Του Θανάση Σιούτα
(συν/χου δασκάλου)
Συχνά ακούμε από πολλά στόματα να πιπιλίζεται ο όρος θεσμός ή θεσμοί, όπως: «θεσμός οικογένειας ή θεσμός του γάμου», «κοινωνικός θεσμός ή ο θεσμός των κοινωνικών ασφαλίσεων», «θεσμικά όργανα από διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου και της τοπικής Αυτοδιοίκησης», «το αντάμωμα έγινε θεσμός», «ο θεσμός του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων», «ο θεσμός του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας ή ακόμη «οι θεσμοί ζητούν αλλαγές στον έλεγχο του Πόθεν Έσχες των Πολιτικών» και πολλά άλλα. Άρα τι είναι αυτό που λέμε θεσμός ή θεσμοί; Κάθε συνήθεια ή κάθε τι που καθίσταται κανόνας δικαίου με την παράδοση και οτιδήποτε άλλο με κοινή συμφωνία, είναι ένας θεσμός. Είναι οι θεμελιώδεις καταστατικοί νόμοι του κράτους, της εκκλησίας κ.λ.π. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιήθηκε σε αρχαϊκές επιγραφές αρκετών διαλέκτων και χρησιμοποιόταν για να δηλώσει τους νόμους του Δράκοντα και του Σόλωνα. Είναι συνώνυμη της λέξης νόμος, αλλά το τελευταίο έχει γενικότερη έννοια και στην Αρχαία εξέφραζε το σύνολο των νόμων, ενώ η λ. θεσμός χρησιμοποιόταν για έναν συγκεκριμένο νόμο. Διαφορετικά θα λέγαμε ότι είναι ένα σταθερό πολιτιστικό στοιχείο επικεντρωμένο σε ορισμένες σημαντικές μορφές κοινωνικής μέριμνας με στρατηγική και διαρθρωτική σημασία, όπως είναι η ιδιοκτησία, η οικογένεια, η εκπαίδευση κ.λ.π. Ο χαρακτήρας και τα αξιολογικά πρότυπα αποτελούν σημαντικό στοιχείο κάθε θεσμού. Τα αξιολογικά πρότυπα και τα συμφέροντα καθορίζουν τρόπους κοινωνικής αλληλεπίδρασης, που παρουσιάζουν τον χαρακτήρα της δομής του θεσμού. Ετυμολογικά προέρχεται από το αρχαίο “τίθημι” και σημαίνει αυτό που έχει τεθεί και ισχύει ως δίκαιο ή ως κανόνας δικαίου, νόμος.
Ας πάρουμε αρχικά ένα παράδειγμα από τους θεσμούς στην εκπαίδευση. Στην εκπαιδευτική μου καριέρα πολλές φορές μπορεί να δημιουργήθηκαν κάποιες διαφωνίες ή και κάποιοι διαπληκτισμοί με τον Προϊστάμενο του Γραφείου Εκπαίδευσης, τον Διευθυντή Εκπ/σης ή ακόμη και με τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης. Αυτό τι σημαίνει, ότι τους γυρίζω την πλάτη και κάνω ό,τι θέλω; Όχι. Έχω υποχρέωση να συνεργασθώ μαζί τους, ανεξάρτητα των διαφωνιών για το καλό της εκπαίδευσης και ειδικότερα των μαθητών του σχολείου. Οι θεσμοί εξυπηρετούν καθαρά κοινωνικούς σκοπούς.
Ας δούμε ακόμη τι συνήθως γίνεται στους τοπικούς θεσμούς. Ο εκάστοτε δήμαρχος έχει τα πιστεύω του, που τα γνωρίζει η μικρή κοινωνία στην οποία ζούμε, και προκειμένου να φέρει εις πέρας π. χ. ένα σημαντικό έργο, ζητάει την βοήθεια ενός συγκεκριμένου Υπουργείου. Σε ποιους πρέπει να απευθυνθεί, στους βουλευτές του κόμματος που ψηφίζει ή σε όλους τους βουλευτές του Νομού; Η απάντηση είναι αυτονόητη, παρά το γεγονός ότι τα πράγματα εδώ περιπλέκονται, γιατί όλοι μας μιλάμε για σεβασμό στους θεσμούς, που είναι υποχρέωσή μας, αλλά στις πιο πολλές περιπτώσεις δεν τηρούμε το αυτονόητο, αλλά καταφεύγουμε με έμμεσους τρόπους στην γνωστή εμπλοκή των κομματικών μηχανισμών, στους οποίους νομίζουμε ότι έχουμε εμπιστοσύνη και μας συμφέρουν. Αν θέλει ο εκάστοτε δήμαρχος να είναι αμερόληπτος, πρέπει να συνεργάζεται με όλους τους βουλευτές του Νομού και όχι μόνο μιας συγκεκριμένης μερίδας. Άλλωστε μια λαϊκή παροιμία λέει: «το ήμερο αρνί τρώει γάλα από όλες τις μάνες». Ας το έχουν αυτό κατά νου οι δήμαρχοι, οι οποίοι πρέπει σε κάθε περίπτωση να κάνουν υπέρβαση των ατόμων και των προθέσεών τους. Το ίδιο ισχύει και για τους δημοτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι ανεξάρτητα από το εάν ο δήμαρχος και οι συνεργάτες του είναι της αρεσκείας τους, οφείλουν να εφαρμόζουν τις καταστατικές διατάξεις και να συνεργάζονται με όλους για το καλό του κοινωνικού συνόλου.
Τέλος, ας αναφερθούμε σε έναν κοινοβουλευτικό θεσμό: Πότε ένας Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κρίνεται από ένα κοινωνικό σύνολο ότι είναι πετυχημένος; Ποιος είναι ο θεσμικός του ρόλος· να κάνει τα χατίρια των βουλευτών του κόμματός του ή όταν ενεργεί αντικειμενικά και αμερόληπτα για το συμφέρον της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με βάση τον κανονισμό της βουλής; Και εδώ η απάντηση είναι αυτονόητη. Το ερώτημα που μπαίνει είναι ότι δεν κάνουμε πολλές φορές τα αυτονόητα και «η μπάλα χάνεται», η κυβέρνηση «κλυδωνίζεται» και η κοινωνία διχάζεται και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις εσκεμμένα.
Όλες οι παραπάνω περιπτώσεις καταμαρτυρούν ότι τα θεσμικά όργανα, όποια και αν είναι αυτά, πρέπει να σέβονται το θεσμικό πλαίσιο και να ενεργούν πάντα για το καλό του κοινωνικού συνόλου και όχι μόνο μιας μερίδας πολιτών για ψηφοθηρικούς λόγους. Οι θεσμοί εκπροσωπούν το σύνολο της κοινωνίας και όχι μόνο μια μερίδα της ή μικροπολιτικά συμφέροντα. Οι θεσμοί υπάρχουν ως καθοδηγητές και σταθερά ερείσματα σε μια πραγματικότητα που πολλές φορές ταλαντεύεται και χάνει τον προσανατολισμό της. Αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο και είναι αυτοί που θέτουν νέους στόχους και προσανατολισμούς. Γι’ αυτό όχι μόνο πρέπει να στέκονται στο ύψος τους αλλά και αξίζουν τον σεβασμό και την συμπαράστασή μας.