτοις δυσερμήνευτων, θεωριών και δοξασιών. Όταν όμως όλα αυτά εναρμονίως αποτελέσουν τα σημεία αποκάλυψης και θεϊκής αναφοράς (συνάμα και δόξης), τότε η κοσμική θεώρηση απολαμβάνει την απαξίωση της, αφού πρώτη απαξίωσε τον Θεό, τον άνθρωπο, τον κόσμο.
Η κτίση του Μαξίμου και ο άνθρωπος του Νύσσης έχουν απεμπολήσει κάθε κοσμική υποδούλωση της ύπαρξής τους αλλά και της προοπτικής τους, έχοντας την ίδια στιγμή στρέψει το ενδιαφέρον τους στην κοινή τους προέλευση, στην κοινή τους καταγωγή. Ο Παύλος γίνεται ακόμη πιο σαφής ανατρέχοντας στον Επιμενίδη. ‘’Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν’’ (Πράξ. 17, 28). Είμαστε γένος του αληθινού Θεού. Αυτή είναι η καταγωγή μας. Δεν υπάρχουν άλλοι θεοί, υπάρχει ο Θεός του Παύλου, ο Θεός της αποκάλυψης, της παρουσίας του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Αυτός ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Δεν είναι όμως εκ του κόσμου τούτου (Ιω. 18, 36).
Εφόσον δεν είναι εκ του κόσμου τούτου, κάθε τι που πραγματώνει την υποστατική παρουσία του ανθρώπου σε χαρισματική δωρεά (ως παροντική δωρεά αλλά και ως κατάσταση των εσχάτων), δεν υπακούει στους κοσμικούς νόμους, δεν έχει ύφος κτιστότητος (φθαρτότητος, αλλοιώσεως κ.ο.κ.) και δεν εμπίπτει σε ήθος κοσμικής φύσεως (δομών απαξίωσης ή καταξίωσης της κοινωνίας) αλλά και σε ιδεολογική αναφορά. Αυτό είναι το παράδοξο του ευαγγελικού μηνύματος. Δεν προέρχεται από τούτου τον κόσμο, αντιβαίνει κάθε κοσμική συμβατότητα με τις δομές της αντίληψης και του ύφους ενός κόσμου – κατάλοιπου της πτώσης και ταυτόχρονα απευθύνεται, το μήνυμα αυτό, στον κόσμο. Γιατί όμως;
Ένα από τα πιο τραγικά αδιέξοδα του σύγχρονου ανθρώπου είναι η ιδεολογική καταδίκη του Θεού. Αυτό παρασύρει τόσες αναφορές μαζί του, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που η σωτηρία να εκλαμβάνεται ως αποτέλεσμα ηθικιστικών επιταγών και εντολών, ευσεβιστικών τάσεων, που επιζητούν τη σωτηρία μέσα από την απόλυτη προσήλωση στο πρόσωπο ενός θρησκευτικού γκουρού, μιας βεβαιωμένης προφητείας που θα τους εξασφαλίσει την είσοδο στη γη της επαγγελίας, παρά στο πρόσωπο του Χριστού, το οποίο απομονώθηκε από θρησκευτικά ιδεολογήματα εντός της Εκκλησίας. Αυτό δεν είναι πλήγμα για τον άνθρωπο. Αυτό καταδικάζει τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχει πλέον Χριστός μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Έχει αντικατασταθεί ο Χριστός από το αλάνθαστο, το βεβαιωμένο, την εγγύηση μιας ασφαλούς πορείας προς τα θεία πράγματα. Δεν χρειάζεται ο Χριστός. Θέλει κόπο ο Χριστός. Θέλει καρδιά. Κόπος δεν υπάρχει. Ούτε καρδιά υπάρχει. Κάθε αίσθηση προκύπτει από τον συναισθηματισμό καταστάσεων και αξιών που αποδομούν το πρόσωπο του Χριστού. Και τότε καταδικάζεται ο Θεός. Καταντά ιδεολογία. Σύγχρονοι αναγνώστες του μεγάλου φιλοσόφου Νίτσε, ακόμη δεν κατάφεραν (ή αρνήθηκαν) να δουν αυτή την ιδεολογική αστοχία στον θάνατο του Θεού, όπου οι φιλόσοφοι στοχάζονται τον Θεό και τον αντιλαμβάνονται ως ιδέα. Είναι ιδέα ο Θεός;
Ο Χριστός είναι πρόσωπο. Εφόσον είναι πρόσωπο, υπάρχει. Κι εφόσον υπάρχει είναι ελεύθερος. Η ύπαρξη Του επιδοκιμάζει κάθε συναπτόμενη σχέση. Ένα πρόσωπο συνάπτει σχέση. Ελεύθερα. Υπάρχει σε σχέση. Ο Θεός είναι αποκομμένος από τον Υιό; Ο Υιός υπάρχει χωρίς τον Πατέρα; Το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Εαυτό Του; Ο Τριαδικός Θεός σε σχέση. Ο Χριστός σε σχέση. Ως πρόσωπο. Συνάπτοντας σχέση, κοινωνώντας με την κτίση, με τον άνθρωπο. Σε σχέση συνεργίας θα πουν ο Μάξιμος και ο Αρεοπαγίτης. Οι ιδεολογίες συρρικνώνονται. Αστοχούν και δεν πραγματώνονται γιατί ως κοσμικά φτιασίδια δεν ενσαρκώνονται στο πρόσωπο του Χριστού που ενώνει τα διεστώτα. Σωστά, λοιπόν, έλεγε ο Καζαντζάκης πως εμείς γινόμαστε οι σωτήρες του Θεού (salvatores dei). Εκτός κι αν είμαστε υπεύθυνοι για την ιδεολογική Του καταδίκη. Κι αυτό μέσα στην Εκκλησία έχει γιγαντωθεί.
Αυτό συμβαίνει εξάλλου όταν ασχολείσαι με τρίχες.
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)